Τα νέα του Ιερού Ναού μας για τον Σεπτέμβριο

1. Εξωκλήσι Μεγάλου Βασιλείου και Αγίας Αγάπης
Με ιδιαίτερη χαρά σας ενημερώνουμε ότι βρισκόμαστε στην φάση εικονογράφησης του τέμπλου στο εξωκλήσι των Αγίων Βασιλείου και Αγάπης Αγίας Νάπας. Όσοι επιθυμούν να γίνουν δωρητές για τις εικόνες του τέμπλου μπορούν να αποταθούν στον κ. Μάριο Πέροικο 99637877.

2. Κατά το μήνα Σεπτέμβριο ο Εσπερινός αρχίζει στις 6:00μ.μ. Ο Όρθρος τις Κυριακές στις 6:30π.μ.-9:30π.μ. και τις καθημερινές 6:30π.μ.-8:30π.μ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 31 Ιουλίου 2023

Συγκλονιστική επιστολή : “Είμαι μητέρα ενός ιερέως”


Η παρακάτω επιστολή γράφθηκε την επομένη της χειροτονίας ενός νέου κληρικού από τη μητέρα του, και απευθύνεται προς μία παιδική της φίλη.

« Αγαπητή μου φίλη,
Ευλογημένο και δοξασμένο το όνομα του Θεού! Είμαι μητέρα ενός ιερέως.
Σε σένα προ τριάντα ετών είχα γράψει, όταν ο Θεός μου χάρισε αυτό το παιδί. Θυμάμαι ότι ήμουνα τρελή από χαρά. Γεμάτη ευτυχία. Το αισθανόμουνα να ζει κοντά μου, άπλωνε τα χέρια του και το άγγιζα στην κούνια του, σαν για να βεβαιωθώ, ότι το κατέχω πραγματικά. Ω, πόση είναι η διαφορά μεταξύ της χαράς εκείνης και αυτής που πλημμυρίζει σήμερα την ψυχή μου από ένα καινούργιο αίσθημα! Είμαι σήμερα η μητέρα ενός ιερέως!

Αυτά τα χέρια που μικρούτσικα τα γέμιζα φιλιά εδώ και τριάντα χρόνια, αυτά τα χέρια είναι αφιερωμένα, αυτά τα δάκτυλα ήγγισαν τον Θεόν!

Αυτή η διάνοια που έλαβε από μένα το φως και στην οποία έδειξα τον σκοπό της ζωής, αναπτύχθηκε και ποτίστηκε από την αλήθεια, πέρασε κατά πολύ τη δική μου με τη μελέτη και τη θ. Χάρη και είναι τώρα Αφιερωμένη.

Αυτό το σώμα που περιποιήθηκα, προφύλαξα, που με έκανε να περάσω ολόκληρες νύχτες χύνοντας τόσα δάκρυα, όταν η ασθένεια το διεκδικούσε, αυτό το σώμα μεγάλωσε και είναι τώρα αφιερωμένο. Υπηρέτης της ψυχής ενός ιερέα. Το σώμα αυτό θα υποβάλλεται σε μύριους κόπους, για να ανορθώσει τους αμαρτωλούς, να διδάξει τους αγνοούντες, να οδηγεί προς τον Κύριο κάθε πλάσμα που Τον ζητεί.

Αυτή η καρδιά, ω, αυτή η αγνή καρδιά, που δεν θέλησε να εγγίσει παρά μόνο την καρδιά της μητέρας του, η καρδιά που έτρεμε σε κάθε επίγεια επαφή, είναι τώρα αφιερωμένη. Η αγάπη που εκχυλίζει από αυτήν, λέγεται φιλανθρωπία. Ω, το γνωρίζω εγώ το παιδί μου. Ξέρω τι θησαυρούς κρύβει μέσα του. Αυτή η αυτοσυγκέντρωση θα του είναι ένα πρόχωμα εναντίον του κόσμου της αμαρτίας. Αλλ’ όταν ο Θεός του στείλει μια ψυχή αποκαμωμένη, ταραγμένη ή απελπισμένη, πόσο θα ξέρει να κάνει χρήση των λόγων εκείνων που αναφέρουν και κάνουν γνωστό τον θησαυρό του θείου ελέους! 

Ναι, θα κάνει καλό το παιδί μου. Θα είναι όπως η θεϊκή καρδιά, όλος ευσπλαχνία και αγάπη προς όλους.

Αληθινά, είμαι η μητέρα ενός ιερέως!

Πως θα σου περιγράψω την χθεσινή τέλεση του ιερού Μυστηρίου της χειροτονίας! Ήμουνα εκεί. Μπροστά. Έβλεπα το παιδί μου να στέκεται όρθιο, να κλίνει το κεφάλι του, να γονατίζει μπροστά στην Αγία Τράπεζα, να σηκώνεται συντετριμμένο μετά την επίθεση των χειρών του Επισκόπου στο κεφάλι του. Άκουσα και 'γω κλαίγοντας τα λόγια: « Η θ. Χάρις η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα, προχειρίζεται τον …». Άκουσα το όνομα του. Άκουσα, άκουσα, άκουσα τα φτερουγίσματα των αγγέλων που ευχών έλθει εκεί. Ω, το παιδί μου ιερεύς! Αδυνατώ να σου περιγράψω τα συναισθήματα της στιγμής εκείνης. Ήταν η έκσταση μιας χριστιανής μητέρας.

Έλεγα: Σ’ ευχαριστώ Χριστέ μου. Σ’ ευχαριστώ. Μέχρι τώρα ήταν δικό μου. Εγώ κατέβαλα κάθε προσπάθεια για την μόρφωση της ψυχής του. Τώρα δεν είναι πλέον δικός μου, είναι αποκλειστικά δικός Σου. Κύριε Σου ανήκει. Διαφύλαξε τον από κάθε κακό και την αμαρτία. Είναι το άλας της γης, προφύλαξε τον από την ηθική σήψη. Κύριε μου, Σε αγαπώ και τον αγαπώ. Γέμισε τον με τις δωρεές του Παναγίου Πνεύματος. Τον σέβομαι και τον ευλαβούμαι, είναι ο ιερές Σου!

Ειρήνη ανέκφραστη είχε πλημμυρίσει την ψυχή μου. Τα μάτια μου είχαν γεμίσει από δάκρυα, από δάκρυα χαράς, αγάπης και ευγνωμοσύνης. Είχα στη ζωή μου πολλές καλές μέρες. Αυτή όμως, χωρίς άλλο, ήταν η ωραιότερη, και οι επίγειες σκέψεις δεν είχαν καμία πλέον θέση σ’ αυτή. Αλλά δεν μπορώ να συνεχίσω την επιστολή, τα δάκρυα μου μουσκεύουν το χαρτί, είναι δάκρυα ευτυχίας».

Πηγή: « ΤΟΛΜΗ» τ. 36, περιοδικό Ι. Αρχιεπ. Αθηνών 

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξη Γυναίκα

Σάββατο 22 Απριλίου 2023

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Ελεημοσύνη


Ένας καλός ιερέας κάθε Κυριακή μετά τη Λειτουργία μάζευε τους φτωχούς της Ενορίας του και τους μοίραζε τα χρήματα, που μάζευε το «κιβώτιο των πτωχών».

Μία Κυριακή πήγε μία γυναίκα με παλιά ξεσκισμένα ρούχα και με ύφος κακομοίρικο. Ο ιερέας τη λυπήθηκε. Έβαλε το χέρι του στο κιβώτιο με την πρόθεση να της δώσει όσα χρήματα χωρούσε η παλάμη του.

Όταν το τράβηξε έξω, είδε πως είχε πιάσει λίγα κέρματα. Βιάστηκε να της τα δώσει, γιατί πίσω της περίμενε άλλη να πάρει φιλοδώρημα. Αυτή φορούσε περιποιημένα φορέματα. Ο ιερέας σκέφθηκε πως ήταν από κείνες που χωρίς λόγο ζητιανεύουν. Θα της έδινε λίγα, για να μην την αφήσει να φύγει έτσι και της έμενε η ντροπή. Έβαλε πάλι το χέρι του στο κιβώτιο κι’ η χούφτα του γέμισε χρυσά νομίσματα.

Σαν ευλαβής που ήταν κατάλαβε τη θεία επέμβαση. Ζήτησε πληροφορίες και για τις δύο εκείνες γυναίκες. Έμαθε τότε πως η μία που φαινόταν καλοντυμένη, ήταν από καλή οικογένεια, που τελευταία από διάφορα ατυχήματα φτώχυνε και υπέφερε πολύ. Από αξιοπρέπεια φορούσε περιποιημένα ρούχα. Η άλλη έβαζε κουρέλια, όταν έβγαινε να ζητιανέψει, για να της δίνουν ευκολότερα.

π.Γ.Στ.

Πηγή: Γεροντικόν

Αναδημοσίευση από: Ιερός Ναός Αγίας Βαρβάρας Πατρών

Τρίτη 6 Απριλίου 2021

Παρατήρηση στους άλλους;

Ένας αρχάριος αδελφός συμβουλεύτηκε κάποιο γέροντα:
-Αν ιδώ κάτι άπρεπο στους αδελφούς με τους οποίους συγκατοικώ, πρέπει να μιλήσω;
- Αν εκείνοι είναι μεγαλύτεροι στην ηλικία ή συνομήλικοι σου ακόμη, αποκρίθηκε ο γέροντας, πιο αναπαυμένος θα είσαι, όταν σιωπήσεις. Έτσι θα νοιώθεις τον εαυτό σου μικρότερο και αμέριμνο.
- Τι να κάνω, Αββά, που με ταράσσουν συχνά οι λογισμοί; Να τους υποδείξω το άτοπον; ρώτησε πάλι ο αδελφός.
- Αν καταπονείται η ψυχή σου, υπόδειξε μια φορά το σφάλμα τους με ταπείνωση. Αν δεν σε ακούσουν, άφησε το ζήτημα στα χέρια του Θεού. Έτσι παραμερίζεις και το θέλημα σου, τον συμβούλεψε ο σοφός γέροντας.

Γεροντικό

Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

Τα οφέλη της Νηστείας

Λόγια Χάριτος ἀπὸ ἕναν Ἅγιο Πατέρα, ὥστε ὅσοι νηστεύουν νὰ συνεχίσουμε τὸν ἀγώνα τους. Ὅσοι δὲν νηστεύουν νὰ κάνουν ἀπὸ σήμερα μία ὡραία ἀρχή…

Ἀπὸ τὸ Γεροντικό: Ὁ Ἀββὰς Ἰωάννης ὁ Κολοβός, συμβουλεύοντας τοὺς νεότερους ἀδελφοὺς ν’ ἀγαπήσουν τὴ νηστεία, τοὺς ἔλεγε συχνά: 

«Ὁ καλὸς στρατηγός, ποὺ ἐπιχειρεῖ νὰ καταλάβει μία πόλη ἐχθρική, γερὰ ὀχυρωμένη, κάνει ἀποκλεισμὸ στὶς τροφὲς καὶ στὸ νερό. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀτονεῖ ἡ ἀντίσταση τοῦ ἐχθροῦ καὶ τέλος παραδίδεται. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει μὲ τὶς σαρκικὲς ὁρμές, ποὺ ἀνελέητα πολεμοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴ νεότητά του. Ἡ εὐλογημένη νηστεία καταβάλλει τὰ πάθη καὶ τοὺς δαίμονες καὶ τελικὰ τ’ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν ἀγωνιστή. 

Καὶ τὸ πανίσχυρο λιοντάρι, τοὺς ἔλεγε ἄλλη φορᾶ, συχνὰ ἀπὸ τὴ λαιμαργία του πέφτει στὴν παγίδα κι ὅλη του ἡ δύναμη κι ἡ μεγαλοπρέπεια ἐξαφανίζονται.» (Ἐννοεῖ ἐκείνους, ποὺ πέφτουν σὲ σαρκικὰ πάθη ἀπὸ τὴ πολυφαγία)

Αναδημοσίευση από: Ρωμαίικο Οδοιπορικό

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020

Τώρα ψυχράθηκε η αγάπη και ο καθένας τον πλησίον του τον σέρνει προς τα κάτω

Κάποιος αδελφός ρώτησε κάποιο Γέροντα λέγοντας· Πώς γίνεται και τώρα κάποιοι κοπιάζουν πολύ με την άσκηση, αλλά δε λαμβάνουν τη χάρη όπως οι παλιοί;. Και του λέει ο Γέροντας· Τότε υπήρχε αγάπη, και καθένας τραβούσε τον πλησίον του προς τα πάνω, ενώ τώρα ψυχράθηκε η αγάπη και ο καθένας τον πλησίον του τον σέρνει προς τα κάτω. Γι’ αυτό δε λαμβάνουμε τη χάρη. 

Από το Γεροντικόν

Αναδημοσίευση από: Αναστάσιος

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Ρώτησαν τι είναι ταπείνωση

Ρώτησαν τον αββά Ησαία τι είναι ταπείνωση, κι εκείνος είπε:


-Ταπείνωση είναι να θεωρούμε τον εαυτό μας πιο αμαρτωλό απ΄ όλους τους ανθρώπους και να εξουθενώνουμε τον εαυτό μας ότι τίποτε καλό δεν κάναμε ενώπιον του Θεού.
Και η εργασία της ταπείνωσης είναι η εξής: Να σιωπούμε, να μη ψηφίζουμε τον εαυτό μας σε καμιά περίπτωση, να μην είμαστε φιλόνικοι, να είμαστε έτοιμοι για υποταγή, με το βλέμμα χαμηλωμένο, τον θάνατο να έχουμε πρό οφθαλμών, να μην χρησιμοποιούμε το ψέμα και τον αργό λόγο.

Να μην αντιμιλούμε στον μεγαλύτερο, να μη θέλουμε να περάσει ο λόγος μας, να υπομένουμε τις περιφρονήσεις, να μισήσουμε την ανάπαυση, να βιάζουμε τον εαυτό μας σε κάθε περίπτωση, να είμαστε νηφάλιοι, να κόψουμε το θέλημά μας, να μην προκαλούμε κανέναν και να μη φθονούμε κανένα».
«Ας μη μιλάει η γλώσσα σου, αλλά η πράξη. Ο λόγος σου να΄ ναι ταπεινός περισσότερο απ΄ ό,τι η πράξη.
Μην μιλήσεις ερήμην της συνειδήσεώς σου και μη διδάξεις χωρίς ταπείνωση, για να δεχθεί η γη τον σπόρο σου».

Πηγή: Γεροντικό

Αναδημοσίευση από: Ψήγματα Ορθοδοξίας

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2020

Απ' το μικρό γεροντικό...


Για τον άγιο Μακάριο έλεγαν ,πως κάποτε, καθώς πήγαινε στην εκκλησία των κελλίων για τη συνήθη ακολουθία, βλέπει έξω απ’ το κελλί ενός αδελφού ένα μεγάλο πλήθος από δαίμονες, που ήταν μετασχηματισμένοι , άλλοι σε γυναίκες, που μιλούσαν αναίσχυντα, άλλοι σε νεαρούς με το στόμα τους όλο βρισιές, άλλοι να χορεύουν κι άλλοι να μεταλλάζουν διάφορες μορφές και σχήματα. 

Ο Γέροντας που ήταν διορατικός, εστέναξε, λέγοντας:
 - Οπωσδήποτε, ο αδελφός που μένει σε τούτο το κελλί πρέπει να ζει πολύ απρόσεχτα, για να ‘ναι μαζεμένα και να περικυκλώνουν το κελλί του, ασχημονώντας, τόσα πονηρά πνεύματα!

Όταν τελείωσε η ακολουθία , επιστρέφοντας, μπήκε στο κελί εκείνου του αδελφού και του λέγει:
- Είμαι πολύ στενοχωρημένος , αδελφέ, γιατί ζω με πολλήν αμέλεια˙ μα έχω εμπιστοσύνη σε σένα, και γνωρίζω καλά, πως αν εσύ προσευχηθείς για μένα, οπωσδήποτε ο Θεός θα με ανακουφίσει από τους πονηρούς λογισμούς.

Ο μοναχός έβαλε μετάνοια στον Γέροντα και του λέγει:
- Γέροντα, εγώ δεν είμαι άξιος να προσευχηθώ για σένα.
Μα ο Γέροντας επέμενε , παρακαλώντας τον και λέγοντάς του:
- Δεν φεύγω από ‘δω, αν δεν μου δώσεις τον λόγο σου, πως κάθε νύχτα θα κάνεις μια προσευχή για μένα.

Ο αδελφός υπάκουσε στην εντολή του Γέροντα. Κι αυτή την εντολή , βέβαια, την έδωκε ο Γέροντας, θέλοντας να δώσει στον μοναχό μια αφορμή για ν’ αρχίσει να προσεύχεται τις νύχτες. Σηκώθηκε , λοιπόν, ο μοναχός τη νύχτα κ’ έκαμε την προσευχή για τον Γέροντα. Κι όταν την τελείωσε, ένοιωσε τέτοια κατάνυξη, που συλλογίστηκε μέσα του: «δυστυχισμένη μου ψυχή! Για έναν τόσο καλό Γέροντα προσευχήθηκες , και για σένα την ίδια δεν προσεύχεσαι;». Κ’ έτσι, έκαμε και για τον εαυτό του μια μεγάλη προσευχή. Και μ’ αυτό τον τρόπο πέρασε μια βδομάδα, δηλ. κάθε βράδυ έκαμνε μια προσευχή για τον Γέροντα και μια για τον εαυτό του. Την Κυριακή, πηγαίνοντας πάλι προς την εκκλησία ο αββάς Μακάριος, ξαναβλέπει τους δαίμονες έξω απ’ το κελλί του μοναχού να στέκουν πολύ στενοχωρημένοι. Κι ο Γέροντας ικανοποιήθηκε, γνωρίζοντας πως οι δαίμονες στενοχωρήθηκαν εξαιτίας της προσευχής του αδελφού. Κι όταν, επιστρέφοντας , μπήκε χαρούμενος στο κελλί του μοναχού, του λέγει:
- Κάμε μου τη χάρη , αδελφέ, και πρόσθεσε άλλη μια προσευχή τη νύχτα για μένα.

Κι όταν ,την ερχόμενη νύχτα, έκαμε ο αδελφός τις δυό προσευχές για τον Γέροντα, πάλι ένοιωσε μεγάλο κύμα κατανύξεως μέσα του, και λέει με το νου του: « αχ, ταλαίπωρη ψυχή μου! Δεν προσθέτεις και για τον εαυτό σου άλλη μια προσευχή, που τόσον έχεις ανάγκη;» Και μ’ αυτό τον τρόπο, δηλ. με τέσσερις προσευχές κάθε νύχτα, πέρασε άλλη μια βδομάδα.

Την άλλη Κυριακή ο Γέροντας, περνώντας πάλι είδε τους δαίμονες στενοχωρημένους και σιωπηλούς , κ’ ευχαρίστησε το Θεό. Κι όταν μπήκε πάλι στο κελλί του μοναχού, τον παρακάλεσε να προσθέσει άλλη μια προσευχή για κείνον, κάθε νύχτα. Κι ο μοναχός πρόσθεσε κι άλλη μια προσευχή για τον εαυτό του, κ’ έτσι τις έκανε έξι τις προσευχές για κάθε νύχτα του.

Όταν πια την άλλη Κυριακή , ξανάρθε ο Γέροντας να ιδεί το μοναχό, οι δαίμονες θύμωσαν πολύ μαζί του κι άρχισαν να τον βρίζουν, γιατί έβλεπαν στενοχωρημένοι τη σωτηρία του μοναχού. Τότε ο αββάς Μακάριος εδόξασε το Θεό για την προκοπή του αδελφού, κι αφού τον παρακάλεσε να μην αμελεί μα να προσεύχεται χωρίς διακοπή, τον άφησε κ’ έφυγε για το κελλί του. Τότε και οι δαίμονες, βλέποντας την προθυμία και την προσοχή που έβαλε ο νέος μοναχός στην προσευχή του, με τη χάρη του Χριστού, έφυγαν εντελώς απ’ το κελλί του.

Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ, ΣΤ΄ΕΚΔΟΣΗ

Αναδημοσίευση από: Πνευματική χαρά

Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

Ας αποκτήσουμε αγάπη

Ας αποκτήσουμε αγάπη· Ας αποκτήσουμε συμπόνια για τον πλησίον, ώστε να αποφύγουμε τη φοβερή καταλαλιά και το να καταδικάζουμε κάποιον ή να τον εξουθενώνουμε. Ας βοηθούμε ο ένας τον άλλον σαν να είναι δικό μας μέλος, γιατί είμαστε μέλη του ιδίου σώματος, όπως λέει ο Απόστολος· όλοι είμαστε ένα σώμα και ο καθένας μας είναι μέλος του σώματος στο οποίο ανήκουν και οι άλλοι ως μέλη (Ρωμ. 12,5). Και όταν πάσχει ένα μέλος συμπάσχουν όλα τα άλλα.

Από το Γεροντικόν


Αναδημοσίευση από: Αναστάσιος

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

Να μην λυπήσω τον άλλον...

Κάποιος γέροντας αρρώστησε βαρειά και του κόπηκε η όρεξι. Ο υποτακτικός του για να τον ευχαριστήση, τον παρακάλεσε να του επιτρέψη να του φτιάξη μια μικρή πίττα. Μπροστά στην επιμονή του νέου, υποχώρησε ο Γέροντας και τον άφησε. Από τη βιασύνη του ο υποτακτικός έκανε λάθος κι αντί για μέλι, έρριξε στην πίττα λινέλαιο, που μεταχειρίζονται στο εργόχειρο τους.

Καθώς έβαζε λίγο στο στόμα του ο Γέροντας, κατάλαβε το λάθος του υποτακτικού, αλλά για να μη τον λυπήση, δεν είπε τίποτε. Εβίασε τον εαυτό του να φάγη, αλλ' ήταν αδύνατον. Το λινέλαιο έχει αηδιαστική γεύσι. Βλέποντάς τον ανόρεκτο ο νέος, τον εβίαζε να φάγη. Για να τον πείση, έβαλε κι αυτός λίγο στο στόμα του, λέγοντας:

— Είναι πολύ ωραία. Να, τρώγω κι εγώ.

Μα αμέσως κατάλαβε το λάθος που είχε κάνει κι έβαλε τις φωνές:

— Αλλοίμονο, σε θανάτωσα, Αββά. Και δε μου έλεγες τίποτε τόση ώρα;

— Μη στενοχωρείσαι, τέκνον μου, του είπε με καλωσύνη ο Όσιος. Αν ήθελε ο Θεός να φάγω πίττα, θα είχες βάλει μέσα μέλι.

Μοναχής Θεοδώρας Χαμπάκη

Αναδημοσίευση από: Ι. Ν. Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Φιλόθεη και φιλόυλη ψυχή

Ο Θεός, όπως λέγει η γραφή, είναι ήλιος της δικαιοσύνης, που με τις ακτίνες της καλοσύνης Του ομορφαίνει το σύμπαν. Η ψυχή πάλι, ανάλογα με την προαίρεση της, γίνεται ή κερί σαν φιλόθεη ή πηλός, σαν φιλόυλη. Όπως λοιπόν ο πηλός όταν εκτεθεί στον ήλιο, ξεραίνεται και μαλακώνει, το ίδιο κι η ψυχή. Εκείνη που είναι δοσμένη στα εγκόσμια και υλικά, όταν έλθει σ’ επαφή με τον Θεό, σκληραίνεται, σαν το Φαραώ, και χάνει κάθε ελπίδα σωτηρίας. Η φιλόθεη ψυχή όμως, όταν εκτεθεί στις φλογερές ακτίνες της θείας αγάπης, απαλύνεται, αποτυπώνει τους χαρακτήρες των Αγίων και γίνεται κατοικία Θεού. Έτσι, στη φυσική «κατ’ εικόνα» ομορφιά προσθέτει και την «καθ’ομοίωσιν».

Άγιος Μάξιμος Ομολογητής

Από το Γεροντικό

Πέμπτη 19 Απριλίου 2018

Παραίνεση των αγίων πατέρων για προκοπή στην τελειότητα


Είπε κάποιος Γέροντας: «Έχε έτοιμο το σπαθί σου για αγώνα». Και ο αδελφός απάντησε: «Το θέλω αλλά δεν μ’ αφήνουν τα πάθη». Κι ο Γέροντας πρόσθεσε: «Η αγία Γραφή λέει: Ζήτησέ με, όταν θλίβεσαι, και θα σε απαλλάξω και θα με δοξάσεις. Να επικαλείσαι λοιπόν Αυτόν και θα σε λυτρώσει από κάθε πειρασμό».

Μέγα Γεροντικόν

Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2017

Ποιοί θα σωθούν;


«…Ο Ηγούμενος κάποιου Κοινοβίου, πολύ ευλαβής και ενάρετος άνθρωπος, έκανε κάθε μέρα αυτή την προσευχή:
- Σε παρακαλώ Κύριε, μη με χωρίσεις από τα πνευματικά μου παιδιά στην άλλη ζωή, αλλά αξίωσέ μας να απολαύσομε όλοι μαζί την Ουράνια μακαριότητα.
Κάποτε όμως τον πληροφόρησε ο Θεός, με τον ακόλουθο τρόπο, πως ο καθένας ετοιμάζει μόνος, με τα έργα του, τη μελλοντική του αποκατάσταση. Πλησίαζε η εορτή ενός Αγίου, που πανηγύριζε το γειτονικό τους Μοναστήρι. Οι Αδελφοί του Μοναστηριού εκείνου προσκαλέσανε τον Αββά του Κοινοβίου και ολόκληρη την συνοδεία του να πάρουν μέρος στην πανήγυρη. Εκείνος όμως αποφάσισε να μην πάει, αποφεύγοντας έτσι τις τιμές που συνήθως του έκαναν εκεί. Την παραμονή ακριβώς, άκουσε μυστηριώδη φωνή στον ύπνο του να τον διατάζει να πάει οπωσδήποτε στο πανηγύρι, αφού στείλει νωρίτερα τους υποτακτικούς του. Ο Ηγούμενος υπάκουσε στην θεία προσταγή...
Μόλις ξημέρωσε, πρόσταξε τους μαθητές του να ξεκινήσουν παρευθύς για το γειτονικό Κοινόβιο. Στο δρόμο τους συνάντησαν πεσμένο χάμω ένα δυστυχισμένο γέρο να βογκά. Τον ρώτησαν, τι του συνέβαινε.
- Είμαι άρρωστος, τους αποκρίθηκε με κόπο, και δεν έπαψε ν’ αναστενάζει. Πήγαινα στο γιατρό με το ζώο μου, μα σαν έφτασα σε τούτο το μονοπάτι, μ’ έριξε κάτω κι’ έφυγε. Τι έγινε, κι’ εγώ δεν ξέρω. Ούτε άνθρωπος βρέθηκε να με βοηθήσει να σηκωθώ.
Τα τελευταία λόγια τα πρόφερε με πολύ παράπονο.
- Τι να σου κάνουμε γέροντα, του είπαν οι Καλόγεροι. Είμαστε κι εμείς πεζοί και βιαστικοί.
Συνέχισαν έτσι το δρόμο τους για να φτάσουν στην ώρα τους στο πανηγύρι, αφήνοντας στη μέση του δρόμου αβοήθητο το φτωχό γέρο.
Σε λίγο να κι’ ο Ηγούμενος. Είδε τον άνθρωπο σε κακή κατάσταση. Έσκυψε πάνω του με συμπόνια. Άκουσε τα βάσανά του και τον ρώτησε με καταφανή έκπληξη:
- Καλά, δεν πέρασαν από δω πριν από λίγο κάτι νέοι Καλόγεροι. Γιατί δεν τους σταμάτησες να σε βοηθήσουν; θα έπρεπε, χωρίς άλλο, να σε είδαν.
- Με είδαν και με ρώτησαν, Αββά, είπε με λύπη ο Γέρος. Μου είπαν όμως πως ήσαν πεζοί και βιαστικοί και δεν μπορούσαν να μου κάνουν τίποτε.
Ο Ηγούμενος αναστέναξε βαθιά, ντροπιασμένος από την συμπεριφορά των μαθητών του.
- Αν στηριχτείς πάνω μου, θα μπορέσεις να περπατήσεις λίγο;
- Αδύνατο να κινηθώ, Πάτερ.
- Έλα λοιπόν να σε ανεβάσω στους ώμους μου, είπε αποφασιστικά ο γέρο Ηγούμενος, κι ο Θεός θα βοηθήσει να φτάσουμε εκεί που πηγαίνεις.
- Δεν μπορείς να με κουβαλήσεις τόσο δρόμο πάνω στους ώμους σου. Μήπως είσαι κι’ εσύ νέος; Πήγαινε, Αββά, στη δουλειά σου και μη χασομεράς άδικα για μένα. Ευχήσου μόνο να μ’ ελεήσει ο Θεός.
- Δε σ’ αφήνω έτσι, σε τέτοια κατάσταση, διαμαρτυρήθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Θα σε πάω στην πόλη.
Με πολύ κόπο ανέβασε τον άρρωστο στους αδύνατους ώμους του ο γέρο Ηγούμενος. Το βάρος στην αρχή του φάνηκε ασήκωτο. Με μεγάλη δυσκολία κατόρθωσε να σέρνει τα πόδια του. Παράδοξο πράγμα! Σιγά-σιγά αλάφραινε, ώσπου σε μια στιγμή του φάνηκε πως του έφυγε από την πλάτη το φορτίο. Σήκωσε το κεφάλι να ιδεί τι συνέβαινε. Αντί του φτωχού γέρου, που είχε πάρει στους ώμους του, στεκόταν μπροστά του ένας πανέμορφος Άγγελος.
- Μ’ έστειλε ο Κύριος να σε πληροφορήσω, του είπε με τη γλυκιά φωνή του που έμοιαζε με υπερκόσμια μουσική, πως τότε μόνο θ’ αξιωθούν οι μαθητές σου να βρεθούν μαζί σου στη Βασιλεία Του, όταν ακολουθήσουν τα ίχνη σου. Διαφορετικά, άδικα κοπιάζεις και προσεύχεσαι γι’ αυτούς. Ο Θεός δίνει στον καθένα την αμοιβή των έργων του.
Ο Άγγελος με μιας χάθηκε στα ουράνια. Ο γέρο Ηγούμενος, συλλογισμένος, γύρισε πίσω στο Μοναστήρι του για ν’ αρχίσει καινούργιο αγώνα. Χρειαζόταν ακόμη κοπιαστική δουλειά για να μορφώσει χαρακτήρες».

Πηγή: Από το Γεροντικό

Αναδημοσίευση από: Ελληνισμός - Ορθοδοξία

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Ας αποκτήσουμε αγάπη


«Ας αποκτήσουμε αγάπη· Ας αποκτήσουμε συμπόνια για τον πλησίον, ώστε να αποφύγουμε τη φοβερή καταλαλιά και το να καταδικάζουμε κάποιον ή να τον εξουθενώνουμε. Ας βοηθούμε ο ένας τον άλλον σαν να είναι δικό μας μέλος, γιατί είμαστε μέλη του ιδίου σώματος, όπως λέει ο Απόστολος· όλοι είμαστε ένα σώμα και ο καθένας μας είναι μέλος του σώματος στο οποίο ανήκουν και οι άλλοι ως μέλη (Ρωμ. 12,5). Και όταν πάσχει ένα μέλος συμπάσχουν όλα τα άλλα».

Γεροντικό

Αναδημοσίευση από: Αναστάσιος

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Περί σωφροσύνης (από το Γεροντικόν)


Κάποτε διηγήθηκε ο Αββάς Αρσένιος μία ιστορία: Καθόταν ένας γέροντας στο κελί του και άκουσε μία φωνή να του λέει « έλα, να σου δείξω τα έργα των ανθρώπων». Σηκώθηκε και βγήκε έξω. Τον πήγε λοιπόν σε κάποιο τόπο και του έδειξε έναν Αιθίοπα που έκοβε ξύλα από τα οποία είχε φτιάξει ένα μεγάλο φορτίο. Προσπαθούσε στη συνέχεια να σηκώσει το φορτίο αλλά δεν μπορούσε. Αντί όμως να αφαιρέσει βάρος, έκοβε ξύλα και τα πρόσθετε στο φορτίο. Αυτό το έκανε συνέχεια. 

Προχωρώντας πιο πέρα του έδειξε άλλον άνθρωπο να στέκεται σ΄ ένα λάκκο και να βγάζει νερό, το οποίο το μετέφερνε σε μια δεξαμενή τρύπια, ώστε το νερό να ξαναγυρίζει στο λάκκο. Έλα του είπε να σου δείξω και άλλον. Τότε βλέπει ένα Ναό και δύο άνδρες πού κάθονταν πάνω στα άλογά τους και κρατούσαν ο καθένας πλαγιαστά ένα ραβδί. Ήθελαν όμως να περάσουν από τη πόρτα του Ναού αλλά δεν μπορούσαν εξ αιτίας του ραβδιού που κρατούσαν πλαγιαστά.

Από υπερηφάνεια δεν ίσιωνε κανένας το ραβδί του και γι’αυτό έμεναν και οι δύο εμπρός στη πόρτα του Ναού. Αυτοί είναι –είπε η φωνή- που κάνουν τους δίκαιους αλλά έχουν υπερηφάνεια και οι οποίοι δεν υποχωρούν ώστε να διορθώσουν τους εαυτούς τους και να ακολουθήσουν το ταπεινό δρόμο του Χριστού. 

Γι’αυτό μένουν εκτός της Βασιλείας του Θεού. Αυτός που έκοβε ξύλα είναι ο άνθρωπος που έχει πολλές αμαρτίες και αντί να μετανοήσει προσθέτει στις υπάρχουσες αμαρτίες και άλλες. Όσο για εκείνον που αντλούσε νερό, πρόκειται για τον άνθρωπο που κάνει βέβαια καλά έργα αλλά επειδή τα έργα του έχουν και πονηρία, γι’αυτό χάνει και αυτά. Πρέπει λοιπόν κάθε άνθρωπος με σωφροσύνη να πράττει κάθε έργο του ώστε να μην κοπιάζει μάταια. 

Γεροντικό

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011

Ποιοί θα σωθούν;


«…Ο Ηγούμενος κάποιου Κοινοβίου, πολύ ευλαβής και ενάρετος άνθρωπος, έκανε κάθε μέρα αυτή την προσευχή:
- Σε παρακαλώ Κύριε, μη με χωρίσεις από τα πνευματικά μου παιδιά στην άλλη ζωή, αλλά αξίωσέ μας να απολαύσομε όλοι μαζί την Ουράνια μακαριότητα.
Κάποτε όμως τον πληροφόρησε ο Θεός, με τον ακόλουθο τρόπο, πως ο καθένας ετοιμάζει μόνος, με τα έργα του, τη μελλοντική του αποκατάσταση. Πλησίαζε η εορτή ενός Αγίου, που πανηγύριζε το γειτονικό τους Μοναστήρι. Οι Αδελφοί του Μοναστηριού εκείνου προσκαλέσανε τον Αββά του Κοινοβίου και ολόκληρη την συνοδεία του να πάρουν μέρος στην πανήγυρη. Εκείνος όμως αποφάσισε να μην πάει, αποφεύγοντας έτσι τις τιμές που συνήθως του έκαναν εκεί. Την παραμονή ακριβώς, άκουσε μυστηριώδη φωνή στον ύπνο του να τον διατάζει να πάει οπωσδήποτε στο πανηγύρι, αφού στείλει νωρίτερα τους υποτακτικούς του. Ο Ηγούμενος υπάκουσε στην θεία προσταγή...
Μόλις ξημέρωσε, πρόσταξε τους μαθητές του να ξεκινήσουν παρευθύς για το γειτονικό Κοινόβιο. Στο δρόμο τους συνάντησαν πεσμένο χάμω ένα δυστυχισμένο γέρο να βογκά. Τον ρώτησαν, τι του συνέβαινε.
- Είμαι άρρωστος, τους αποκρίθηκε με κόπο, και δεν έπαψε ν’ αναστενάζει. Πήγαινα στο γιατρό με το ζώο μου, μα σαν έφτασα σε τούτο το μονοπάτι, μ’ έριξε κάτω κι’ έφυγε. Τι έγινε, κι’ εγώ δεν ξέρω. Ούτε άνθρωπος βρέθηκε να με βοηθήσει να σηκωθώ.
Τα τελευταία λόγια τα πρόφερε με πολύ παράπονο.
- Τι να σου κάνουμε γέροντα, του είπαν οι Καλόγεροι. Είμαστε κι εμείς πεζοί και βιαστικοί.
Συνέχισαν έτσι το δρόμο τους για να φτάσουν στην ώρα τους στο πανηγύρι, αφήνοντας στη μέση του δρόμου αβοήθητο το φτωχό γέρο.
Σε λίγο να κι’ ο Ηγούμενος. Είδε τον άνθρωπο σε κακή κατάσταση. Έσκυψε πάνω του με συμπόνια. Άκουσε τα βάσανά του και τον ρώτησε με καταφανή έκπληξη:
- Καλά, δεν πέρασαν από δω πριν από λίγο κάτι νέοι Καλόγεροι. Γιατί δεν τους σταμάτησες να σε βοηθήσουν; θα έπρεπε, χωρίς άλλο, να σε είδαν.
- Με είδαν και με ρώτησαν, Αββά, είπε με λύπη ο Γέρος. Μου είπαν όμως πως ήσαν πεζοί και βιαστικοί και δεν μπορούσαν να μου κάνουν τίποτε.
Ο Ηγούμενος αναστέναξε βαθιά, ντροπιασμένος από την συμπεριφορά των μαθητών του.
- Αν στηριχτείς πάνω μου, θα μπορέσεις να περπατήσεις λίγο;
- Αδύνατο να κινηθώ, Πάτερ.
- Έλα λοιπόν να σε ανεβάσω στους ώμους μου, είπε αποφασιστικά ο γέρο Ηγούμενος, κι ο Θεός θα βοηθήσει να φτάσουμε εκεί που πηγαίνεις.
- Δεν μπορείς να με κουβαλήσεις τόσο δρόμο πάνω στους ώμους σου. Μήπως είσαι κι’ εσύ νέος; Πήγαινε, Αββά, στη δουλειά σου και μη χασομεράς άδικα για μένα. Ευχήσου μόνο να μ’ ελεήσει ο Θεός.
- Δε σ’ αφήνω έτσι, σε τέτοια κατάσταση, διαμαρτυρήθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Θα σε πάω στην πόλη.
Με πολύ κόπο ανέβασε τον άρρωστο στους αδύνατους ώμους του ο γέρο Ηγούμενος. Το βάρος στην αρχή του φάνηκε ασήκωτο. Με μεγάλη δυσκολία κατόρθωσε να σέρνει τα πόδια του. Παράδοξο πράγμα! Σιγά-σιγά αλάφραινε, ώσπου σε μια στιγμή του φάνηκε πως του έφυγε από την πλάτη το φορτίο. Σήκωσε το κεφάλι να ιδεί τι συνέβαινε. Αντί του φτωχού γέρου, που είχε πάρει στους ώμους του, στεκόταν μπροστά του ένας πανέμορφος Άγγελος.
- Μ’ έστειλε ο Κύριος να σε πληροφορήσω, του είπε με τη γλυκιά φωνή του που έμοιαζε με υπερκόσμια μουσική, πως τότε μόνο θ’ αξιωθούν οι μαθητές σου να βρεθούν μαζί σου στη Βασιλεία Του, όταν ακολουθήσουν τα ίχνη σου. Διαφορετικά, άδικα κοπιάζεις και προσεύχεσαι γι’ αυτούς. Ο Θεός δίνει στον καθένα την αμοιβή των έργων του.
Ο Άγγελος με μιας χάθηκε στα ουράνια. Ο γέρο Ηγούμενος, συλλογισμένος, γύρισε πίσω στο Μοναστήρι του για ν’ αρχίσει καινούργιο αγώνα. Χρειαζόταν ακόμη κοπιαστική δουλειά για να μορφώσει χαρακτήρες».

Πηγή: Από το Γεροντικό

Αναδημοσίευση από: Ελληνισμός - Ορθοδοξία

Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010

Τρομερό θέαμα σε μεγάλο θέατρο της Αμερικής

Οι δυο αυτοί αυτάδελφοι, στο LINN της Αμερικής, όταν εργαζόντουσαν, ήταν μαζί με ένα αδελφικό τους φίλο από τη Δημητσάνα καταγόμενο Δημήτριο. Και οι τρεις αυτοί ευσεβείς νέοι και ευλαβείς χριστιανοί ,είχαν πάει στην Αμερική να εργαστούν, να βγάλουν μερικές οικονομικές υποχρεώσεις των οικείων τους και να επιστρέψουν στην πατρίδα για να ζήσουν κάπως πιο άνετη ζωή. Πλην όμως «άλλαι αι βουλαί των ανθρώπων και άλλα ό Θεός κελεύει», όπως λέγει και ή Αγία Γραφή.

Στην αμερικανική πολιτεία πού εργαζόντουσαν, μια μέρα σαν νέοι πού ήταν κι αυτοί, μετά από την καθημερινή εργασία τους θέλησαν κάπως να ψυχαγωγηθούν και απεφάσισαν να πάνε σε ένα μεγάλο θέατρο.

Το θέατρο αυτό, ήταν ένα μεγάλο κτίριο ολόκληρο τετράγωνο, έξω από την πολιτεία κτισμένο πάνω στη θάλασσα. Εκεί μέρα -νύχτα έπαιζαν διάφορα θεατρικά έργα, τα όποια διαρκούσαν όλο το 24ωρο. Ένα μεγάλο διάστημα από το όποιο, επί τέσσερες και πλέον ώρες έδειχναν μια παράσταση πολλή ζωντανή, πώς είναι ή Κόλαση με τους δαίμονες κι όλα τα κολαστήρια, και πήγαινε ό κόσμος να ιδεί όλα αυτά τα παράξενα πράγματα.

Όπως πήγαιναν, οι αγαθοί αυτοί φίλοι και θεοφοβούμενοι άνθρωποι, προς το κτίριο εκείνο, βλέπουν από μακριά, στο πάνω -πάνω μέρος του κτιρίου, πού ήταν και ή φωτεινή επιγραφή, να γυρίζουν χορεύοντας στον αέρα, γύρω - γύρω από το θέατρο, κατάμαυροι δαίμονες με κέρατα και τεράστιες ουρές, μαλλιαρά κατσικίσια πόδια και βουβαλίσια πρόσωπα. Είχαν πιασμένα χέρι το χέρι από μια κοπέλα θεόγυμνη, κι από έναν άντρα κουρελιάρη και μεθυσμένο. Από τα μάτια τους, οι δαίμονες, βγάζανε φωτιές και σε κάθε βόλτα πού κάνανε γύρω από το κτίριο, γκρέμιζαν κάτω σε μεγάλο βάραθρο πότε μια κοπέλα και πότε ένα άντρα και τη θέση τους παίρνανε άλλοι νέοι και νέες.

Το τρομερό αυτό θέαμα, πού συνέχεια γίνονταν με εναλλασσόμενα πρόσωπα, τους καθήλωσε περισσότερο από τρεις ώρες, κι. από το φόβο και την τρομάρα πού πήραν, δεν μπορούσαν να κάνουν βήμα.

Τότε σαν από λήθαργο ξύπνησαν, κι είπαν ό ένας στον άλλο: «Βρε αδελφέ, αυτό είναι το σπίτι των Δαιμόνων κι εμείς πάμε κει να διασκεδάσουμε; Για κοιτάξτε πώς γκρεμίζουν τους ανθρώπους οι Δαίμονες και καταστρέφουν τη ζωή των νέων και των νεανίδων !»
Τούτο ήταν αρκετό και στάθηκε αφορμή, οι τρεις αυτοί νέοι, να πάρουν την απόφαση και να φύγουν από την Αμερική. Συμφώνησαν δε να πάνε στο Αγιον Όρος, να γίνουν Μοναχοί για να σώσουν την ψυχή τους και με το θέλημα του Θεού να ζήσουν εκεί σαν χριστιανοί ελεύθεροι από κάθε επήρεια των ψυχοφθόρων Δαιμόνων.

Τη σκέψη τους αυτή, την έκαναν απόφαση «άμ' έπος, άμ' έργον», «το γοργόν και χάριν έχει» είπαν τα φιλοσοφικά αυτά ρητά και συμφώνησαν να αναχωρήσουν και οί τρεις το συντομότερο.
Τα δυο αδέλφια, παιδιά του Γέρο - Κακουνη από το Καστόρια της Λακωνίας, έφυγαν αμέσως από την Αμερική, και αφού με αλληλογραφία τακτοποίησαν τις υποχρεώσεις με τους συγγενείς τους, - ΠΗΓΑΝ ΚΑΤ` ευθείαν στο Αγιον Όρος και όπως είπαμε ανωτέρω, ό ένας έμεινε στη Σκήτη της Αγίας Τριάδος στα Καυσοκαλύβια με το όνομα Ιερόθεος κι ό άλλος με το όνομα Θεόδωρος έγινε ηγούμενος στην Ιερά Μονή Γρηγορίου.

Μετά από δυο χρόνια, ό Μοναχός Ιερόθεος, αφού γεύτηκε αυτός το μέλι της ησυχίας και της αρετής, σκέφτηκε πώς πρέπει να υπενθύμιση την υπόσχεση πού είχε δώσει κι ό φίλος του στην Αμερική και να τον καλέσει να έρθει κι εκείνος, για να δοκιμάσει και να μετέχει στα αγαθά και πνευματικά χαρίσματα της Μοναχικής ζωής, πού αυτός με ανέκφραστη χαρά και ευχαρίστηση γευότανε.

Έτσι κι αυτός υστέρα από λίγο άφησε την Αμερική και ήρθε στη συνοδεία του Γέροντα Διονυσίου, στην Καλύβα «Κοίμησης της Θεοτόκου» στο σπήλαιο του αγίου Ακάκιου.
Μετά τριετή δοκιμασία, έγινε κι ό Δημήτρης Μοναχός, κι έλαβε το όνομα Τιμόθεος. Ό Μοναχός Τιμόθεος έδειξε μεγάλη υπομονή στη σκληρή δοκιμασία της Καλογερικής ζωής, απεριόριστη εγκράτεια, τυφλή υπακοή και μέχρι θανάτου αυταπάρνηση. Φαγητό γευόταν τόσο λίγο, όσο χρειάζονταν για να διατηρείται στη ζωή και σχεδόν αλάδωτο.

Ύστερα από λίγα χρόνια, ό Γέροντας τους Διονύσιος, έφυγε από τα πρόσκαιρα γήινα, για να μεταβεί στα αιώνια θεία και επουράνια σκηνώματα της βασιλείας των ουρανών και κατά την αγιορείτικη Παράδοση Γέροντας έγινε ό πάτερ Ιερόθεος.

Ιερόθεος και Τιμόθεος, όπως και στον κόσμο, έτσι και στην Καλογερική, ήταν μια ψυχή σε δυο σώματα, συμφωνούσαν καθ' όλα στην πνευματική ζωή και πρόοδο, καίτοι ήταν της αυτής ηλικίας και πολλά χρόνια στην Αμερική, τους διέκρινε χριστιανική αγάπη και συνεργασία, έτσι και στην Καλογερική ζωή, ό πάτερ Τιμόθεος, μεγαλύτερος κατά τι στα χρόνια από τον πατέρα Ιερόθεο, έδειξε υπακοή και κοπή του ίδιου θελήματος, στον Γέροντα του πλέον Ιερόθεο.
Και οι δυο αυτοί τελευταίοι διάδοχοι στο ασκητήριο του αγίου Ακάκιου, παρόλο πού ήταν ολιγογράμματοι, σε λίγο διάστημα, έγιναν εγκρατείς της, εκ Παραδόσεως, Μοναχικής φιλοσοφίας. Έδειξαν αγάπη και φιλαδελφία προς όλους τους συνασκητές τους και άφησαν ίχνη πνευματικής ζωής, έγιναν φωτεινό παράδειγμα στους επιγενόμενους Μοναχούς και άφησαν πολλά πνευματικά παραγγέλματα σ' αυτούς.

Εκ διαμέτρου, κέρδισαν κι αυτοί την αγάπη και το σεβασμό, από τους συνασκητές τους και από όλους τους Μοναχούς του Αγίου Όρους, πού είχαν την τιμή να τους γνωρίσουν και να τους ζήσουν από κοντά.

Αναδημοσίεση από: Πηγή Ζωής