Πρωτότυπο Κείμενο
Δόξα δε και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν, Ιουδαίω τε και πρώτον και Έλληνι∙ ου γαρ εστι προσωποληψία παρά τω Θεώ. Όσοι γαρ ανόμως ήμαρτον, ανόμως και απολούνται∙ και όσοι εν νόμω ήμαρτον, διά νόμου κριθήσονται. Ου γαρ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά τω Θεώ, αλλ’ οι ποιηταί του νόμου διακαιωθήσονται. Όταν γαρ έθνη τα μη νόμον έχοντα φύσει τα του νόμου ποιή, ούτοι νόμον μή έχοντες εαυτοίς είσι νόμος, οίτινες ενδείκνυται το έργον του νόμου γραπτόν εν ταις καρδίαις αυτών, συμμαρτυρούσης αυτών της συνειδήσεως και μεταξύ αλλήλων των λογισμών κατηγορούντων ή και απολογουμένων, εν ημέρα ότε κρινεί ο Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων κατά το ευαγγέλιόν μου διά Ιησού Χριστού.
Απόδοση
Δόξα, τιμή και ειρήνη προσμένουν όποιον κάνει το καλό, πρώτα τον Ιουδαίο αλλά και τον εθνικό∙ γιατί ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις. Έτσι λοιπόν, όσοι αμάρτησαν χωρίς να ξέρουν το νόμο του Θεού θα καταδικαστούν όχι με κριτήριο το νόμο. Κι από την άλλη, όσοι αμάρτησαν γνωρίζοντας το νόμο θα δικαστούν με κριτήριο το νόμο. Γιατί στο θεϊκό δικαστήριο δε δικαιώνονται όσοι άκουσαν απλώς το νόμο αλλά μόνο όσοι τήρησαν το νόμο. Όσο για τα άλλα έθνη, που δε γνωρίζουν το νόμο, πολλές φορές κάνουν από μόνοι τους αυτό που απαιτεί ο νόμος. Αυτό δείχνει πως, αν και δεν τους δόθηκε ο νόμος, μέσα τους υπάρχει νόμος. Η διαγωγή τους φανερώνει πως οι εντολές του νόμου είναι γραμμένες στις καρδιές τους∙ και σ’ αυτό συμφωνεί και η συνείδησή τους, που η φωνή της τους τύπτει ή τους επαινεί, ανάλογα με τη διαγωγή τους. Όλα αυτά θα γίνουν την ημέρα που ο Θεός θα κρίνει δια του Ιησού Χριστού τις κρυφές σκέψεις των ανθρώπων, όπως λέει το ευαγγέλιό μου.
Σχολιασμός
Σοβαρό και ενδιαφέρον το θέμα, το οποίο προβάλλεται μέσα από την παραπάνω αποστολική περικοπή. Είναι ενδιαφέρον γιατί τοποθετεί το ζήτημα της κρίσεως του Θεού στις σωστές βάσεις και διαστάσεις του, αντίθετα από την τάση που έχουμε πολλές φορές να θέτουμε εμείς οι ίδιοι ως τις προϋποθέσεις, με τις οποίες πρέπει να κρίνει ο Θεός τον κόσμο και τους ανθρώπους.
Φαίνεται πως η τάση αυτή δεν είναι φαινόμενο μόνο των δικών μας ημερών, γιατί ο απόστολος εισάγει το ζήτημα αυτό με τη σοβαρή προειδοποίηση: «Διό αναπολόγητος ει, ω άνθρωπε, πας ο κρίνων∙ εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις∙ το γαρ αυτά πράσσεις ο κρίνων» (Ρωμ. 2,1). Ο άνθρωπος δεν πρέπει να λαμβάνει τη θέση του κριτή των άλλων ανθρώπων. Πρέπει να έχουμε πάντοτε κατά νουν την αλήθεια που μας αποκαλύπτει η Αγία Γραφή και την οποία διατυπώνει ο απ. Παύλος, ότι ο Θεός θα κρίνει και θα «αποδώσει εκάστω κατά το έργον αυτού» (Ρωμ. 2,6). Έτσι, σε όσους εργάζονται με υπομονή και καρτερία το αγαθόν, ο Θεός θα δώσει και αιώνια ζωή. Όσοι όμως αντιστρατεύονται το Θεό και αντιστέκονται στην αλήθεια ή και υπηρετούν την αδικία θα αντιμετωπίσουν το θυμό και την οργή του Θεού.
Ο απ. Παύλος, με αυτές τις προϋποθέσεις περιγράφει την κατάσταση που θα βρεθούν όσοι εργάζονται το κακόν και όσοι εργάζονται το αγαθόν. Αυτοί που πράττουν το κακό τους αναμένει θλίψη και στενοχωρία, αντίθετα με αυτούς που πράττουν το αγαθό, τους οποίους αναμένει κατά την ημέρα της κρίσεως δόξα και τιμή και ειρήνη. Είναι τα δώρα του Θεού ανεξάρτητα από την καταγωγή των ανθρώπων.
Κατά την εποχή που ο απ. Παύλος αναπτύσσει τον προβληματισμό για το θέμα της καταγωγής έχουμε κάποια δεδομένα. Το πρώτο είναι η αποκάλυψη του Θεού. Ότι δηλαδή ο Θεός κάποια μέρα θα κρίνει τον κόσμο. Το δεύτερο δεδομένο είναι η διάκριση των ανθρώπων σε Ιουδαίους και Έλληνες δηλ. Εθνικούς. Το τρίτο είναι το γεγονός ότι οι μεν Ιουδαίοι είχαν το Νόμο, τον οποίο έλαβαν από το Θεό, ενώ οι Εθνικοί δεν είχαν νόμο δοσμένο από το Θεό. Κατά την άποψη των Ιουδαίων, επειδή αυτοί είχαν τον από Θεού νόμο, βρίσκονταν σε προνομιακή θέση.
Ο απόστολος σε όλους τους πιο πάνω προβληματισμούς δίνει απαντήσεις. Ναι, ο Θεός θα κρίνει τον κόσμο, τον κάθε άνθρωπο σύμφωνα με τα έργα του και εδώ ξεκαθαρίζει και το θέμα με τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς δηλαδή ότι οι μεν πρώτοι, επειδή έχουν το Νόμο δεν σημαίνει ότι είναι προνομιούχοι έναντι εκείνων που δεν είχαν λάβει το Νόμο. «Ου γαρ εστι προσωποληψία παρά τω Θεώ», τονίζει ο απ. Παύλος (Ρωμ. 2,11). Η κρίση των ανθρώπων από το Θεό δεν ήταν και δεν θα είναι μονομερής. Οι Ιουδαίοι που είχαν το Νόμο θα κριθούν βάσει του Νόμου κατά πόσο τήρησαν τις διατάξεις και το θέλημα του Θεού που μεταφέρεται μέσα από το Νόμο. Αντίθετα, οι Εθνικοί που δεν είχαν το Νόμο θα κριθούν βάσει της δικαιοκρισίας του Θεού.
Επίσης ο απόστολος τονίζει ότι εκείνο που κρίνει ο Θεός είναι οι πράξεις των ανθρώπων. Δεν είναι όσοι ακούνε απλώς το Νόμο του Θεού που θα δικαιωθούν αλλά όσοι εφάρμοσαν το Νόμο. Ο απόστολος Παύλος θέλει να ξεκαθαρίσει και την έσχατη των περιπτώσεων, κατά την οποία η τήρηση του νόμου θα αποτελούσε κριτήριο σωτηρίας κατά την ημέρα της κρίσης. Τι θα γινόταν με τους Εθνικούς; Δε θα σωθούν; Τα Έθνη έχουν ένα άλλο νόμο ο οποίος είναι και αυτός δοσμένος από το Θεό. Είναι ο νόμος της συνειδήσεως. Όλοι οι άνθρωποι βάσει αυτού του νόμου γνωρίζουν ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό.
Εκείνο που θέλει να κάνει ξεκάθαρο ο απ. Παύλος είναι ότι η κρίση των ανθρώπων θα γίνει «δια του Ιησού Χριστού», δεν είναι προνομιούχοι αυτοί που έχουν το Νόμο, ούτε εμείς γιατί έχουμε το Ευαγγέλιο σε αντίθεση με αυτούς που δεν το έχουν, ούτε γιατί έχουμε την ορθόδοξη πίστη σε αντίθεση με αυτούς που δεν την έχουν. Η δική μας κρίση από τον Ιησού θα είναι και αυστηρότερη αφού «ο γνους το θέλημα του κυρίου εαυτού και μη ετοιμάσας, μηδέ ποιήσας προς το θέλημα αυτού, δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. 12,47).
Της Ηλιάνας Κάουρα, θεολόγου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου