Μαθητές του Χριστού
«αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ»
Η κλήση των πρώτων μαθητών από το μεγάλο διδάσκαλο Χριστό, είναι το θέμα που ξεδιπλώνει μπροστά μας η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Στο βάθος της διήγησης του Ευαγγελίου μπορεί κάποιος ν’ αποκρυπτογραφήσει μεγάλες αλήθειες. Ο Λόγος του Θεού είναι εκείνος που καλεί πρώτα όλους τους ανθρώπους από την ανυπαρξία στη ζωή. Γι’ αυτό και στην ευχαριστιακή σύναξη ομολογούμε: «Συ εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγες».
Ο άνθρωπος όμως καλείται από τον Χριστό, όχι να περιοριστεί να παραμείνει στο «είναι», δηλαδή απλώς να υπάρχει, αλλά ν’ ατενίσει τις κορυφογραμμές του «εύ είναι» και να πορευθεί προς αυτό. Να γίνει μέτοχος και κοινωνός της θείας ζωής, να φθάσει στη θέωση, να υποστεί την καλή αλλοίωση, σύμφωνα με την πατερική γραμματεία. Μας προσκαλεί να γίνουμε κοινωνοί της θεανθρώπινης ζωής της Εκκλησίας, διά μέσου των θεμελίων της, που είναι οι άγιοι Απόστολοι, οι μαθητές που προσκάλεσε ο ίδιος τότε για να τον ακολουθήσουν.
Σε μια πολύ ζωηρή εικόνα, ο Λουκάς εμφανίζει τον Χριστό να διδάσκει στο πλήθος πριν να καλέσει τους πρώτους τέσσερεις μαθητές του. Την επικοινωνία που απορρέει από τη θεϊκή αγάπη χαρακτηρίζει η αυθεντικότητα. Κοιτούσε πάντοτε τους ανθρώπους πρόσωπο προς πρόσωπο. Στη διάσταση εκείνη που η κοινωνία αγάπης αναδεικνύεται το κυρίαρχο στοιχείο της Βασιλείας του και της καταξίωσης του ανθρώπου στους πιο ψηλούς αναβαθμούς πνευματικότητας. Εκεί στην ακρογιαλιά της Γεννησαρέτ που ήταν κατάμεστη από κόσμο, επέλεξε ένα από τα δύο πλοιάρια των μετέπειτα μαθητών του για να διδάσκει το πλήθος. Ακριβώς, μέσα από την ταπείνωση παρατηρούμε πώς αναδύεται η θεϊκή μεγαλοπρέπεια.
Η ευλογημένη πρόσκληση
Τη διδαχή του πλήθους διαδέχεται το σκηνικό της ευλογημένης πρόσκλησης που απευθύνει ο Κύριος προς τους μαθητές του. Οι συνθήκες μπορεί να μην ήταν και τόσο ευνοϊκές, αφού εκτός από το ακατάλληλο της ώρας, η κοπιώδης εργασία που προηγήθηκε από τους μαθητές ολόκληρη τη νύχτα συνοδευόταν και από την απογοήτευση της δυστοκίας που χαρακτήριζε την προσπάθεια τους. Ωστόσο, η μεγάλη πρόσκληση μπορεί να καρποφορήσει και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, κάτι που επιβεβαιώνουν τα ίδια τα γεγονότα.
Παρακαλεί το Σίμωνα ο Κύριος: «επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών προς άγραν». Ο άνθρωπος μπορεί να ερμηνεύει επιφανειακά και με το δικό του τρόπο πράγματα και γεγονότα, να απογοητεύεται και να απελπίζεται. Ωστόσο, η αγάπη του Θεού αποφέρει την πιο ευλογημένη καρποφορία ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες περιστάσεις και τις πιο αρνητικές καταστάσεις της ζωής, όπως είναι και οι εφιαλτικές στιγμές που προκαλεί η οικονομική κρίση σήμερα. Αρκεί ο άνθρωπος να αφήσει την καρδιά του να γίνει δεκτική της θεϊκής αγάπης και παρουσίας, να δεχθεί το θείο φωτισμό.
Η ανταπόκριση ακριβώς του Πέτρου, παρά την όποια απογοήτευσή του που εκφράζεται με το «δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν», δείχνει το δρόμο της πορείας του κάθε ανθρώπου που ενδείκνυται ν’ ακολουθεί προκειμένου ν’ ανήκει στους μαθητές του Χριστού. Θυσίασε τους όποιους εγωισμούς και παρέκαμψε πρόσκαιρες βολικότητες, προφάσεις και φτηνές δικαιολογίες. Η αγάπη του Χριστού ήταν ότι πιο πολύτιμο, χάρη της οποίας άξιζε να θυσιάσει τα πάντα. Η υπακοή στο θέλημα του Χριστού συνιστά την πιο ασφαλή πορεία στη ζωή: «επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον».
Αγαπητοί αδελφοί, ο Πέτρος εισερχόμενος πλέον στο χώρο της θαυματουργίας του Κυρίου βιώνει το μεγαλείο της ολοκληρωμένης αγάπης. Ο άνθρωπος που δέχεται στην καρδιά του την αγάπη του Χριστού ανυψώνεται στο «αρχαίο κάλλος της εικόνας του Θεού». Σ’ αυτήν ακριβώς τη μεταμορφωτική και ανυψωτική δυναμική, όπως ο Πέτρος μεταποιείται από απλό ψαρά σε «αλιέα ανθρώπινων ψυχών», έτσι και ο κάθε ένας από εμάς μπορεί να ακολουθήσει το δικό του παράδειγμα. Η ακολουθία όμως του Χριστού προϋποθέτει την απάρνηση όλων εκείνων των ψεύτικων στηριγμάτων, τα οποία αφήνουν τον άνθρωπο να κλυδωνίζεται στα κύματα κρίσεων και τη μίμηση του παραδείγματος των αποστόλων, οι οποίοι «αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ».
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.
********************************************************
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Προς Κορινθίους Α΄: ιστ΄ 13-24
Ἀδελφοί, γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε. Πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω. Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς· ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ κοπιῶντι. Χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φουρτουνάτου καὶ Ἀχαϊκοῦ, ὅτι τὸ ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν· ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν. Ἐπιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους.
Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας. ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ. Ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. Ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ. Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου.
Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα. Μαρὰν ἀθᾶ.
Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν.
Ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· Ἀμήν.
Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Ἀδελφοί, ἀγρυπνεῖτε, στέκεσθε σταθεροὶ εἰς τὴν πίστιν, νὰ εἶσθε θαρραλέοι καὶ δυνατοί. Ὅ,τι κάνετε, νὰ γίνεται μὲ ἀγάπην.
Τώρα σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί: ξέρετε ὅτι ἡ οἰκογένεια τοῦ Στεφανᾶ ἦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ τῆς Ἀχαΐας καὶ ἔταξαν τοὺς ἑαυτούς των εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῶν ἁγίων. Νὰ ὑποτάσσεσθε καὶ σεῖς εἰς τοὺς τοιούτους καὶ εἰς τὸν καθένα ποὺ συνεργάζεται καὶ κοπιάζει. Χαίρω διὰ τὸν ἐρχομὸν τοῦ Στεφανᾶ, τοῦ Φουρτουνάτου καὶ τοῦ Ἀχαϊκοῦ, διότι αὐτοὶ ἀνεπλήρωσαν τὴν ἀπουσίαν σας· καθησύχασαν τὸ δικό μου πνεῦμα καὶ τὸ δικό σας. Ν’ ἀναγνωρίζετε τοὺς τοιούτους.
Σᾶς χαιρετοῦν αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας. Σᾶς στέλνουν πολλοὺς χαιρετισμοὺς ἐν Κυρίῳ ὁ Ἀκύλλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα μαζὶ μὲ τὴν ἐκκλησία τοῦ σπιτιοῦ των. Σᾶς χαιρετοῦν ὅλοι οἱ ἀδελφοί. Χαιρετῆστε ἀλλήλους μὲ ἅγιον φίλημα. Ὁ χαιρετισμὸς γράφεται μὲ τὸ χέρι ἐμοῦ τοῦ Παύλου.
Ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἂς εἶναι ἀνάθεμα. Μαρὰν ἀθά. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι μαζί σας.
Ἡ ἀγάπη μου εἶναι μαζί μὲ ὅλους σας ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Ἀμήν.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Κατά Λουκάν: ε΄ 1-11
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους.
Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά.
Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν.
Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό ἐκείνο, καθώς στεκόταν ὁ Ἰησοῦς κοντὰ εἰς τὴν λίμνην τῆς Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοιάρια κοντὰ εἰς τὴν λίμνην, ἀλλ’ οἱ ψαράδες εἶχαν βγῆ καὶ ἔπλεναν τὰ δίχτυα. Ἐμπῆκε εἰς ἕνα ἀπὸ τὰ πλοιάρια τὸ ὁποῖον ἀνῆκε εἰς τὸν Σίμωνα καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ ἀπομακρυνθῇ λίγο ἀπὸ τὴν ξηράν. Τότε ἐκάθησε καὶ ἐδίδασκε τὰ πλήθη ἀπὸ τὸ πλοιάριον.
Μόλις ἔπαυσε νὰ μιλῇ, εἶπε εἰς τὸν Σίμωνα, «Πήγαινε εἰς τὰ βαθειὰ καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα σας για ψάρεμα». Καὶ ὁ Σίμων ἀπεκρίθη, «Διδάσκαλε, ὅλην τὴν νύχτα ἐκοπιάσαμε χωρὶς νὰ πιάσωμε τίποτε. Ἀλλ’ ἐπειδὴ σὺ τὸ λές, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ». Ὅταν τὸ ἔκαναν, ἔπιασαν πολλὰ ψάρια, καὶ τὸ δίχτυ τους ἄρχισε νὰ σχίζεται. Καὶ ἔκαναν νεύματα εἰς τοὺς συντρόφους των ποὺ ἦσαν εἰς τὸ ἄλλο πλοιάριον, νὰ ἔλθουν νὰ τοὺς βοηθήσουν· καὶ ἦλθαν καὶ ἐγέμισαν καὶ τὰ δύο πλοιάρια, ὥστε νὰ κινδυνεύουν νὰ βυθισθοῦν. Ὅταν ὁ Σίμων Πέτρος εἶδε τί ἔγινε, ἔπεσε εἰς τὰ γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπε, «Φύγε ἀπ’ ἐδῶ, Κύριε, διότι εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός». Αὐτὸ τὸ εἶπε διότι ἐξεπλάγη καὶ αὐτὸς καὶ ὅλοι ὅσοι ἦσαν μαζί του μὲ τὰ ψάρια ποὺ ἔπιασαν, ἐπίσης καὶ ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, οἱ ὁποῖοι ἦσαν συνεταῖροι τοῦ Σίμωνος. Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν Σίμωνα, «Μὴ φοβᾶσαι· ἀπὸ τώρα καὶ εἰς τὸ ἑξῆς θὰ πιάνῃς ἀνθρώπους».
Καὶ ὅταν ἔφεραν τὰ πλοιάρια εἰς τὴν ξηράν, τὰ ἄφησαν ὅλα καὶ τὸν ἀκολούθησαν.
Αναδημοσίευση από: Εκκλησία της Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου