Το ζωντανό νερό
«Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν»
Η ανακάλυψη του βαθύτερου νοήματος της ζωής περνά μέσα από την αλήθεια της Εκκλησίας, όπως μάς την αποκαλύπτει ο ίδιος ο Κύριος. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μάς βάζει ακριβώς μπροστά από αυτή τη μεγάλη πρόκληση. Να ανοίξουμε τον εαυτό μας, να τον καταστήσουμε διάφανο για να δεχθεί τη μεγάλη αλήθεια της ζωής, η οποία είναι εκείνη που σώζει και ανεβάζει τον άνθρωπο σε πνευματικές κορυφογραμμές.
Χρονικά και εορτολογικά, βρισκόμαστε στο μέσο περίπου της πορείας μας προς την Πεντηκοστή. Είναι ίσως η πιο κατάλληλη στιγμή για να γίνουμε κοινωνοί της αποκάλυψης που ο ίδιος ο Κύριος κάνει στη συνάντηση του με τη Σαμαρείτιδα. Ότι δηλαδή ο ίδιος είναι το «ύδωρ το ζων», το «αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον». Μια αλήθεια, η οποία επιβάλλεται να αγγίξει υπαρκξιακά τον άνθρωπο και να τον ανυψώσει πνευματικά.
Χριστοειδής ανύψωση
Ο Χριστός στο πρόσωπο της γυναίκας εκείνης, της Σαμαρείτιδας – η οποία ήταν και αλλοεθνής και κουβαλούσε κοινωνικά και εθνικά στίγματα – συναντά τον κάθε άνθρωπο, τον καθένα από μας ξεχωριστά. Μάς αποκαλύπτει συγκλονιστικές αλήθειες. Δεν είναι απλά μια περίπτωση ενός Ιουδαίου που συζητά με μια Σαμαρείτιδα γυναίκα. Είναι ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρας του κόσμου που επικοινωνεί με όλους. Ακόμα και με τους πιο περιφρονημένους του κόσμου για να προσφέρει αφειδώλευτα την αγάπη και την Χάρη του. Η αλήθεια του, που είναι η ίδια η ζωή, ρέει κρυστάλλινα από την παρουσία του ως ύδωρ ζων που ξεδιψά πραγματικά τον κάθε άνθρωπο, όσο κουρασμένος, όσο ταλαιπωρημένος και αν αυτός είναι. Καταξιώνει τον καθένα μας ως «πρόσωπο», με την ιδιαίτερη αξία και πνευματική αρχοντιά του. Αγγίζει όμως πιο πολύ το σημερινό άνθρωπο που περιπλανάται από αδιέξοδο σε αδιέξοδο και βρίσκεται μονίμως αποπροσανατολισμένος, χωρίς την πυξίδα της ζωής, που είναι ο ίδιος ο Χριστός και η Εκκλησία του. Η ισχυρή βεβαιότητα που έχουμε από την ευαγγελική αλήθεια είναι ότι ο Χριστός περιμένει σε κάθε στιγμή της ζωής μας για να μας συναντήσει. Σύμφωνα με την Αποκάλυψη «ίσταται επί την θύραν και κρούει». Μας καλεί όλους και τον καθένα ξεχωριστά, προσωπικά. «Τα ίδια πρόβατα φωνεί κατ΄ όνομα» για να γίνουμε δέκτες της προσφοράς της θεϊκής του αγάπης.
Στο πηγάδι της ζωής
Ο Χριστός κάθεται στο πηγάδι του Ιακώβ και συζητεί με τη Σαμαρείτιδα, την άγνωστη, τη στιγματισμένη, την περιθωριοποιημένη και ανώνυμη μέχρι τότε εκείνη γυναίκα. Της ζητά νερό. Ο Κύριος ζητά από όλους μας κάποιες κινήσεις, ενέργειες. Ζητά την προσφορά της δικής μας αγάπης για να μπορέσουμε ν’ αποδράσουμε από το εγώ και τον ατομικισμό μας. Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα που έχουμε εγκαταλείψει άσπλαχνα τον εαυτό μας στα ασφυκτικά γρανάζια της εγωκεντρικότητας, η ανταπόκρισή μας στην πρόσκληση του Κυρίου να συναντηθούμε μαζί του και να ξεδιψάσουμε από την αλήθεια του, είναι άκρως σημαντική.
Το ύδωρ το ζων
Όπως και εμείς πολλές φορές σήμερα, έτσι και η Σαμαρείτισσα τότε, λειτούργησε στην αρχή περισσότερο νοησιαρχικά, όταν ο Χριστός της ζήτησε νερό που αντλούσε από το βαθύ πηγάδι. Το μυαλό υπέβαλλε ότι ο Ιουδαίος είναι εχθρός και σε καμιά περίπτωση δεν άξιζε της οποιασδήποτε προσφοράς. Ο Χριστός όμως θέλει να της προσφέρει το αληθινό φως της ζωής. Μέσω του διαλόγου που έχει μαζί της, δίνει τη δυνατότητα στη γυναίκα να συναισθανθεί την ψυχική της κατάσταση, την αμαρτωλότητά της. Έτσι οδηγείται στο γκρέμισμα του τείχους του εγωισμού που ήταν μέχρι τότε αδιαπέραστο. Σε σημείο μάλιστα που να βλέπει τώρα καθαρά με τα μάτια της ψυχής της. Αναγνωρίζει, λοιπόν, τις προφητικές ικανότητες του συνομιλητή της. Καταξιώνεται να γίνει δέκτης τής πιο μεγάλης αποκάλυψης: της Θεότητας του Κυρίου: «Εγώ ειμί ο λαλών σοι».
Αγαπητοί αδελφοί, ο Χριστός αυτό που μας ζητά είναι να ανοίξουμε την καρδιά μας για να δεχόμαστε την αγάπη του. Όταν την ύπαρξή μας καταυγάζει η θεία παρουσία τότε αισθανόμαστε την ανάγκη να λατρεύουμε αληθινά τον Θεό. Η αληθινή λατρεία, όπως μας διαβεβαιώνει ο Χριστός είναι η «εν Πνεύματι και αληθεία». Είναι η γεύση ότι η ύπαρξη μας ανακαινίζεται από την παρουσία της αγάπης του. Μεταβάλλεται σε Χριστοειδή, με όλη την πνευματική ακτινοβολία που μπορεί να εκπέμπει. Ας αδράξουμε λοιπόν την ευκαιρία για να καταστούμε κοινωνοί αυτής της μεγάλης θεϊκής δωρεάς. Γένοιτο.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.
*************************************************
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ: Πραξ.ΙΑ΄19-30
Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ ᾿Αντιοχείας, μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον ᾿Ιουδαίοις. ῏Ησαν δέ τινες ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι, οἵτινες εἰσελθόντες εἰς ᾿Αντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς ῾Ελληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν. καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν, πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ τὸν Κύριον. Ηκούσθη δὲ ὁ λόγος εἰς τὰ ὦτα τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν ῾Ιεροσολύμοις περὶ αὐτῶν, καὶ ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως ᾿Αντιοχείας· ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος ῾Αγίου καὶ πίστεως καὶ προσετέθη ὄχλος ἱκανὸς τῷ Κυρίῳ. ἐξῆλθε δὲ εἰς Ταρσὸν ὁ Βαρνάβας ἀναζητῆσαι Σαῦλον, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἤγαγεν αὐτὸν εἰς ᾿Αντιόχειαν. ἐγένετο δὲ αὐτοὺς ἐνιαυτὸν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν ᾿Αντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς.᾿Εν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ ῾Ιεροσολύμων προφῆται εἰς ᾿Αντιόχειαν· ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι ῎Αγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος. τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ ᾿Ιουδαίᾳ ἀδελφοῖς· ὃ καὶ ἐποίησαν ἀποστείλαντες πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους διὰ χειρὸς Βαρνάβα καὶ Σαύλου.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Εκείνοι μεν, λοιπόν, που διασκορπίστηκαν από τον διωγμό ο οποίος έγινε εξαιτίας τού Στεφάνου, πέρασαν μέχρι τη Φοινίκη και την Κύπρο και την Αντιόχεια, χωρίς να κηρύττουν σε κανέναν τον λόγο τού Θεού, παρά μονάχα στους Ιουδαίους. Ήσαν, όμως, μερικοί απ' αυτούς, άνδρες Κύπριοι και Κυρηναίοι, που όταν μπήκαν μέσα στην Αντιόχεια, μιλούσαν στους Ελληνιστές, ευαγγελιζόμενοι σ' αυτούς τον Κύριο Ιησού. Και το χέρι τού Κυρίου ήταν μαζί τους· κι ένα μεγάλο πλήθος, αφού πίστεψαν, επέστρεψαν στον Κύριο. Ακούστηκε, όμως, ο λόγος γι' αυτούς στα αυτιά τής Εκκλησίας, που ήταν στην Ιερουσαλήμ· και έστειλαν τον Βαρνάβα για να περάσει μέχρι την Αντιόχεια. Ο οποίος, όταν ήρθε, και είδε τη χάρη τού Θεού, χάρηκε, και παρακινούσε όλους να παραμένουν με σταθερότητα καρδιάς στον Κύριο· επειδή, ήταν άνδρας αγαθός και πλήρης από Πνεύμα Άγιο και πίστη. Και ένα μεγάλο πλήθος προστέθηκε στον Κύριο. Τότε, ο Βαρνάβας βγήκε έξω προς την Ταρσό για να αναζητήσει τον Σαύλο, και όταν τον βρήκε, τον έφερε στην Αντιόχεια. Και καθώς συνήλθαν στην εκκλησία έναν ολόκληρο χρόνο, δίδαξαν ένα μεγάλο πλήθος, και πρώτα στην Αντιόχεια οι μαθητές ονομάστηκαν Χριστιανοί. Και κατά τις ημέρες εκείνες προφήτες κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα στην Αντιόχεια. Και καθώς σηκώθηκε ένας απ' αυτούς, με το όνομα Άγαβος, φανέρωσε διαμέσου τού Πνεύματος ότι επρόκειτο να γίνει μεγάλη πείνα σε ολόκληρη την οικουμένη· η οποία και έγινε επί εποχής τού Καίσαρα Κλαυδίου. Γι' αυτό, οι μαθητές αποφάσισαν κάθε ένας απ' αυτούς, κατά τη δική του κατάσταση, να στείλουν βοήθεια στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία· πράγμα που έκαναν, στέλνοντάς την προς τους πρεσβύτερους, διαμέσου τού Βαρνάβα και του Σαύλου.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ: Ιωάννη Δ΄5-42
Έρχεται οὖν εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν ᾿Ιακὼβ ᾿Ιωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ· ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ ᾿Ιακώβ. ὁ οὖν ᾿Ιησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. λέγει αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· δός μοι πιεῖν. οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· πῶς σὺ ᾿Ιουδαῖος ὢν παρ' ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος; οὐ γὰρ συγχρῶνται ᾿Ιουδαῖοι Σαμαρείταις. ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ, καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτόν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν. λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν ᾿Ιακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν·ὃς δι' ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. λέγει αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· οὐκ ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν ῾Ιεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. λέγει αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν ῾Ιεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν ᾿Ιουδαίων ἐστίν. ἀλλ' ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. λέγει αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι. καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει· οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἢ τί λαλεῖς μετ' αὐτῆς; ᾿Αφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός; ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. ᾿Εν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· ραββί, φάγε. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη. καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. ᾿Εκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ' αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Έρχεται, λοιπόν, στην πόλη τής Σαμάρειας, που την έλεγαν Σιχάρ, κοντά στο χωράφι, που ο Ιακώβ έδωσε στον Ιωσήφ, τον γιο του.
Και υπήρχε εκεί μια πηγή τού Ιακώβ. Ο Ιησούς, λοιπόν, κουρασμένος καθώς ήταν από την οδοιπορία, καθόταν, έτσι όπως ήταν, στην πηγή. Η ώρα ήταν περίπου έξι. Έρχεται κάποια γυναίκα από τη Σαμάρεια για να αντλήσει νερό. Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Δος μου να πιω. Επειδή, οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη, για να αγοράσουν τροφές. Του λέει, λοιπόν, η γυναίκα η Σαμαρείτισσα: Πώς εσύ, ενώ είσαι Ιουδαίος, ζητάς να πιεις από μένα, που είμαι γυναίκα Σαμαρείτισσα; Επειδή, δεν έχουν επικοινωνία οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτες.
Ο Ιησούς αποκρίθηκε και της είπε: Αν ήξερες τη δωρεά τού Θεού, και ποιος είναι αυτός που σου λέει: Δος μου να πιω, εσύ θα ζητούσες απ' αυτόν, και θα σου έδινε το ζωντανό νερό. Η γυναίκα λέει σ' αυτόν: Κύριε, ούτε δοχείο άντλησης έχεις, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, έχεις το ζωντανό νερό; Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας, τον Ιακώβ, που μας έδωσε το πηγάδι, και ήπιε απ' αυτό αυτός, και οι γιοι του, και τα ζωντανά του;
Ο Ιησούς αποκρίθηκε και της είπε: Καθένας που πίνει από τούτο το νερό, θα διψάσει ξανά· όποιος, όμως, πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω, δεν θα διψάσει στον αιώνα· αλλά, το νερό που θα δώσω σ' αυτόν, θα γίνει μέσα του πηγή νερού, που θα αναβλύζει σε αιώνια ζωή. Η γυναίκα λέει σ' αυτόν: Κύριε, δος μου αυτό το νερό, για να μη διψάω ούτε να έρχομαι εδώ να αντλώ. Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Πήγαινε, κάλεσε τον άνδρα σου κι έλα εδώ.
Η γυναίκα απάντησε και είπε: Δεν έχω άνδρα. Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Σωστά είπες, ότι: Δεν έχω άνδρα· επειδή, πέντε άνδρες πήρες, και εκείνον που έχεις τώρα, δεν είναι άνδρας σου· αυτό που είπες είναι αλήθεια.
Η γυναίκα λέει σ' αυτόν: Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης.
Οι πατέρες μας προσκύνησαν σε τούτο το βουνό· κι εσείς λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος, όπου πρέπει να προσκυνούμε.
Ο Ιησούς τής λέει: Γυναίκα, πίστεψέ με, ότι, έρχεται ώρα, κατά την οποία ούτε σε τούτο το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήσετε τον Πατέρα.
Εσείς προσκυνάτε εκείνο που δεν ξέρετε· εμείς προσκυνούμε εκείνο που ξέρουμε· επειδή, η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους.
Όμως, έρχεται ώρα, και ήδη είναι, όταν οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με πνεύμα και με αλήθεια· επειδή, ο Πατέρας τέτοιου είδους ζητάει να είναι εκείνοι που τον προσκυνούν. Ο Θεός είναι πνεύμα· και εκείνοι που τον προσκυνούν με πνεύμα και με αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν. Η γυναίκα λέει σ' αυτόν: Ξέρω ότι έρχεται ο Μεσσίας, αυτός που λέγεται Χριστός· όταν έρθει εκείνος, θα μας τα αναγγείλει όλα. Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Εγώ είμαι, αυτός που σου μιλάει.
Κι επάνω σ' αυτό ήρθαν οι μαθητές του, και θαύμασαν ότι μιλούσε με γυναίκα· κανένας, όμως, δεν είπε: Τι ζητάς; Ή, γιατί μιλάς μαζί της;
Η γυναίκα άφησε, λοιπόν, τη στάμνα της, και πήγε στην πόλη, και λέει στους ανθρώπους:
Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο, που μου είπε όλα όσα έκανα· μήπως είναι αυτός ο Χριστός;
Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη, και έρχονταν σ' αυτόν.
Εντωμεταξύ, όμως, οι μαθητές τον παρακαλούσαν, λέγοντας: Ραββί, φάε.
Και εκείνος είπε σ' αυτούς: Εγώ έχω φαγητό να φάω, που εσείς δεν ξέρετε.
Έλεγαν, λοιπόν, οι μαθητές του αναμεταξύ τους: Μήπως του έφερε κάποιος να φάει;
Ο Ιησούς λέει σ' αυτούς: Το δικό μου φαγητό είναι να πράττω το θέλημα εκείνου που με απέστειλε, και να τελειώσω το έργο του.
Δεν λέτε εσείς ότι, τέσσερις μήνες είναι ακόμα, και έρχεται ο θερισμός; Προσέξτε, σας λέω, σηκώστε ψηλά τα μάτια σας, και δείτε τα χωράφια, ότι είναι κιόλας άσπρα για θερισμό.
Και εκείνος που θερίζει παίρνει μισθό, και μαζεύει καρπό για αιώνια ζωή, για να χαίρεται μαζί και εκείνος που σπέρνει και εκείνος που θερίζει.
Επειδή, σε τούτο αληθεύει ο λόγος, ότι: Άλλος είναι εκείνος που σπέρνει, και άλλος εκείνος που θερίζει.
Εγώ σας απέστειλα για να θερίζετε εκείνο στο οποίο εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι κοπίασαν, κι εσείς μπήκατε μέσα στον κόπο τους.
Από την πόλη εκείνη, μάλιστα, πολλοί από τους Σαμαρείτες πίστεψαν σ' αυτόν, εξαιτίας τού λόγου τής γυναίκας που έδινε μαρτυρία, ότι: Μου είπε όλα όσα έπραξα.
Καθώς, λοιπόν, ήρθαν σ' αυτόν οι Σαμαρείτες, τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους. Και έμεινε εκεί δύο ημέρες.
Και πολύ περισσότεροι πίστεψαν εξαιτίας τού λόγου του·
και έλεγαν στη γυναίκα, ότι: Δεν πιστεύουμε πλέον εξαιτίας τού λόγου σου· επειδή, εμείς ακούσαμε, και γνωρίζουμε ότι αυτός είναι αληθινά ο Σωτήρας τού κόσμου, ο Χριστός.
Επιμέλεια: Παναγιώτης Παπακυριακού, Θεολόγος
Αναδημοσίευση από: Εκκλησία της Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου