Η αήττητη δύναμη
«Ο λόγος γάρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι»
Ο Σταυρός είναι η δύναμη που καταξιώνει τον άνθρωπο να εισέρχεται στο χώρο θεϊκής παρουσίας και ν’ αναδεικνύεται αιώνια ύπαρξη, με την κατάργηση της φθοράς και του θανάτου. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο απόστολος Παύλος προβάλλει το Σταυρό ως την ανεπανάληπτη ενέργεια του Θεού εν Χριστώ για την αποκατάσταση του ανθρώπου στην κοινωνία της αγάπης του.
Με τον Σταυρό ο Χριστός αποκαλύπτει στον κόσμο το μυστήριο της αγάπης του Θεού, ως τον κατ’ εξοχήν τρόπο καταξίωσης και ανάδειξής του σε τροχιές ουράνιας και αιώνιας εμβέλειας. Μάλιστα, η πατερική σκέψη μάς πληροφορεί ότι το μυστήριο του Σταυρού άρχισε «αϊδίως», δηλαδή προαιωνίως. Και αυτό, γιατί η φανέρωση της αγάπης του Θεού εν Χριστώ αποκαλύπτεται πάντοτε σταυρωμένη και θυσιαζόμενη.
Βέβαια, ο εγωκεντρικός άνθρωπος που αφήνει τον εαυτό του να βυθίζεται στην αμαρτία, δεν είναι σε θέση να κατανοήσει και να δεχθεί στη ζωή και την ύπαρξή του ότι η θυσιαζόμενη αγάπη είναι η κατ’ εξοχήν δύναμη που ακυρώνει τον θάνατο. Εδώ εστιάζεται και η υπέρβαση που συνιστά η δύναμη του Σταυρού, αφού ο θάνατος αποτελεί το επιστέγασμα της βιολογικής αναγκαιότητας ως κατάσταση που προέκυψε μετά από την πτώση, δηλαδή την άρνηση του ανθρώπου να δεχθεί στη ζωή του την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος όμως που βιώνει ως πράξη ζωής το θυσιαστικό στοιχείο της αγάπης, όπως απορρέει από την πραγματικότητα του Σταυρού, μπορεί ν’ αντικρίζει το μεγάλο αυτό σύμβολο ως τη δύναμη που τον σώζει από τον θάνατο.
Ζωή και Ανάσταση
Ο Μέγας Βασίλειος σημειώνει χαρακτηριστικά ότι ο Θεός οικονομικώς επέτρεψε τον θάνατο «ίνα μή το κακόν αθάνατον γένηται». Γι’ αυτό και «ο αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας», αναφέρει από την πλευρά του ο απόστολος Παύλος. Δηλαδή με τον θάνατο σταματά να αμαρτάνει και με αυτό τον τρόπο η αμαρτία δεν διαιωνίζεται. Ο θάνατος όμως παύει να έχει ισχύ γιατί λύεται από τη δύναμη του Σταυρού και της Ανάστασης.
Αυτό που αρνήθηκε ο άνθρωπος στον Θεό το ανέλαβε ο Θεάνθρωπος Κύριος προκειμένου να αποκαταστήσει τη διασαλευθείσα σχέση, η οποία δεν είχε απλώς ηθικό χαρακτήρα αλλά είχε σαφώς οντολογική διάσταση. «Εδεήθημεν Θεού σαρκουμένου και νεκρουμένου, ίνα ζήσωμεν», τονίζει πολύ εμφαντικά σε σχέση με το πιο πάνω ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Για να συμπληρώσει μια άλλη μεγάλη πατερική μορφή, ο Μέγας Αθανάσιος: « Ο Λόγος σαρξ εγένετο διά να παύσει και να εξαφανίσει την φθοράν. Ο θάνατος νικάται όχι μόνο με την παρουσία της ζωής στο ανθρώπινο σώμα, αλλά και με τον εκούσιο θάνατο του Κυρίου». Αυτός αποκαλύπτεται ως μια προσφορά θυσίας που αναδεικνύει την αγάπη στην πιο αυθεντική της μορφή. Η αγάπη του Κυρίου είναι ακριβώς η εκούσια θυσία του στο Σταυρό «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Μάλιστα, η διά του Σταυρού προσφερόμενη σωτηρία δεν συνιστά απλή υπέρβαση της αμαρτίας αλλά και καταξίωση του ανθρώπου στην εμπειρία της θείας δόξας. Ο θάνατος με αυτό τον τρόπο από χωρισμός και φθορά μεταβάλλεται σε δίοδο αληθινής ζωής.
Ο Σταυρός του Κυρίου, την παγκόσμια ύψωση του οποίου γιορτάζουμε σήμερα, δεν είναι ένα απλό σύμβολο, έστω φορτισμένο με συναισθηματικές εξάρσεις και ανυψώσεις, αλλά είναι η ίδια η σφραγίδα της σωτηρίας, η διαπόμπευση του θανάτου. Η δύναμη του Σταυρού είναι τελικά η δύναμη της Ανάστασης.
Αγαπητοί αδελφοί, ο Σταυρός είναι η πραγματικότητα εκείνη που στη θέση του άκρατου εγωκεντρισμού που κυριαρχεί στη ζωή του σημερινού ανθρώπου, προβάλλει τη θυσιαζόμενη αγάπη ως την κατ’ εξοχήν ζωή που τόσο εναγωνίως ψάχνουμε στην εποχή μας. Με τη Δεσποτική εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, η Εκκλησία καλεί τον κάθε άνθρωπο να αποτολμήσει μια μεγάλη υπέρβαση. Να αγκαλιάσει το ακαταμάχητο όπλο «δι ού κατήργηται και εξηφάνισται η φθορά και κατεπόθη του θανάτου η δύναμις και υψώθημεν από γης εις ουράνια».
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.
*****************************************
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Α΄ Κορινθίους α΄18-24.
῾Ο λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω. ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας. ἐπειδὴ καὶ ᾿Ιουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν·
Απόδοση στη νεοελληνική:
Επειδή, ο λόγος τού σταυρού σ' εκείνους μεν που χάνονται είναι μωρία, σε μας, όμως, που σωζόμαστε είναι δύναμη Θεού. Επειδή, είναι γραμμένο: «Θα φέρω σε απώλεια τη σοφία των σοφών, και θα αθετήσω τη σύνεση των συνετών». Πού είναι ο σοφός; Πού είναι ο γραμματέας; Πού είναι ο συζητητής αυτού τού αιώνα; Δεν μώρανε ο Θεός τη σοφία αυτού τού κόσμου; Επειδή, βέβαια, με τη σοφία τού Θεού ο κόσμος δεν γνώρισε τον Θεό διαμέσου τής σοφίας, ο Θεός ευδόκησε διαμέσου τής μωρίας τού κηρύγματος να σώσει αυτούς που πιστεύουν· επειδή, και οι Ιουδαίοι σημείο ζητούν, και οι Έλληνες σοφία ζητούν· εμείς, όμως, κηρύττουμε Χριστόν σταυρωμένον, για μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλο, για δε τους Έλληνες μωρία· στους ίδιους, όμως, τους προσκαλεσμένους, και τους Ιουδαίους και τους Έλληνες, τον Χριστό, Θεού δύναμη και Θεού σοφία.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Ιωάννου ΙΘ΄ 6-11, 13-20, 25-28, 30-35.
Kαὶ λέγει αὐτοῖς· ἴδε ὁ ἄνθρωπος. ὅτε οὖν εἶδον αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ὑπηρέται, ἐκραύγασαν λέγοντες· σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν. ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ ᾿Ιουδαῖοι· ἡμεῖς νόμον ἔχομεν, καὶ κατὰ τὸν νόμον ἡμῶν ὀφείλει ἀποθανεῖν, ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ υἱὸν ἐποίησεν. ῞Οτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον, μᾶλλον ἐφοβήθη, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν καὶ λέγει τῷ ᾿Ιησοῦ· πόθεν εἶ σύ; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ. λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ' ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει.ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τοῦτον τὸν λόγον ἤγαγεν ἔξω τὸν ᾿Ιησοῦν, καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ βήματος εἰς τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ· ἦν δὲ παρασκευὴ τοῦ πάσχα, ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη· καὶ λέγει τοῖς ᾿Ιουδαίοις· ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν. οἱ δὲ ἐκραύγασαν· ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τὸν βασιλέα ὑμῶν σταυρώσω; ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς· οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα. τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ. Παρέλαβον δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ' αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν. ἔγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον· ᾿Ιησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων. τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν ᾿Ιουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ ᾿Ιησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ῾Εβραϊστί, ῾Ελληνιστί, Ρωμαϊστί. Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται ταῦτα ἐποίησαν. εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. ᾿Ιησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ' ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια. Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ. ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα. Οἱ οὖν ᾿Ιουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ· ἐπὶ δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ' εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ. καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Και όταν οι αρχιερείς και οι υπηρέτες τον είδαν, κραύγασαν, λέγοντας: Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον. Ο Πιλάτος λέει σ' αυτούς: Πάρτε τον εσείς, και σταυρώστε τον· επειδή, εγώ δεν βρίσκω σ' αυτόν κανένα έγκλημα. Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, του απάντησαν: Εμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με τον νόμο μας πρέπει να πεθάνει, επειδή έκανε τον εαυτό του Υιόν τού Θεού. Και όταν ο Πιλάτος άκουσε αυτό τον λόγο, μάλλον φοβήθηκε, και μπήκε ξανά μέσα στο πραιτώριο, και λέει στον Ιησού: Από πού είσαι εσύ; Και ο Ιησούς δεν του έδωσε απάντηση. Του λέει, λοιπόν, ο Πιλάτος: Δεν μιλάς σε μένα; Δεν ξέρεις ότι εξουσία έχω να σε σταυρώσω, και εξουσία έχω να σε απολύσω; Ο Ιησούς αποκρίθηκε: Δεν θα είχες καμιά εξουσία εναντίον μου, αν δεν σου ήταν δοσμένη από πάνω· γι' αυτό, αυτός που με παραδίνει σε σένα, έχει μεγαλύτερη αμαρτία. Όταν ο Πιλάτος άκουσε αυτό τον λόγο, έφερε έξω τον Ιησού, και κάθησε επάνω στο βήμα, στον τόπο που λεγόταν Λιθόστρωτο, και στην Εβραϊκή Γαββαθά. Ήταν δε η Παρασκευή τού Πάσχα, και η ώρα περίπου έκτη· και λέει στους Ιουδαίους: Να! ο βασιλιάς σας. Και εκείνοι κραύγασαν: Άρον, άρον, σταύρωσέ τον. Ο Πιλάτος λέει σ' αυτούς: Τον βασιλιά σας να σταυρώσω; Οι αρχιερείς αποκρίθηκαν: Δεν έχουμε βασιλιά, παρά μονάχα τον Καίσαρα. Τότε, λοιπόν, τον παρέδωσε σ' αυτούς, για να σταυρωθεί. Και παρέλαβαν τον Ιησού, και τον οδήγησαν έξω. Και βαστάζοντας τον σταυρό του βγήκε έξω στην τοποθεσία, που λέγεται τόπος Κρανίου, ο οποίος στην Εβραϊκή λέγεται Γολγοθάς· όπου τον σταύρωσαν, και άλλους δύο μαζί του, από τη μια και από την άλλη πλευρά, στο μέσον δε τον Ιησού. Ο δε Πιλάτος έγραψε και έναν τίτλο, και τον έβαλε επάνω στον σταυρό· και ήταν γραμμένο: Ο ΙΗΣΟΥΣ Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ. Κι αυτό τον τίτλο τον διάβασαν πολλοί από τους Ιουδαίους· επειδή, ο τόπος όπου σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη· και ήταν γραμμένο στα Εβραϊκά, Ελληνικά, Ρωμαϊκά. Και κοντά στον σταυρό τού Ιησού στέκονταν η μητέρα του, και η αδελφή τής μητέρας του, η Μαρία, η γυναίκα τού Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς, λοιπόν, καθώς είδε τη μητέρα του και τον μαθητή, που αγαπούσε, να στέκεται δίπλα, λέει στη μητέρα του: Γυναίκα, να! ο γιος σου. Έπειτα, λέει στον μαθητή: Να! η μητέρα σου. Και από την ώρα εκείνη ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του. Ύστερα απ' αυτά, ο Ιησούς, γνωρίζοντας ότι όλα έχουν ήδη τελειώσει, για να εκπληρωθεί η γραφή, λέει: Διψάω. Όταν, λοιπόν, ο Ιησούς το πήρε, είπε: Τετέλεσται· και αφού έγειρε το κεφάλι, παρέδωσε το πνεύμα. Και οι Ιουδαίοι, για να μη μείνουν τα σώματα επάνω στον σταυρό κατά το σάββατο, επειδή ήταν Παρασκευή, (για τον λόγο ότι, εκείνη η ημέρα τού σαββάτου ήταν μεγάλη), παρακάλεσαν τον Πιλάτο να τους συντρίψουν τα σκέλη, και να τους σηκώσουν. Ήρθαν, λοιπόν, οι στρατιώτες, και στον μεν πρώτο σύντριψαν τα σκέλη του, και στον άλλον που σταυρώθηκε μαζί του. Όταν, όμως, ήρθαν στον Ιησού, καθώς τον είδαν να έχει ήδη πεθάνει, δεν του σύντριψαν τα σκέλη· αλλά, ένας από τους στρατιώτες διατρύπησε με τη λόγχη την πλευρά του, κι αμέσως βγήκε αίμα και νερό. Και αυτός που το είδε δίνει μαρτυρία, και η μαρτυρία του είναι αληθινή, και εκείνος ξέρει ότι λέει την αλήθεια, για να πιστέψετε εσείς.
Επιμέλεια: Παναγιώτης Παπακυριακού, Θεολόγος
Αναδημοσίευση από: Εκκλησία της Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου