Τα νέα του Ιερού Ναού μας για τον Μάιο
Αρ. Λογαριασμού: 357034157613, ΙΒΑΝ: CY38 0020 0195 0000 3570 3415 7613 SWIFT/BIC: BCYPCY2N - ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ Αριθμός τηλεφώνου για υπηρεσία QuickPay: 99999122
Όλες οι εισφορές διατίθενται για την αγορά και διάθεση τροφίμων, φαρμάκων, ρουχισμού και ειδών καθαριότητας για άπορες οικογένειες καθώς και για την στήριξη αρρώστων αδελφών μας.
1. Σάββατο βράδυ Αγρυπνία στο Ξωκλήσι της Αγία Άννα στις 9:00μ.μ - 00:30π.μ
2. Κυριακή πρωί στο Ξωκλήσι της Αγίας Άννα στις 6:00π.μ - 9:00π.μ.
3. Κυριακή πρωί Ιερός Ναός Παναγίας στις 6:30π.μ - 9:30π.μ.
Δευτέρα 29 Μαΐου 2023
29/05: Οσία Υπομονή
Κυριακή 28 Μαΐου 2023
Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α΄Οικουμενικής Συνόδου, Πραξ. Κ΄16-18,28-36 - Ιωάν. ιΖ΄ 1-13
Σάββατο 27 Μαΐου 2023
27/05: Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος
Πέμπτη 25 Μαΐου 2023
Της Αναλήψεως
Τρίτη 23 Μαΐου 2023
23/05: Όσιος Ευμένιος ο νέος ο Θεοφόρος (Σαριδάκης)
Λεπρῶν καὶ νοσούντων λοιμικῶς ἀκέστωρ
πιστῶν, Εὐμένιε, ποδηγέτα, ὤφθης.
Η Εθιά, η πατρίδα του Οσίου Ευμενίου, είναι ένα ορεινό χωριό στα νότια του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 740μ. και απέχει από το Ηράκλειο 38 χλμ. Είναι πολύ άγονο μέρος, γι’ αυτό και οι κάτοικοί του μετοίκησαν σ’ ένα χαμηλότερο μέρος, στο χωριό Ροτάσι.
Στην Εθιά υπάρχουν δύο εκκλησίες: Η κεντρική είναι αφιερωμένη στην Παναγία μας και φυλάσσει θαυματουργό εικόνα της. Εκεί η Παναγία είχε εμφανισθεί σαν γυναίκα ντυμένη στα μαύρα κάποια ημέρα, που ο Όσιος Ευμένιος, μικρό παιδί τότε, άναβε τα κανδήλια του ναού, και του είπε: «Εσύ μια μέρα θα γίνεις ιερεύς». Εκεί, στον αύλιο χώρο της, έμελλε να είναι και ο τάφος, όπου αναπαύεται το σεπτό σκήνωμα του Οσίου Γέροντος μας. Η άλλη είναι του Προφήτου Ηλιού. Εκεί κοντά υπάρχει και αγίασμα.
Υπάρχουν και πολλά μικρά εκκλησάκια, για την ανακαίνιση των οποίων ο Όσιος Ευμένιος έστελνε χρήματα.
Ο Όσιος Ευμένιος ήταν γόνος μιας πολυμελούς και πάμπτωχης οικογενείας. Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του έτους 1931 μ.Χ.
Οι γονείς του, Γεώργιος και Σοφία Σαριδάκη, ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Είχαν οκτώ παιδιά. Το όγδοο και τελευταίο τους παιδί ήταν ο Όσιος Ευμένιος, που στην βάπτιση του πήρε το όνομα Κωνσταντίνος. Τα αδέλφια του, κατά σειρά ηλικίας, ήταν: Ελένη, Μιχαήλ, Αικατερίνη, Βασίλειος, Αμαλία, Μαρία και Ευγενία.
Ο μικρός Κωνσταντίνος ορφάνεψε από πατέρα σε ηλικία μόλις δύο ετών, δηλαδή η οικογένειά του έχασε τον προστάτη της πολύ νωρίς. Ήταν που ήταν φτωχή, χάνοντας και το στήριγμά της βρέθηκε σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Η χήρα μάνα του με τι δυνατότητες να θρέψη τόσα στόματα; Ξενοδούλευε για να τα φέρει κάπως βόλτα. Μετά ήρθε και η γερμανική κατοχή, η οποία χειροτέρευσε κατά πολύ τα πράγματα. Σ’ αυτό το περιβάλλον και με πολλές στερήσεις μεγάλωσε ο Όσιος. Παπούτσια φόρεσε στα δώδεκα του χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, δηλαδή τις στερήσεις, την πείνα και την ανέχεια, το ήθος και το φρόνημα του μικρού αυτού παιδιού δεν αλλοιώθηκαν.
Για παράδειγμα, ο Ιερεύς του χωριού τους ήθελε να του δίνει μια μικρή βοήθεια, επειδή πήγαινε και τον βοηθούσε στον ναό. Ο μικρός Κωνσταντίνος, όμως, του έλεγε: «Όχι, Παπα-Γιάννη, δεν παίρνουμε ποτέ χρήματα από την Εκκλησία». (Μαρτυρία Αριστέας Σαριδάκη).
Ή, όταν του έδιναν μισή κουλούρα ψωμί για κάποια δουλειά που έκανε, ποτέ δεν την έτρωγε μόνος του, αλλά την πήγαινε στο σπίτι του και την έτρωγε με τ’ αδέλφια του, όλοι μαζί.
Χαρισματικό παιδί
Η Εκκλησία αγάλλεται και καυχάται, διότι γέννησε και ανέδειξε ένα τέτοιο λαμπρό αστέρι και κόσμημα της και η Κρήτη πρέπει να σεμνύνεται για το ηγιασμένο τέκνο της. Ο Όσιος, από την νηπιακή του ηλικία, έδειχνε ότι ήταν σκεύος εκλεκτόν του Κυρίου μας. Από την βρεφική του ηλικία, όταν ακόμα δεν καταλάβαινε, προσπαθούσε να ευχαριστεί τον Κύριό μας, αφού δεν θήλαζε Τετάρτη και Παρασκευή, αλλά κοιμόταν όλη την ημέρα, σύμφωνα με την μαρτυρία της αδελφής του Ευγενίας, η οποία το είχε ακούσει από την μητέρα τους να το ομολογεί.
Οίνον και μεθύσματα ουδέποτε γεύθηκε ο Όσιος Ευμένιος, δηλαδή οινοπνευματώδη ποτά, μπύρα, κρασί και αλκοολούχα ποτά δεν ήπιε ποτέ στην ζωή του. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν λειτούργησε για πρώτη φορά μόνος του ως Ιερεύς, ζαλίστηκε λίγο από την κατάλυση της Θείας Κοινωνίας και γι’ αυτό, μετά, έβαζε λιγότερο νάμα και περισσότερο ζέον.
Ο Κωστάκης, όπως τον έλεγαν, ήταν ένα χαριτωμένο και χαρισματικό παιδί, ακόμα και για τα κοσμικά δεδομένα, ενώ δεν είχε μάθει σχεδόν καθόλου γράμματα.
Οι δυσκολίες, η Κατοχή, κατά την διάρκεια της οποίας τα σχολεία υπολειτουργούσαν, δεν του επέτρεψαν να γευθεί το αγαθόν της μαθήσεως. Παρ’ όλα αυτά μπορούσε, όπως ο ίδιος έλεγε, να κάνη πράξεις μαθηματικές, λογαριασμούς δύσκολους, όλα από μνήμης, γι’ αυτό οι χωριανοί του, όταν ήθελαν κάτι σχετικό, τον φώναξαν: «Έλα, Κωστάκη, να μας πεις πόσο κάνει αυτό κι αυτό», η κάτι πιο δύσκολο. Κι όταν τους τα έκανε, μετά τον γέμιζαν λουκούμια.
Κάποια φορά, όταν ο Όσιος ήταν μικρό παιδί ακόμη, πέθανε στο χωριό τους ένα κοριτσάκι οκτώ-εννέα ετών. Οι γονείς και οι συγγενείς του κοριτσιού έκλαιγαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του παιδιού τους. Ο Όσιος έλεγε σχετικά:
«Κάποτε, είχε πεθάνει ένα κοριτσάκι και περνούσε από μπροστά μας η νεκρώσιμη πομπή. Πέρασαν μπροστά κι από την δική μας αυλή. Έτσι έκαναν τότε. Έκαναν την βόλτα, για να γίνει πιο επίσημη η κηδεία. Έκλαιγαν όλοι κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, πολλά στολίδια, που είχε το φέρετρο. Κι αυτοί έκλαιγαν. Κι εγώ έτρεχα κι έβλεπα τα στολίδια, που είχε το φέρετρο. Ήμουν έξι-επτά χρόνων τότε. Δεν είχα δει καλύτερα και ωραιότερα στολίδια. Οι άλλοι έκλαιγαν κι εγώ χαιρόμουν, που έβλεπα τα στολίδια. Έβλεπα τα στολίδια και χαιρόμουν. Μου άρεσαν. Δεν ήταν στολισμένα από τους ανθρώπους, όμως εγώ τα έβλεπα έτσι. Στολίδια.... στολίδια… όχι ότι τα έβαλαν οι άνθρωποι. Κι αυτοί έκλαιγαν, που έχασαν το παιδί, κι εγώ έβλεπα τα στολίδια, που είχε πάνω του, τα στολίδια του Θεού, και χαιρόμουν».
Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος θυμάται, σχετικά με την Χάρη, που από νωρίς είχε δοθεί στον Όσιο: «Ο πατήρ Ευμένιος, όταν ήταν μικρός, είχε δει για πρώτη φορά την χάριν της αρχιεροσύνης. Την είχε δει στο πρόσωπο ενός Αρχιεπισκόπου, που είχε πάει στο χωριό του. "Έβλεπα", μου είπε, "το φως του Αγίου Πνεύματος πάνω στο πρόσωπό του. Το φως της αρχιεροσύνης, την χάρη της αρχιεροσύνης. Την έβλεπα και πήγαινα συνεχώς μπροστά του". Και είπε ο Αρχιεπίσκοπος: "Αυτό το παιδί τι βλέπει;". Εγώ δεν έλεγα τι έβλεπα, αλλά μου άρεσε να βλέπω την χάρι της αρχιεροσύνης».
Μοναχός Θεόκλητος δια φωτοφανείας
Ο Όσιος Ευμένιος ήταν θεόκλητος στον μοναχισμό. Ο ίδιος μας έλεγε: «Εγώ, δεκαεπτά χρόνων πήγα στο μοναστήρι. Ήμουν δεκαέξι χρόνια στο χωριό μου. Αγαπούσα τον Θεό, βέβαια, σκεπτόμουν πολλές φορές να γίνω καλόγερος. Μια μέρα μου λέει ο παπάς: "Έλα να σε κάνω νεωκόρο". Πήγα κι εγώ. Άναβα τα καντήλια πρωί-βράδυ, διάβαζα κιόλας, ό,τι βιβλία έβλεπα τα διάβαζα. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς του 1944, το απόγευμα, πήγα, άναψα τα καντήλια στην εκκλησία και, μετά, πήγα στο σπίτι μας. Ήταν εκεί η αδελφή μου η Ευγενία. Φάγαμε ξεροτήγανα, τηγανίτες και μακαρόνες. Εκεί που τρώγαμε, ήρθε μια λάμψη και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, φώναξα της Ευγενίας: "Ευγενία, θα γίνω καλόγερος". Την ίδια στιγμή. Εκείνη την στιγμή με φώτισε ο Θεός. Την είδα με τα μάτια μου εκείνη την λάμψη, που μπήκε μέσα μου. Μόλις είδα αυτή την λάμψη, είπα κατ’ ευθείαν: "Θα γίνω καλόγερος". Όταν ο άνθρωπος έχει την κλήση από τον Θεό για να κάνη κάτι καλό, ο Θεός ενεργεί και τον βοηθά».
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και ο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου:
«Τόλμησα, κάποτε, να τον ρωτήσω: "Γέροντα, είχες δίλημμα για το ποιόν δρόμο θα ακολουθήσεις; Σκέφθηκες να γνωρίσεις κάποια γυναίκα, να την ερωτευθείς, να κάνεις οικογένεια"; Τότε μου αποκάλυψε την απόλυτη απόφασή του να ακολουθήσει την παρθενική ζωή, που την σηματοδότησε ένα εξαιρετικό γεγονός.
"Χειμώνας του 1944, Κωστής τότε, δεκατριών ετών", μου είπε. "Ήμουν στο πατρικό μου σπίτι. Ζεσταινόμαστε στο τζάκι. Τότε είδα μια τεράστια φωτιά, που μπήκε μέσα μου. Και από εκείνη την στιγμή, γεμάτος χαρά, έλεγα: Εγώ θα γίνω μοναχός. Θα γίνω μοναχός". Και μου συμπλήρωσε: "Αν με πίεζαν αργότερα να παντρευτώ, θα πέθαινα, θα πέθαινα"!».
Από το 1944 μ.Χ. η ψυχή του νεαρού Κωστή είχε ένα μόνο προσανατολισμό: την αφιέρωσή στον Χριστό. Η κλήση υπήρχε. Η κλήση με εμφατικό τρόπο συντελέστηκε και ο μικρός Κωστής βιαζόταν να ενηλικιωθεί, να λάβει ζωή η επιθυμία της καρδιάς του.
Με ζήλο στον μοναχικό αγώνα
Σε ηλικία δεκαεπτά ετών ο Κωνσταντίνος αφήνει τα εγκόσμια και οδεύει εκεί, που τον οδηγεί η καρδιά του, η ψυχή του και όλο του το είναι. Εκεί, που το Άγιο Πνεύμα, εν είδει λαμπρού φωτός, τον φωτίζει, στην πλήρη αφιέρωσή του στον Χριστό, στον αγαπημένο του Ιησού, Τον οποίο από μικρός λατρεύει και υπηρετεί, είτε στα εξωκλήσια του χωριού του, είτε κατά μόνας.
Τα βήματά του τον οδηγούν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, στα νότια της Κρήτης, κάπως κοντά στο χωριό του, αφού απέχει μόνο δύο-δυόμισυ ώρες με τα πόδια.
Ο Κωνσταντίνος έγινε δεκτός από τον Ηγούμενο π. Ιερόθεο (Κωστομανωλάκη), στον οποίο έβαλε μετάνοια και άρχισε η δοκιμή του.
Στην Μονή τότε υπήρχαν, εκτός του Ηγουμένου, και δύο υπερήλικες και τυφλοί μοναχοί, τους οποίους ο Κωνσταντίνος φρόντιζε παντοιοτρόπως και ποικιλοτρόπως, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, αλλά, κυρίως και πρωτίστως, λόγω της υπέρμετρου αγάπης που είχε.
Ως νέος, δόκιμος μοναχός, έκανε σχεδόν όλα τα διακονήματα της Μονής, ήταν πρόθυμος και φιλότιμος.
Μετά την τριετή του δοκιμασία, το 1951 μ.Χ., εκάρη μοναχός, μετονομασθείς Σωφρόνιος. Ως μοναχός, ο Σωφρόνιος έβαλε θεμέλιο της μοναχικής του ζωής την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την εργατικότητα. Επιδόθηκε σε νέους αγώνες. Τις ημέρες κοπίαζε σωματικά και τις νύκτες παρέμενε άϋπνος και προσευχόμενος. Αυτό το τυπικό το κράτησε μέχρι τέλους της ζωής του.
Καθημερινά ο πατήρ Σωφρόνιος έδινε αγώνα σε όλα τα διακονήματα, σε όλες τις εργασίες, στο ν’ ανοίξουν καλύτερους δρόμους για να διευκολυνθεί η έλευση των προσκυνητών, στους κήπους, στο να καλλιεργούν τα κτήματα, στο να φέρνουν νερό από μακριά, γιατί δεν επαρκούσε το υπάρχον.
Αυτά έβλεπε ο διάβολος και εμηχανεύετο τρόπους για να ρίξει τον αγωνιστή. Δεν αρκείτο μόνον στον πόλεμο των λογισμών, αφού μόνον με αυτούς δεν μπορούσε να ανακόψει την αγωνιστικότητα του πατρός Σωφρονίου. Γι’ αυτό του παρουσιαζόταν, και αισθητώς και οφθαλμοφανώς, και του μιλούσε. Κάποια μέρα, μάλιστα, καθώς ο ίδιος ο Όσιος μας έλεγε, ο διάβολος εμφανίσθηκε μπροστά του και του είπε: «Εγώ είμαι άγγελος και πέσε κάτω να με προσκύνησης». Όταν, όμως, εκείνος τα έλεγε αυτά, ο πατήρ Σωφρόνιος πρόσεξε ότι του έλειπε ένα δόντι και του λέει γελώντας και κοροϊδευτικά: «Δεν είσαι άγγελος, δεν είσαι άγγελος, γιατί σου λείπει ένα δόντι!». Τότε ο διάβολος γυρίζει εξαγριωμένος και του δίνει ένα δυνατό χαστούκι και αμέσως εξαφανίζεται από μπροστά του.
Κάποια άλλη μέρα, ο πατήρ Σωφρόνιος κατέβηκε κοντά στην θάλασσα, όπως ο ίδιος έλεγε, και άκουσε μέσα από την θάλασσα την Παναγία μας να του μιλάει και να του λέει, με την γλυκιά φωνή της: «Παιδί μου, μη φοβάσαι κι εγώ δεν θα σε αφήσω να χαθείς». Σε ερώτηση, πως κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία μας, απάντησε πολύ φυσικά: «Ε, την Παναγία μας δεν γνωρίζω;».
Και άλλοτε πάλι, έλεγε ότι η Παναγία μας τον αγκάλιασε. «Η Παναγία μου έκανε μια αγκαλιά», μας έλεγε.
Είδε την Αγία Μαρίνα
Ο Όσιος, επεδίωκε να μην ξενυχτάει ποτέ έξω από το μοναστήρι. Όταν, κάποια φορά, αυτό στάθηκε αδύνατο και αναγκάσθηκε να παραμείνει στο πατρικό του σπίτι, είδε στο εικονοστάσι να βγαίνει η Αγία Μαρίνα από την εικόνα της, κρατώντας τον πειρασμό από τα κέρατα και δείχνοντάς του τον, του είπε: «Αυτός σας βάζει τους λογισμούς, να μην τον ακούτε και να νυστάζετε στις Ακολουθίες».
Στρατιωτική θητεία
Ο πατήρ Σωφρόνιος, όταν έφθασε την ηλικία των εικοσιτριών ετών, έπρεπε να πάει στρατιώτης, διότι τότε οι μοναχοί δεν απαλλάσσονταν των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων.
Η Μονή τον ετοίμασε σχετικά, τον κούρεψε, του έκοψε δηλαδή τα μαλλιά και τα γένια, και του τα φύλαξε, γιατί έτσι γινόταν τότε.
Παρουσιάσθηκε στο Μεγάλο Πεύκο, στις 24 Ιανουαρίου του 1954 μ.Χ. Υπηρέτησε στο Μηχανικό και ήταν βοηθός μαγείρου. Κατόπιν, πήρε μετάθεση για την Θεσσαλονίκη.
Στον στρατό ο Γέροντας ήταν υπόδειγμα υπακοής και εργατικότατος, γι’ αυτό τον αγαπούσαν όλοι, από τον Διοικητή έως τον πιο απλό στρατιώτη. Ποτέ δεν θεώρησε αγγαρεία οποιαδήποτε εργασία του ανέθεταν, αλλά την έκανε με αγάπη, σωστά και καλά. Ο αξιωματικός υπηρεσίας τον σταματούσε πολλές φορές με το ζόρι, για να ξεκουρασθεί.
Το ήθος και ο ακέραιος χαρακτήρας του πατρός Σωφρονίου έκανε ακόμη και τα πειραχτήρια του στρατού να αργούν, παρ’ όλο που ξέρανε ότι είναι καλόγερος.
Τις νηστείες τις κρατούσε όλες: Πάσχα, Χριστούγεννα, 15 Αυγούστου, Αγίων Αποστόλων και, φυσικά, Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Πώς τα κατάφερνε; Ένας συνάδελφός του, μάγειρας, έλεγε σχετικά: «Μέχρι και ελιές, ψωμί και κρεμμύδι έτρωγε μόνον, αρκεί να μη χαλούσε τις διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας».
Κάθε ημέρα, ο Διοικητής του επέτρεπε να αποσύρεται για λίγο να προσεύχεται, πέραν της γενικής Προσευχής, επειδή γνώριζε ότι ήταν καλόγερος. Τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές του έδινε άδεια να πηγαίνει στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου Θεσσαλονίκης, να εκκλησιάζεται και να ψέλνει.
Το επίδομα των στρατιωτών, τότε, ήταν 53 δραχμές τον μήνα. Φυσικά, του Οσίου αυτό το ελάχιστο ποσό όχι μόνο του έφθανε, αλλά με αυτό έκανε ελεημοσύνες, «δάνειζε» τους συναδέλφους του, έδινε σ’ όποιον του ζητούσε.
Στον στρατό ο πατήρ Σωφρόνιος αρρώστησε βαριά. Έκανε υψηλό πυρετό 40°-41°, που δεν έπεφτε. Η κατάσταση του ήταν απελπιστική. Τότε του έκαναν έφοδο χιλιάδες δαίμονες, για να τον τρομάξουν και να τον τρομοκρατήσουν. Όμως, μόνο μέχρι γύρω-γύρω στο κρεββάτι μπορούσαν να φθάσουν. «Αγγίζανε το κρεββάτι», όπως έλεγε ο ίδιος, «αλλά επάνω δεν μπορούσαν να ανέβουν. Γύρω-γύρω μόνο».
Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία. Νοσηλεύθηκε στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η κατάσταση του, αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε. Τον έφεραν στην Αθήνα και νοσηλεύθηκε σε διάφορα νοσοκομεία. Τελικά, βρέθηκε ότι πάσχει από την νόσο του Χάνσεν, την γνωστή λέπρα, και μεταφέρθηκε στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών.
Ο πατήρ Ευάγγελος Παπανικολάου, ο και ιατρός, θυμάται που του έλεγε ο Όσιος μας:
«Με παίρνουν φαντάρο και με στέλνουν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί αρρώστησα κι άλλο. Με πάνε στον στρατιωτικό γιατρό, μου λέει: "Έχεις αφροδίσια". "Τί έχω;". "Αφροδίσια, τα κόλλησες από γυναίκα". Γελώ, Βαγγέλη μου, γελώ. "Γιατρέ μου, άλλο πράγμα έχω", του λέω. "Δεν έχω αφροδίσια". Ακούς, Βαγγέλη, αφροδίσια», και γέλαγε, γέλαγε. «Και τι έγινε, Γέροντα;», ρώτησα. «Είμαι στο λεωφορείο και έλεγα: "Παναγία μου, Καλυβιανή, τι αρρώστια έχω εγώ;". Με πλησιάζει ένας άνθρωπος και μου λέει: "Πάτερ, να σου πω, είσαι άρρωστος από λέπρα, να πας στο νοσοκομείο, στην Αθήνα. Είμαι κι εγώ άρρωστος απ’ αυτό. Να πας στο νοσοκομείο στην Αγία Βαρβάρα"». Πήγε ο Όσιος Ευμένιος στο νοσοκομείο, τον είδαν και του άρχισαν την θεραπεία. Εκεί συνάντησε τον Όσιο Νικηφόρο (βλέπε 4 Ιανουαρίου), που ευωδιάζουν τα λείψανά του».
Και ο Μόρφου Νεόφυτος μας έλεγε:
«Υπήρχε τότε ένας νόμος, που έλεγε ότι έπρεπε οι καλόγεροι, όταν ήταν σε νεανική ηλικία, να πάνε στρατιωτικό. Και τον ξύρισαν. Φανταστείτε τώρα, τον κούρεψαν. Κι αυτός πήγε. Πήγε στον στρατό, στην Θεσσαλονίκη, κι εκεί, για πρώτη φορά, φάνηκε το πρόβλημα της ασθένειας του Χάνσεν, της λέπρας.
«Και ήμουν», λέει, «ξαπλωμένος σ’ ένα κρεββάτι και είχα πάρα πολύ πυρετό. Κι εκείνη την ώρα μου είπαν: «Άκουσε, πάτερ Σωφρόνιε, είσαι άρρωστος, πολύ βαριά άρρωστος, και δεν μπορείς πια να επιστρέψεις στο μοναστήρι σου. Αν πας, θα πρέπει να πας για λίγο και μετά θα πρέπει να σε πάνε στο Νοσοκομείο».
Όταν έμαθε ότι έπασχε από λέπρα, έλεγε: «Χάρηκα πάρα πολύ». «Χάρηκες;», του λέω. «Ναι, με γέμισε απέραντη χαρά. Όσο πιο μεγάλη ασθένεια, τόσο πιο μεγάλος σταυρός, τόσο πιο μεγάλη Ανάσταση. Και είπα: Πώ, πώ, πώ, μεγάλο δώρο μου έδωσες, Θεέ μου. Σ’ ευχαριστώ, Χριστέ μου, που μου έδωσες μεγάλο σταυρό. Θα έχω μαζί Σου μεγαλύτερη συμμετοχή στα πάθη Σου, αλλά και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ανάσταση Σου". Άκου ο άνθρωπος! Και ήταν μόλις 20 χρόνων».
Αδιάλειπτος αγώνας
Στον αντιλεπρικό Σταθμό Αθηνών, ο Όσιος νοσηλεύτηκε επιτυχώς και θεραπεύτηκε τελείως. Η ασθένεια δεν του άφησε καμία παραμόρφωση, ούτε το παραμικρό σημάδι.
Μετά την θεραπεία του από αυτή τη σοβαρή ασθένεια, παρέμεινε μέσα στον Αντιλεπρικό Σταθμό, από αγάπη για τους πάσχοντας αδελφούς του. Η Διεύθυνση του Σταθμού, επειδή ήταν μοναχός, του παρεχώρησε ατομικό κελλάκι, δίπλα στο εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων. Στο κελλάκι αυτό ο Όσιος πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Εκεί ξανάρχισε τους πνευματικούς αγώνες, που είχε στερηθεί λόγω του στρατού και της ασθενείας του.
Καθημερινές ασχολίες του πατρός Σωφρονίου ήταν η φροντίδα για την ευπρέπεια του Ναού, στον οποίο ανέλαβε και καθήκοντα ιεροψάλτου, και η περιποίηση ασθενών, που ήταν παράλυτοι και δεν είχαν κανένα να τους φροντίσει.
Ακόμη, έφτιαχνε λιβάνι και το μοίραζε σε μοναστήρια και ναούς, και γέμισε τους θαλάμους με ιερές εικόνες και πνευματικά βιβλία.
Τα καλοκαίρια πήγαινε για μήνες στο Άγιο Όρος, στο οποίο αναπαυόταν πολύ.
Πήγαινε επίσης στην Κρήτη, στην Μονή της μετανοίας του και στην Ιερά Μονή Καλυβιανής, όπου συνδέθηκε με τον ιδρυτή της Μητροπολίτη Τιμόθεο, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.
Όταν έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου, του έστειλε ο Άγιος Άνθιμος (βλέπε 15 Φεβρουαρίου) τον Οσιότατο μοναχό Νικηφόρο, τυφλό και παράλυτο. Ο πατήρ Σωφρόνιος τον υπηρέτησε με όλη του την ψυχή και καρδιά και τον είχε πνευματικό πατέρα και οδηγό.
Ο αντίδικος, όμως, διάβολος φθόνησε την καλή πολιτεία του αγωνιστού Σωφρονίου και τον πολέμησε με σφοδρότητα και τον ταλαιπώρησε πολύ. Τον απάλλαξε διά παντός απ’ αυτόν η Χάρις του Θεού και της Κυρίας Θεοτόκου.
Το 1975 μ.Χ., σε ηλικία σαραντατεσσάρων ετών, ο μοναχός Σωφρόνιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και πήρε το όνομα Ευμένιος. Ο Όσιος Ευμένιος συνέχισε τη ζωή του στο Λοιμωδών ως Ιερέας, διακρίθηκε δε και ως άριστος πνευματικός.
Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ρωσία, πήγε Προσκυνηματικό ταξίδι στη Μόσχα, στην Πετρούπολη και στο Κίεβο.
Με την επιστροφή από εκεί, άρχισαν τα άλλα μεγάλα προβλήματα υγείας: σάκχαρο, ανεπάρκεια νεφρών, προβλήματα οράσεως και τα πόδια του, που έλεγαν οι γιατροί να του τα κόψουν. Έμπαινε και έβγαινε συνεχώς σε νοσοκομεία.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, έκανε ακόμη μερικά ταξίδια και συνέχιζε τα ιερατικά του καθήκοντα εις το ακέραιον: Ιερές Ακολουθίες και ατελείωτες επισκέψεις σε σπίτια πνευματικών του παιδιών για αγιασμούς, ευχέλαια και εξορκισμούς.
Αυτό κράτησε πάνω από οκτώ-δέκα χρόνια, οπότε μπήκε για τελευταία φορά στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου, στις 23 Μαΐου 1999 μ.Χ., απεδήμησε εις Κύριον σε ηλικία εξηνταοκτώ ετών.
Ακολουθούν κάποιες μαρτυρίες από τις τελευταίες εκείνες ώρες.
Στην ημέρα της εορτής τους....
Τον Όσιος Ευμένιο, κάλεσε ο Κύριός μας κοντά του στις 23 Μαΐου του έτους 1999 μ.Χ., ημέρα Κυριακή, στην μνήμη των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων, της εν Νικαία Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, γύρω στις τέσσερεις το απόγευμα, ενώ βρισκόταν στο θεραπευτήριο Ευαγγελισμός.
Ας σημειωθεί, ότι ο Πατήρ Ευμένιος ανήκε στην Μητρόπολη Νικαίας και είναι άξιον θαυμασμού το ότι εφάνη ωσάν να ήλθαν οι Άγιοι προστάτες της μητροπολιτικής του περιφέρειας να παραλάβουν το εκλεκτό και υπερευλογημένο τέκνο τους, την ημέρα της εορτής τους.
Η εξόδιος Ακολουθία εψάλη εις τον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων, τον οποίο διακόνησε η αγιότητά του με περίσσια αυταπάρνηση.
Ο ενταφιασμός του έγινε την επομένη ημέρα στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, το χωριό Εθιά, του νομού Ηρακλείου.
Αποχαιρετισμός
«Δεν μπορώ να περιγράψω την θλίψη, που είχε στο πρόσωπό του, όταν για τελευταία φορά κλείδωνε την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, των γλυκύτατων και αγαπημένων του Αγίων, όπως συνήθιζε να λέει, και αποχαιρετούσε το άγιο κελλί του. Και τις τελευταίες ευχές για το Ίδρυμα: «Την ευχή μου να έχετε όλοι, την ευχή μου να έχετε όλοι», επαναλάμβανε, ενώ τον έπνιγε ένα βουβό κλάμα, καθώς περνούσαμε για τελευταία φορά τους δρόμους της αγαπημένης του Αθήνας.
Ευλογούσε συνέχεια και έλεγε: "Ωραία που είναι η Αθήνα! Ωραία Αθήνα, ευλογημένη Αθήνα! Τίποτε άλλο δεν υπάρχει πιο ωραίο από την Αθήνα". Ευλογούσε τους δρόμους, την Ομόνοια, την Αγορά, την Μητρόπολη, την Βουλή των Ελλήνων, τους πάντες και τα πάντα.
Ανεξίτηλα έχουν μείνει στην μνήμη μου τα λόγια, που είπε την Πέμπτη 29 Απριλίου του 1999 μ.Χ., τα μεσάνυκτα: "Σήμερα ήθελαν πάλι να μου κάνουν αιμοκάθαρση δύο ώρες. Με τρύπησαν επτά-οκτώ φορές. Με τρύπαγαν αυτές, με τρύπαγαν σαν τον Δεσπότη Χριστό. Μαρτύρησα, μαρτύρησα σαν τον Δεσπότη Χριστό. Γιατί το κάνουν αυτές αυτό"; "Γέροντα", του απαντώ, "δεν θα ήξεραν οι νοσοκόμες". "Θέλετε να αλλάξουμε γιατρούς και νοσοκομείο", του πρότεινα. "Μπά, δεν χρειάζεται", μου απαντάει. "Μου αρέσει πολύ ο Ευαγγελισμός....".».
Ο τελευταίος Εσπερινός
«Για τελευταία φορά ο Γέροντας εισήχθη στον Ευαγγελισμό στις 17 Δεκεμβρίου του 1997 μ.Χ. (εορτή του Αγίου Διονυσίου).
1η Μαΐου του 1999 μ.Χ. Δεν αισθάνεται καθόλου καλά.
2α Μαΐου. Τον θυμάμαι το βράδυ εκείνο της Κυριακής, με το ραδιοφωνάκι στα χέρια, να παρακολουθεί τον Εσπερινό του Αγίου Πέτρου, πολιούχου Άργους. Ήταν ο τελευταίος Εσπερινός, που άκουγε.
3η Μαΐου, 4η Μαΐου, ο Γέροντας χειροτέρευε. Από τους γιατρούς καμία βοήθεια. Έλεγε συνέχεια: "Ελάτε, πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω....".
5η Μαΐου έως 23η Μαΐου, πονούσε φοβερά όλες αυτές τις ημέρες.
Στις 23 Μαΐου του 1999 μ.Χ., την Κυριακή των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, στις 4:10 μ.μ., εκοιμήθη».
Μετά την κοίμησή του επιτελεί πολλά και μεγάλα θαύματα, όπως το ομολογούν άνθρωποι που ευεργετήθηκαν. Ο βίος του υπήρξε αρετή και η αρετή βίος.
Η αγιοκατάταξη
Η διαδικασία για την αγιοκατάταξη του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Ευμενίου του νέου (Σαριδάκη), ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2021 μ.Χ., όταν η Ι. Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας Κρήτης αποδέχθηκε το αίτημα του Μητροπολίτη Γορτύνης και Αρκαδίας Μακαρίου, για την εγγραφή στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Αρχιμανδρίτου Ευμενίου Σαριδάκη, με καταγωγή από την Εθιά και το προώθησε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για τις περαιτέρω Εκκλησιαστικές ενέργειες. Στις 14 Απριλίου 2022 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο έκανε δεκτό το αίτημα:
«Συνῆλθε σήμερον, 14ην τ.μ. Ἀπριλίου 2022, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν τοῦ μηνός Ἀπριλίου, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, καθ᾿ ἥν:
α) εἰσηγήσει τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς, προέβη ὁμοφώνως εἰς τήν ἀναγραφήν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς κατ᾿ Ἀνατολάς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Ὁσίου καί Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Εὐμενίου τοῦ νέου (Σαριδάκη),
β) ἐθεωρήθησαν ἅπαντα τά ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένα θέματα, ἐφ᾿ ὧν καί ἐλήφθησαν αἱ προσήκουσαι ἀποφάσεις.
Ἐν τέλει, ἐπί ταῖς ἐγγιζούσαις ἁγίαις ἡμέραις τῶν Παθῶν καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀντηλλάγησαν μεταξύ τῆς Α. Θ. Παναγιότητος καί τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Πριγκηποννήσων κ. Δημητρίου, ἐκ μέρους τῶν μελῶν τοῦ ἱεροῦ Σώματος, αἱ προσήκουσαι τῇ περιστάσει εὐχαί.
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας
τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου».
Δευτέρα 22 Μαΐου 2023
Αγιος Παΐσιος: Εμπιστοσύνη στο Θεό, Απλότητα και Ταπείνωση
Κυριακή 21 Μαΐου 2023
21/05: Οι Άγιοι και Ισαπόστολοι Κωνσταντίνος και Ελένη
Κυριακή του Τυφλού, Ιω. θ΄1-38 - Β Κορινθ. δ΄ 6-15
Παρασκευή 19 Μαΐου 2023
19/05: Οι δεκατρείς Οσιομάρτυρες της Μονής Καντάρας
Κυριακή 14 Μαΐου 2023
KΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ιωάννου 4, 5-42
14/05: Άγιος Θεράποντας, Επίσκοπος Κύπρου
Παρασκευή 12 Μαΐου 2023
12/05: Ο Άγιος Επιφάνιος
Γεννήθηκε σ' ένα χωριό της Δυτικής Παλαιστίνης τη Βησανδούκη. Κυπριακή λαϊκή παράδοση αναφέρει, πως ο άγιος Επιφάνιος γεννήθηκε στον Καλοπαναγιώτη της Κύπρου, ένα χωριό της Μαραθάσας και μεγάλωσε στή Βησανδούκη., που ήταν κοντά στην Ελευθερούπολη, τέσσερα μίλια μακριά, γύρω στο 315 μ.Χ.
- Κράτησε, του είπε και το γαϊδούρι, αν φρονιμέψει, για τις ανάγκες σας. Αλλιώς να πεις στη μητέρα σου να το απομακρύνει από κοντά σας, μήπως και σας κάμει κακό.
Ο μικρός Επιφάνιος πήρε τα χρήματα και τραβώντας το ζώο απ' το σχοινί ξεκίνησε, να γυρίσει πίσω στο χωριό. Στο δρόμο τον συνήντησε ένας χριστιανός, που λεγόταν Κλεόβιος και ρώτησε κι αυτός να μάθει, αν πωλούσε το γαϊδούρι. Ο Επιφάνιος με ειλικρίνεια πάλι ομολόγησε, πως το ζώο το είχε για πώληση, αλλά δεν τολμούσε να το συστήσει, γιατί ήταν ιδιότροπο. Προτού ακόμη το παιδί τελειώσει τη φράση του, το ζώο αφήνιασε, του έδωκε μια κλωτσιά στο πόδι και τον πέταξε κάτω. Ύστερα απομακρύνθηκε με γρηγοράδα. Ο Κλεόβιος που είδε το επεισόδιο, πλησίασε τον Επιφάνιο, έκαμε πάνω στο κτυπημένο μέρος του ποδιού τρεις φορές το σημείο του σταυρού με αποτέλεσμα να γίνει αμέσως καλά. Μετά στράφηκε προς το ζώο που έτρεχε και φώναξε:
Ω ατίθασο ζώο, που θέλησες να σκοτώσεις τον αφέντη σου. Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Εσταυρωμένου, να μην κινηθείς από τη θέση σου.
Με την επίκληση του ονόματος του Κυρίου το γαϊδούρι έπεσε και ψόφησε. Τα θαύμα έκαμε τεράστια εντύπωση στο παιδί, που πρώτη φορά άκουσε για τον Ιησού Χριστό. Σαν έφτασε στο σπίτι, διηγήθηκε στη μητέρα του τα όσα έγιναν. Κι από την ήμερα εκείνη άρχισε με ζήλο να αναζητά κάποιο πρόσωπο, που να του μιλήσει περισσότερα για τον Εσταυρωμένο Ιησού.
Ο Παντοδύναμος Θεός, που θέλει όλων των ανθρώπων τη σωτηρία, τακτοποίησε τα πράγματα. Ο Επιφάνιος, ύστερα από έξη χρόνια, συναντήθηκε με κάποιο μοναχό Λουκιανό, γνωστό για τα γνήσια φιλανθρωπικά του αισθήματα κι από αυτόν άκουσε, ό,τι η ψυχή του ζητούσε. Αφού κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη, πώλησε τα υπάρχοντά του, κράτησε για την αδελφή του και τον εαυτό του μερικά χρήματα για βιβλία -η μητέρα τους είχε αποθάνει-, μοίρασε τα υπόλοιπα στους φτωχούς και γεμάτος χαρά κι αγαλλίαση προχώρησε με την αδελφή του στο Βάπτισμα. Το μυστήριο τέλεσε ο ίδιος ο επίσκοπος.
Επτά μέρες ύστερα από το βάπτισμα, ο νεοφώτιστος τακτοποίησε την αδελφή του σ' ένα γυναικείο μοναστήρι κι έφυγε κι αυτός σ' ένα άλλο. Σε τούτο ήταν δέκα καλλιγράφοι μοναχοί κι ηγούμενος ο γνωστός άγιος Ιλαρίωνας. Κοντά στον μεγάλο αυτό ασκητή, που έτρωγε μια φορά κάθε δύο ή τρεις ή και περισσότερες μέρες προσκολλήθηκε ο δεκαεξάχρονος νέος. Και τον μιμήθηκε πιστά. Η υπομονή κι επιμονή του, η ταπείνωση και φιλομάθειά του, αλλά κι η αυστηρή εγκράτειά του, ήταν υπόδειγμα σ' όλους. Γι' αυτό και νωρίς τον χαρίτωσε ο Κύριος. Και να!
Στον τόπο που βρισκόταν το μοναστήρι δεν είχε νερό. Οι μοναχοί το κουβαλούσαν τη νύχτα από μια πηγή, που ήταν κάπου πέντε μίλια μακριά. Μια φορά έτυχε να περάσουν από εκεί μερικοί οδοιπόροι, που είχαν τα ζώα τους φορτωμένα με κρασί και τους ζήτησαν λίγο νερό, για να πιουν κι αυτοί και τα ζώα τους. Οι μοναχοί δυστυχώς δεν είχαν κι έτσι όλοι κινδύνευαν να πεθάνουν απ' τη δίψα. Την έλλειψη έμαθε κι ο Επιφάνιος. Χωρίς να χάσει καιρό, πλησίασε τους ξένους πήρε στα χέρια του τα ασκιά με το κρασί και κάμνοντας μια προσευχή είπε:
- Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, που έκανες στην Κανά της Γαλιλαίος το νερό κρασί, κάνε τώρα κι εδώ το κρασί νερό για τα πλάσματά σου.
Και ω του θαύματος!
- Το κρασί έγινε νερό.
- Κι ήπιαν οι άνθρωποι.
- Ήπιαν και τα ζώα.
- Και ξεδίψασαν.
- Και συνήλθαν.
Ο άγιος που είδε την ταραχή τους άρχισε να τους μιλά με ταπείνωση κι έμεινε μαζί τους τρεις ολόκληρους μήνες. Και τους δίδασκε. Και τους νουθετούσε. Και τους εμπόδιζε από του να κάμουν το κακό. Ύστερα τους αφήκε και γύρισε πάλι στο μοναστήρι του με ένα απ' αυτούς, που κατηχήθηκε απ' τον άγιο και βαπτίστηκε από τον Μέγα Ιλαρίωνα.
Πολλά θαύματα έκανε ο άγιος την περίοδο αυτή, αλλά κι αργότερα προπαντός θεραπείες δαιμονιζομένων.
- Θεράπευσε την κόρη του βασιλιά της Περσίας από το δαιμόνιο που την βασάνιζε.- Ανάστησε το νεκρό παιδί ενός άρχοντα της Περσίας.- Θανάτωσε ένα λέοντα που έβγαινε από το δάσος κι έτρωγε τους ανθρώπους που περνούσαν από εκεί κοντά.- Εξεδίωξε το δαιμόνιο από κάποιο Κάλλιστο που ήταν γιος του πρώτου Έπαρχου της Ρώμης.- Θεράπευσε τον Μ. Θεοδόσιο, τον αυτοκράτορα, από παράλυση των κάτω άκρων.
Οι πολλές αρετές του Επιφανίου και το πλούσιο θαυματουργικό του χάρισμα, έκαμαν τον άγιο κι εδώ πολύ γνωστό. Άρρωστοι από πολύ μακρινά μέρη που έπασχαν από διάφορες αγιάτρευτες αρρώστιες, ερχόντουσαν συχνά κοντά του για να πάρουν τη θεραπεία τους.
Ο πόθος του οσίου να ξαναδεί τον μεγάλο ασκητή Ιλαρίωνα που είχε αναχωρήσει προ καιρού για την Κύπρο, αλλά κι η επιθυμία του να αποφύγει όλους εκείνους, που τον πολιορκούσαν και τον πίεζαν να γίνει επίσκοπος, τον ώθησαν να ταξιδέψει κι αυτός στην Κύπρο. Ήταν τότε περίπου 57 χρόνων.
- Που θέλεις να πάς, τέκνον;
Ο Επιφάνιος αποκρίθηκε, πως ήθελε να πάει στη Γάζα. Ο ιερός ασκητής του είπε πάλι:
Όχι, τέκνον. Μην πάς στη Γάζα. Πήγαινε καλύτερα στή Σαλαμίνα.. Η Σαλαμίνα, που κτίστηκε από τον ήρωα του Τρωικού πολέμου Τεύκρο, τον γιο του Τελαμώνα, προς τιμή της πατρίδας του Σαλαμίνας, καταστράφηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ. από σεισμό. Η πόλη ξανακτίστηκε από τον γιο του Μ. Κων/τίνου, τον Κωνστάντιο κι ονομάστηκε Κωνσταντία. Έγινε έδρα του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, όταν νήσος είχε 14 επισκόπους κι έμεινε τέτοια μέχρι το 1191, που η Κύπρος κατακτήθηκε απ' τους Φράγκους. Σήμερα έδρα του Αρχιεπισκόπου είναι η Λευκωσία. Εκεί θα βρεις κατάλληλο τόπο να κατοικήσεις. Πήγαινε και μη παρακούσεις στα λόγια μου μήπως κινδυνέψεις απ' την θάλασσα.
Ο Επιφάνιος δεν άκουσε. Ήθελε να γυρίσει στην Παλαιστίνη. Κατέβηκε λοιπόν στην παραλία όπου ήταν δύο πλοία. Το ένα θα πήγαινε στη Σαλαμίνα και το άλλο στην Παλαιστίνη. Μπήκε στο δεύτερο. Μόλις όμως το πλοίο ξεκίνησε σηκώθηκε τρομερή τρικυμία. Τρεις μέρες η άγρια θαλασσοταραχή τους παίδευε. Τρεις μέρες το πλήρωμα του πλοίου απηλπισμένο περίμενε από στιγμή σε στιγμή την καταστροφή του. Επιτέλους την τέταρτη μέρα το πλοίο με πολύ κόπο και ζημιές έφτασε στη Σαλαμίνα για να γλιτώσει. Εκεί σταμάτησαν για να ξεκουραστούν και να επισκευάσουν τις βλάβες που έπαθαν.
Μια από τις μέρες αυτές που το πλοίο ήταν ελλιμενισμένο στη Σαλαμίνα, ο Επιφάνιος πήρε τους δύο συνοδούς του και βγήκε να πάει στην αγορά για ν' αγοράσει λίγα σταφύλια. Διάλεξε μερικά και την ώρα που ετοιμαζόταν να τα πληρώσει, ένας γηραιός κληρικός, ο επίσκοπος των Χυτρών Πάππος, που υποβασταζόταν από δύο διακόνους στάθηκε μπροστά του. Δύο άλλοι κληρικοί επίσκοποι κι αυτοί, ακολουθούσαν ξωπίσω του.
- Ώρα καλή, Αββά! Άφησε τα σταφύλια κι έλα μαζί μας στην εκκλησία, του είπε ο γηραιός επίσκοπος.
Τα λόγια του ψαλμωδού «ευφράνθην επι τοις ειρηκόσι μοι, εις οίκον Κυρίου πορευσόμεθα» (Ψαλ. ρκα', 1) πέρασαν με μιας από το μυαλό του. Και ακολούθησε. Όταν έφτασαν, ο γηραιός επίσκοπος Πάππος του είπε: «Κόψε ευλογητόν Πάτερ». Ο Επιφάνιος συγχυσμένος απήντησε: «Συγχώρησέ με, Δέσποτα. Δεν είμαι ιερωμένος».
Τότε ο Πάππος έβαλε ευλογητό. Κι αμέσως ένας διάκονος πήρε τον Επιφάνιο από την κεφαλή και τον οδήγησε στο Άγιο Βήμα. Εκεί ήταν κι άλλοι κληρικοί που βοηθούσαν τον γηραιό επίσκοπο, που χειροτόνησε τον Επιφάνιο διάκονο. Την άλλη μέρα έγινε η χειροτονία του σε πρεσβύτερο και την τρίτη σε επίσκοπο. Έτσι ο ευλαβής ασκητής χωρίς να το θέλει και χωρίς να το επιδιώξει ανέλαβε όλους τους βαθμούς της ιεροσύνης και ενθρονίστηκε επίσκοπος Σαλαμίνας, της οποίας ο επίσκοπος είχεν αποθάνει πριν αρκετές μέρες.
Το υψηλό έργο του επισκόπου κι η γρηγοράδα με την οποίαν ο Επιφάνιος ανέβηκε στο αξίωμα αυτό, δημιούργησαν στην ψυχή του μια τέτοια θλίψη, που του έφερνε συνέχεια δάκρυα. Τότε ο γηραιός Πάππος για να τον ενισχύσει αναγκάστηκε να του αποκαλύψει τα γεγονότα.
- Τέκνον μου, του είπε με αγάπη. Δεν είχα σκοπό να ομιλήσω. Με αναγκάζεις όμως με τη στάση σου. Όλοι αυτοί οι κληρικοί, διάκονοι, πρεσβύτεροι, επίσκοποι, που βρίσκονται εδώ, μαζεύτηκαν από όλο το νησί και ανέθεσαν σ' εμένα να διαλέξω τον άξιο κληρικό, που θα αναλάβει τη θέση του Αρχιεπισκόπου της Σαλαμίνας. Κλείστηκα λοιπόν, κι εγώ στο δωμάτιο μου και με δάκρυα παρακαλούσα τον Θεό να μου φανερώσει τον κατάλληλο. Ξαφνικά εκεί που προσευχόμουνα ένα φως άστραψε στο δωμάτιο και μια φωνή ακούστηκε να λέει:
— Πάππε, Πάππε, άκουσε! Πήγαινε αμέσως στην αγορά. Και τον μοναχό που θα βρεις να αγοράζει σταφύλια, πάρε τον και χειροτόνησέ τον επίσκοπο. Το όνομα του είναι Επιφάνιος. Και το πρόσωπο του ομοιάζει με τον προφήτη Ελισσαίο. Μη του φανερώσεις αμέσως για ποιο πράγμα τον θέλεις, για να μη σου φύγει. Αυτός είναι ο διαλεκτός. Αυτόν προορίζω. Αυτός θα τιμήσει την Εκκλησία μου.
Τα λόγια του γηραιού επισκόπου έκαμαν μεγάλη εντύπωση σ' όλους. Ο Επιφάνιος παρηγορήθηκε. Συγκινημένοι ανέβηκαν όλοι στο επισκοπείο, όπου δείπνησαν και δόξασαν τον Θεό. Την άλλη μέρα ανεχώρησε ο καθένας στην επισκοπή του.
Με τη χειροτονία του ο Επιφάνιος έγινε η πόλη η «επάνω ορούς κειμένη» κι ο λύχνος που τοποθετήθηκε «επί την λυχνίαν» για να λάμπει «πάσι τοις εν τη οικία». Και πέτυχε στο δύσκολο και βαρύ έργο του. Πέτυχε χάρη στο ζήλο του και την ταπεινοφροσύνη του. Πέτυχε χάρη στην αρετή και την αγιότητα του.
Στα 36 χρόνια της αρχιερατείας του, ο χειμαζόμενος λαός του νησιού βρήκε στο πρόσωπό του τον στοργικό πατέρα, τον ζηλωτή ιεραπόστολο, τον φωτεινό καθοδηγητή, τον ακούραστο προστάτη κι οδηγό.
Με τις αδιάκοπες ενέργειές του, το παράδειγμα και τη μόρφωσή του — γνώριζε πέντε γλώσσες, την Ελληνική, τη Συριακή, την Εβραϊκή, την Κοπτική και λίγο τη Λατινική - και προ παντός με τη δράση του, έγινε αφορμή ο χριστιανισμός να διαδοθεί παντού στην Κύπρο κι η Εκκλησία της να γίνει ζηλευτή.
Όταν ο άγιος τελούσε το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, κατά την ώρα της μετουσιώσεως των Τιμίων Δώρων, αναφέρεται πως ο ευλαβής επίσκοπος έβλεπε αυτό τούτο το Άγιο Πνεύμα να καταβαίνει επάνω στα Άχραντα Δώρα και να τα ευλογεί.
Φυσικά ο εχθρός της σωτηρίας των ανθρώπων, ο «αντίδικος ημών διάβολος», πολλές φορές την ολόλαμπρη δράση του φλογερού εργάτη της Εκκλησίας του Χριστού, προσπαθούσε να ανακόψει με ποικίλα εμπόδια και δυσκολίες. Η ταπεινοφροσύνη όμως του επισκόπου κι η πλούσια αγάπη, που ήταν θρονιασμένη στην ψυχή του, σκορπούσε τα εμπόδια και διέλυε τις πλεκτάνες.
Ο Επιφάνιος έγραψε και πολλά βιβλία. Τα σπουδαιότερα συγγράμματα του Επιφανίου είναι ο «Αγκυρωτός» και το «Πανάριον». Το πρώτον σε 120 παραγράφους περιλαμβάνει μια επιτομή της σύγχρονης προς τον άγιο Επιφάνιο Θεολογίας. Το «Πανάριον» δηλαδή κιβώτιο, όπως το εξηγεί ο ιερός συγγραφέας, περιέχει σωτηριώδη φάρμακα ,δηλαδή επιχειρήματα για την ανασκευή των αιρέσεων που υπήρχαν τότε. Τέτοιες αιρέσεις αναφέρει κάπου 80. Πολέμησε με σταθερότητα τις αιρέσεις και προάσπισε με πάθος την Ορθοδοξία. Ο ζήλος κι η αγάπη του γι' αύτη τον έσπρωχναν μερικές φορές σε υπερβολές. Η προσφορά του όμως υπήρξε μεγάλη κι ανιδιοτελής.
Μαζί με τέσσερις άλλους Κυπρίους επισκόπους, ο Επιφάνιος έλαβε μέρος και στη Δευτέρα Οικουμενική Σύνοδο.
Ο διάδοχος του αγίου και μαθητής του, ο Σαβίνος, έκτισε προς τιμή του στη Σαλαμίνα μέγιστο ναό, του οποίου τα ερείπια σώζονται ως τα σήμερα.
Ο άγιος Επιφάνιος είναι μια από τις πιο φωτεινές μορφές της Εκκλησίας του νησιού μας. Έζησε με τον Χριστό και για τον Χριστό. Κήρυξε το άγιο όνομά Του και θαυματούργησε στ' όνομά Του. Ζει στη συνείδηση των χριστιανών που αγαπούν πραγματικά τον Εσταυρωμένο Ιησού, κι εξακολουθεί και σήμερα να διδάσκει και να εμπνέει όλους εκείνους που ποθούν και ζητούν να ιδούν μια αληθινή χριστιανική κοινωνία γύρω τους. Μια κοινωνία χωρίς μίση και φυλακές και κάτεργα. Μια κοινωνία ειρήνης, ομόνοιας κι αγάπης. Μια κοινωνία Χριστού.
ΚΛΑΨΕ ΠΑ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ
«Τα φτερά κάνουν το παγώνι πανέμορφο και πολύ χαριτωμένο. Κι αυτό, που λες και το καταλαβαίνει, σαν περπατά, αγάλλεται και καμαρώνει για την ομορφιά του. Αν όμως τύχει και δει τα πόδια του που είναι άσχημα, ξεφωνίζει άγρια, σαν να θέλει να το φωνάζει. Έτσι κι εσύ, χριστιανέ. Όταν σκέφτεσαι, τι και πόσα σου χάρισε ο Θεός, να χαίρεσαι και να αγάλλεσαι. Όταν όμως δεις τις αμαρτίες σου, κλάψε μπροστά στον Θεό».
Απολυτίκιο Ήχος α'.
Του λίθου σφραγισθέντος...
Της Φοινίκης ο κλάδος και Κυπρίων το στήριγμα κα' Κωνστάντιας ανεδείχθης, Επιφάνιε, Πρόεδρος• δι' ο Ασσυρίων βασιλεύς πίπτει ποδών σου προσκυλινδούμενος• το πνεύμα διωκόμενον εξ αυτού δια της σης δεήσεως• δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα τω δωρησαμένω σε ημίν, πρέσβυν ακοίμητον.
Εξήγηση: Άγιε Επιφάνιε, βλαστάρι της Φοινίκης, αναδείχθηκες με τη χάρη του Θεού επίσκοπος στην Κωνστάντια κι έγινες το στήριγμα κι ο προστάτης των Κυπρίων. Γι' αυτό κι ένας βασιλιάς των Ασσυρίων, πέφτει στα πόδια σου κυλιόμενος μπροστά σου, με τις προσευχές σου τον απάλλαξες από το πονηρό πνεύμα που τον βασάνιζε. Ας είναι δοξασμένος Αυτός που σε δώρισε σε μας, για να πρεσβεύεις ακατάπαυστα για τη σωτηρία μας.
Αναδημοσίευση από: Πηγή Ζωής