Τα νέα του Ιερού Ναού μας για τον Νοέμβριο

1. Ιερό Σαρανταλείτουργο
Στην ενορία μας τελείται Σαρανταλείτουργο. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αποταθούν στο παγκάρι.

2. Αγρυπνία κάθε Παρασκευή
Κάθε Παρασκευή από τις 15 Νοεμβρίου μέχρι τα Χριστούγεννα θα τελείται Αγρυπνία στο ξωκλήσι της Αγίας Άννας.

3. Αγρυπνία - Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία (Σάββατο βράδυ προς Κυριακή)
Συνεχίζεται κάθε Σάββατο βράδυ προς Κυριακή να τελείται Αναστάσιμη νυχτερινή Θεία Λειτουργία 9:00μ.μ. - 12:30π.μ. στο ξωκλήσι της Αγίας Άννας στις 2, 9, 16, 23 και 30 Νοεμβρίου. Η πρόσκληση αυτή απευθύνεται αφενός σε όλους τους ευλαβείς πιστούς που λόγω της εργασίας τους (π.χ. αστυνομικούς, ιατρούς, νοσηλευτές, πυροσβέστες, στρατιωτικούς, κ.α.), αφετέρου δε και σε όσους για οποιοδήποτε άλλο λόγο, δεν έχουν την δυνατότητα να εκκλησιαστούν το πρωί της Κυριακής. Η τοπική Εκκλησία ως φιλόστοργος μητέρα , γνωρίζοντας και κατανοώντας τα διάφορα αυτά κωλύματα, με αγάπη και ενδιαφέρον τελεί αυτή την ποιμαντική διακονία, ώστε να δοθεί σε όλους η ευκαιρία του εκκλησιασμού και της μετοχής όλων στα Θεία Μυστήρια.

4. Κατά το μήνα Νοέμβριο ο Εσπερινός αρχίζει στις 4:30μ.μ. Ο Όρθρος τις Κυριακές στις 6:30-9:30π.μ. και τις καθημερινές 6:30-8:30π.μ.

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Από το δικό μου κυρία! - Διδακτική ιστορία

Το παρακάτω κείμενο αφιερώνεται στους δασκάλους εκείνους που δεν σταματούν να αναλώνονται, να πεθαίνουν συναισθηματικά, να αδειάζουν κυριολεκτικά όλο το μέσα τους για χάρη των μαθητών τους. Σ΄ αυτούς που δεν υπολογίζουν κόπους ούτε και λογαριάζουν αν ο μισθός είναι λίγος και δε φτάνει, που δεν δειλιάζουν ούτε φοβούνται να εκτεθούν. Μην τους ψάχνετε σε μουσεία, βρίσκονται ανάμεσά σας ...
***************************************************************
"Από το δικό μου, κυρία!"
Υπέρ αναμνήσεως μιας υπέροχης δασκάλας!
(της Λότης Πέτροβιτς)
"..... Το Δεκέμβρη του 1943, αρχή ενός ακόμα χειμώνα πείνας και παγωνιάς, άχνισε κάτι ζεστό ξαφνικά στην αυλή του σχολείου μας. 'Ηταν ένα μεγάλο καζάνι και μέσα είχε συσσίτιο για τα παιδιά. Γύρισα στο σπίτι περήφανη, κρατώντας με προσοχή ένα τενεκεδάκι γεμάτο σούπα πηχτή. «Γιατί δεν την έτρωγες στο σχολείο, καρδούλα μου;» λαχτάρισε η μάνα μου. «Αν σου χυνόταν στο δρόμο;» «Θα φάτε λίγη σούπα κι εσείς, αλλιώς δεν τρώω καθόλου», δήλωσα ορθά κοφτά. «Το ίδιο κι εγώ», φώναξε ο Μάνος, ο αδερφός μου. Κι έτσι γινόταν από κείνη τη μέρα σε κάθε συσσίτιο που κουβαλούσαμε οι δυο μας από το σχολείο. Η σούπα ερχόταν τακτικά, πάντα η ίδια, άνοστη και πηχτή.

'Ωσπου μια μέρα, μας μοίρασαν κάτι ξεχωριστό. Μπήκαμε στη γραμμή και μας έβαλαν στα τενεκεδάκια κάτι σα μέλι, αλλά σκούρο κοκκινωπό. "Γλυκόζη" το είπαν. Βουτούσαν τα παιδιά το δάχτυλο στη γλυκόζη, το έγλειφαν με απόλαυση και γελούσαν ευτυχισμένα, πειράζονταν μεταξύ τους. ΄Ενα μεσημέρι, γυρίζοντας ο αδερφός μου από το σχολείο, δεν ήθελε να βάλει μπουκιά στο στόμα του – ούτε από τη σούπα ούτε από τη γλυκόζη. Ταραγμένος φαινόταν, έτοιμος να βάλει τα κλάματα. «Τι συμβαίνει παιδί μου;» ανησύχησε η μαμά. Εκείνος δεν έβγαζε λέξη. Κι όσο δε μιλούσε, τόσο επέμενε η μάνα μου να μάθει, τόσο μεγάλωνε και η δική μας η περιέργεια. Με τα πολλά, αποφάσισε τελικά να μιλήσει. Κι αυτό που μας είπε γράφτηκε στη μνήμη μου ανεξίτηλα.

Στην αυλή για το συσσίτιο βρισκόταν με της τάξης του τα παιδιά. «Σκαρώνουμε κάτι;» άκουσε έναν από τους συμμαθητές του– “πειραχτήρης” ήταν το παρατσούκλι του - να ψιθυρίζει στον διπλανό, μόλις πήρε τη γλυκόζη στο τενεκεδάκι του. Ο άλλος έγνεψε "ναι". Τότε ο πειραχτήρης κάτι του είπε στ' αυτί, κρυφογέλασαν οι δυο τους πονηρά κι εξαφανίστηκαν στη στιγμή. Σε λίγο χτύπησε το κουδούνι να μπούνε στην τάξη. Πρώτα έμπαιναν τα κορίτσια. 'Υστερα τ' αγόρια. Τελευταία η δασκάλα, που κόντευε να μην ξεχωρίζει από τα παιδιά, έτσι που είχε απομείνει πετσί και κόκαλο. Καταλάβαινες πως ήταν μεγάλη από τα μάτια της μόνο, που τα σκοτείνιαζαν ολόγυρα δυο μαύροι κύκλοι. 'Οταν μπαίνανε όλοι στην τάξη, έκλεινε την πόρτα, μετρούσε τα παιδιά σειρά σειρά, έλεγε «εντάξει, φρόνιμα τώρα, μην ακούσω μιλιά» κι αρχίζανε αμέσως το μάθημα. Το «εντάξει, φρόνιμα τώρα, μην ακούσω μιλιά» τη φορά εκείνη δεν το είπε. Ούτε να τους μετρήσει την είδανε. Κοντά στην πόρτα της τάξης στεκόταν σκυφτή, σαν να ψαχούλευε κάτι. «Μα τι κάνει η κυρία εκεί;» ρώτησε παραξενεμένος ο Μάνος που δεν καλόβλεπε, τα περισσότερα παιδιά ήταν όρθια ακόμα. «Πασαλείψαμε το χερούλι με γλυκόζη», χασκογέλασε από δίπλα ο πειραχτήρης, «για να κολλήσουν τα χέρια της να γελάσουμε!» Δε γελάσανε. Καθίσανε τελικά στα θρανία τους και δε μιλούσε κανείς. Βλέπανε τη δασκάλα τους τώρα όλοι βουβοί, σαστισμένοι… Είχε σκύψει κι έγλειφε με λαχτάρα μια το χερούλι της πόρτας, μια την παλάμη της... 'Υστερα γύρισε και τους κοίταξε με παράπονο. Στα μάγουλά της έτρεχαν δάκρυα. «Μην τη σπαταλάτε τη γλυκόζη, χρυσά μου, για τ' όνομα του Θεού!», είπε ξέπνοα. «Σας τη δώσαμε όλη, ούτε μια σταγονίτσα δεν κρατήσαμε εμείς οι δάσκαλοι, για να τη φάτε να δυναμώσετε εσείς τα παιδιά. Μην τη σπαταλάτε, σας παρακαλώ, είναι κρίμα! Είν’ αμαρτία!» Την πήραν πάλι τα δάκρυα. Κι έκλαιγε, έκλαιγε...

Μαζευτήκαν όλοι τριγύρω της. Μονάχα ο πειραχτήρης έμεινε στο θρανίο του με το κεφάλι κατεβασμένο. Οι άλλοι σπρώχνονταν ποιος πρώτα να την αγκαλιάσει, ποιος να της πρωτοπεί «από το δικό μου, από το δικό μου, κυρία, να πάρετε λίγο!» 

Ούτ’ ένα τενεκεδάκι δεν άγγιξε η δασκάλα. Μόνο έκλαιγε, έκλαιγε... "

(Απόσπασμα από το βιβλίο "Ο καιρός της σοκολάτας")

Δεν υπάρχουν σχόλια: