Πρωτότυπο κείμενο
11 Ο τε γαρ αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός πάντες˙ δι’ ην αιτίαν ουκ επαισχύνεται αδελφούς αυτούς καλείν, 12 λέγων˙ απαγγελώ το όνομά σου τοις αδελφοίς μου, εν μέσω εκκλησίας υμνήσω σε˙ 13 και πάλιν˙ εγώ έσομαι πεποιθώς επ’ αυτώ˙ και πάλιν˙ ιδού εγώ και τα παιδία ά μοι έδωκεν ο Θεός. 14 επεί ουν τα παιδία κεκοινώνηκε σαρκός και αίματος, και αυτός παραπλησίως μετέσχεν των αυτών, ίνα διά του θανάτου καταργήσει τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτ’ έστι τον διάβολον, 15 και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου διά παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας. 16 ου γαρ δήπου αγγέλων επιλαμβάνεται, αλλά σπέρματος Αβραάμ επιλαμβάνεται. 17 όθεν ώφειλε κατά πάντα τοις αδελφοίς ομοιωθήναι, ίνα ελεήμων γένηται και πιστός αρχιερεύς τα προς τον Θεόν, εις το ιλάσκεσθαι τας αμαρτίας του λαού. 18 εν ώ γαρ πέπονθεν αυτός πειρασθείς, δύναται τοις πειραζομένοις βοηθήσαι.
Νεοελληνική Απόδοση
Γιατί όλοι έχουν τον ίδιο πατέρα: Και αυτός που εξαγνίζει και αυτοί που εξαγνίζονται. Γι’ αυτό και δεν ντρέπεται να τους ονομάζει αδέλφια. Όπως λέει η Γραφή: Θα διαλαλήσω στ’ αδέλφια μου το μεγαλείο σου, θα σε εξυμνήσω μέσα στη συνάθροιση. Και αλλού: Θα εμπιστευτώ τον εαυτό μου σε αυτόν. Και συνεχίζει: Να, εγώ και τα παιδιά που μου ‘δωσε ο Θεός. Επειδή λοιπόν «τα παιδιά» αυτά ήταν άνθρωποι, έγινε κι ο Ιησούς άνθρωπος, για να καταργήσει με τον θάνατόν του αυτόν που εξουσίαζε τον θάνατο, δηλαδή τον διάβολο, και μ’ αυτόν τον τρόπο να απελευθερώσει όσους ο φόβος του θανάτου τους είχε καταδικάσει να είναι δούλοι σ’ όλη τους τη ζωή. Είναι φανερό ότι δεν έρχεται να βοηθήσει αγγέλους, αλλά τους απογόνους του Αβραάμ. Έπρεπε λοιπόν να γίνει σ’ όλα όμοιος με τ’ αδέλφια του, ώστε να γίνει σπλαχνικός και πιστός αρχιερέας στην υπηρεσία του Θεού, για τη συγχώρηση των αμαρτιών του λαού. Έτσι, επειδή ο ίδιος υπέφερε και δοκιμάστηκε, μπορεί τώρα να βοηθήσει αυτούς που δοκιμάζονται.
Σχολιασμός
«Το απ’ αιώνος μυστήριον, ανακαλύπτεται σήμερον, και ο Υιός του Θεού, Υιός ανθρώπου γίνεται, ίνα του χείρονος μεταλαβών, μεταδώ μοι του βελτίονος. Εψεύσθη πάλαι Αδάμ, και Θεός επιθυμήσας ού γέγονεν· άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται...» (Δοξαστικό αίνων 25ης Μαρτίου).
«Και αυτός που εξαγνίζει και αυτοί που εξαγνίζονται έχουν τον ίδιο Πατέρα». Ο Υιός και Λόγος του Θεού, ως « ο εκ του Πατρός γεννηθείς προ πάντων των αιώνων» (βλ. Σύμβολον της Πίστεως), είναι Υιός γνήσιος και μονογενής, προέρχεται από την ουσία του Πατέρα και είναι Θεός αληθινός. Εμείς οι άνθρωποι ως κτίσματα, είμαστε παιδιά του Θεού κατά χάριν και υιοθεσίαν. Εντούτοις, ο Υιός του Θεού δεν ντρέπεται να μας αποκαλεί αδέλφια Του, εξαιτίας της χωρίς όρια ταπεινοφροσύνης, φιλοστοργίας και φιλανθρωπίας Του.
Στη συνέχεια ο Απόστολος των Εθνών διασαφηνίζει πως η σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού δεν ήταν ούτε φανταστική ούτε εικονική, αλλά απόλυτα πραγματική: «επεί ουν τα παιδία κεκοινώνηκε σαρκός και αίματος, και αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών». Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στο βιβλίο «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως», σχολιάζει: «(Ο Θεός Λόγος) ως τέλειος Θεός κατά φύση έγινε ο ίδιος τέλειος άνθρωπος κατά φύση, αφού δεν δέκτηκε καμιά τροπή στη φύση της θεότητος ούτε έκανε φάντασμα την οικονομία της σωτηρίας, αλλά ενώθηκε καθ’ υπόσταση ασύγχυτα και αναλλοίωτα και αδιαίρετα με τη σάρκα, που πήρε από την αγία Παρθένο» [Κεφάλαιο Γ΄ 2 (46) ]. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο σαρκωθείς Ιησούς Χριστός μπορεί και καταργεί δια του θανάτου και της Αναστάσεώς Του την εξουσία του διαβόλου, που κατατυραννούσε τον άνθρωπο. Με το όπλο δηλαδή που για αιώνες ο διάβολος φόβιζε την οικουμένη, το θάνατο, ο Ιησούς Χριστός απελευθερώνει το ανθρώπινο γένος και χαρίζει σ’ αυτό την όντως ζωή.
Στο στίχο 16 ο Απόστολος Παύλος επεξηγεί γιατί ο Υιός του Θεού «κεκοινώνηκε σαρκός και αίματος»: επειδή «ούκ αγγέλων επιλαμβάνεται, αλλά σπέρματος Αβραάμ επιλαμβάνεται». Το ρήμα «επιλαμβάνεται» αποδεικνύει την άνευ ορίων αγάπη και ενδιαφέρον του Θεού για την ανθρώπινη φύση: την καταδίωξε, τη συνέλαβε, την φόρεσε αληθινά, αν και αυτή δια της αμαρτίας έφευγε πολύ μακριά Του. Πραγματικά! Αυτό δεν το χάρισε στους αγγέλους, αλλά με την Ανάσταση και την Ανάληψή Του, η σάρκα που είναι απ’ την ανθρώπινη φύση προσκυνείται από αγγέλους και αρχαγγέλους.
«Έπρεπε λοιπόν να γίνει σε όλα όμοιος με τα αδέλφια του». Αυτός που είναι «ο τη ουσία αναφής», αυτός που «στερέωσε τους ουρανούς πάλαι κατ’ αρχάς», αυτός που έχει «δρακί την πάσαν κτίσιν» (πρβ. Δοξαστικό Θ΄ Μ. Ώρας Χριστουγέννων), φρόντισε να γίνει σε όλα αδελφός μας: κυοφορήθηκε, γεννήθηκε, τράφηκε, μεγάλωσε, έπαθε, πέθανε, τάφηκε. Έγινε έτσι αληθινός αρχιερέας για μας προς τον Πατέρα, δυνατός να προσφέρει θυσία το ίδιό Του το Σώμα και το Αίμα, καθαρίζοντας και απαλλάσοντάς μας από τα αμαρτήματά μας.
Το αποστολικό ανάγνωσμα τελειώνει με τη διαβεβαίωση πως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μπορεί τώρα να βοηθά όσους δοκιμάζονται, μιας και ο Ίδιος υπέφερε και δοκιμάστηκε. Έπαθε λοιπόν ο Κύριος ότι και εμείς παθαίνουμε, γεύτηκε τον ανθρώπινο πόνο στο ακρώτατό του σημείο· κατ’ αυτό τον τρόπο γνωρίζει και ως άνθρωπος τι είναι η θλίψη, τι είναι οι πειρασμοί στη ζωή. Επομένως, γνωρίζει να συμπάσχει με μας, έχοντας πάντοτε τεταμένη «χείρα βοηθείας» προς τον άνθρωπο.
Σήμερα, που όπως προαναφέραμε η Εκκλησία μας εορτάζει το κοσμοσωτήριο γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, γίνεται η φανέρωση «του απ’ αιώνος μυστηρίου» και τελεσιουργείται «της σωτηρίας ημών το Κεφάλαιον» (πρβ. Απολυτίκιο Ευαγγελισμού). Ο Υιός και Λόγος του Θεού γίνεται κοινωνός «σαρκός και αίματος», παίρνει από την αγία Παρθένο Μαρία την ανθρώπινη φύση, την ανακαινίζει και την επαναφέρει στο πρωτόκτιστο κάλλος, την ανεβάζει σε θεϊκό και ουράνιο ύψος. Ο Μέγας Βασίλειος, στην ευχή του Επινίκιου Ύμνου στη Θεία Λειτουργία, αναφέρει χαρακτηριστικά: «( Ο Υιός), εκ Παρθένου αγίας σαρκωθείς εκένωσεν εαυτόν, μορφήν δούλου λαβών, σύμμορφος γενόμενος τω σώματι της ταπεινώσεως ημών, ίνα ημάς συμμόρφους ποιήση της εικόνος της δόξης αυτού».
Μεγάλο λοιπόν και σπουδαίο το νόημα της σημερινής εορτής! Και ασφαλώς, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η Αειπάρθενος Μαρία, η οποία έκλινε ταπεινά τον αυχένα στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας λέγοντας: «Ιδού η δούλη Κυρίου» (Λουκ. 1, 38). Ας φωνάξουμε λοιπόν προς τη Θεοτόκο κι εμείς, μαζί με τον πρωτοστάτη Άγγελο:
«Χαίρε, του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησις· χαίρε, των δακρύων της Εύας η λύτρωσις.
Χαίρε, αστήρ εμφαίνων τον Ήλιον· χαίρε, γαστήρ ενθέου σαρκώσεως.
Χαίρε, δι’ ης νεουργείται η κτίσις· χαίρε δι’ ης βρεφουργείται ο Κτίστης.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε!» (Ακάθιστος Ύμνος).
Διακόνου Ανδρέα Παπαμιχαήλ, θεολόγου
Αναδημοσίευση από: Ιερά Μητρόπολις Κωνσταντίας - Αμμοχώστου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου