Τα νέα του Ιερού Ναού μας για τον Οκτώβριο

1. Εξωκλήσι Μεγάλου Βασιλείου και Αγίας Αγάπης
Με ιδιαίτερη χαρά σας ενημερώνουμε ότι βρισκόμαστε στην φάση εικονογράφησης του τέμπλου στο εξωκλήσι των Αγίων Βασιλείου και Αγάπης Αγίας Νάπας. Όσοι επιθυμούν να γίνουν δωρητές για τις εικόνες του τέμπλου μπορούν να αποταθούν στον κ. Μάριο Πέροικο 99637877.

2. Κατά το μήνα Οκτώβριο ο Εσπερινός αρχίζει στις 5:30μ.μ. Ο Όρθρος τις Κυριακές στις 6:00-9:30π.μ. και τις καθημερινές 6:30-8:30π.μ.

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

30/01: Άγιοι Τρεις Ιεράρχες




Ὁμοῦ δίκαιον τρεῖς σέβειν Ἑωσφόρους,
Φῶς τρισσολαμπὲς πηγάσαντες ἐν βίῳ.
Κοινὸν τὸν ὕμνον προσφέρειν πάντας θέμις,
Τοῖς ἐκχέασι πᾶσι κοινὴν τὴν χάριν.
Ἔαρ χελιδὼν οὐ καθίστησι μία·
Αἱ τρεῖς ἀηδόνες δὲ τῶν ψυχῶν ἔαρ.
Τὴν μὲν νοητὴν ἡ Τριὰς λάμπει κτίσιν,
Τριάς γε μὴν αὕτη δὲ τὴν ὁρωμένην.
Ἀπώλεσαν μὲν οἱ πάλαι Θεοῦ σέβας,
Ἐξ Ἡλίου τε καὶ Σελήνης ἀφρόνως·
Κὰλλoς γὰρ αὐτῶν θαυμάσαντες καὶ τάχος,
Ὥσπερ θεοῖς προσῆγον οὐκ ὀρθῶς σέβας.
Ἐκ τῶν τριῶν τούτων δὲ φωστήρων πάλιν,
Ἡμεῖς ἀνηνέχθημεν εἰς Θεοῦ σέβας,
Κάλλει βίου γάρ, τῇ τε πειθοῖ τῶν λόγων,
Πείθουσι πάντας τὸν μόνον Κτίστην σέβειν.
Κτίσιν συνιστᾷ τὴν δὲ τὴν ὁρωμένην,
Τὸ Πῦρ, Ἀήρ, Ὕδωρ τε, καὶ Γῆς ἡ φύσις.
Οἱ δ᾿ αὖ συνιστῶντές τε κόσμον τὸν μέγαν,
Τὴν πρὸς Θεόν τε Πίστιν, ὡς ἄλλην κτίσιν
Στοιχειακῆς φέρουσι Τριάδος τύπον.
Μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδενὸς τῶν γηΐνων,
Καὶ γήϊνον νοῦν ἔσχον οὐδὲν ἐν λόγοις.
Ὁ Γρηγόριος γὰρ πῦρ πνέει νοῦς τὸν λόγον,
Πρὸς ὕψος αὖ πείθοντα πάντα ἐκτρέχειν.
Τοῖς λιποθυμήσασι δ᾿ ἐκ παθῶν πάλιν,
Ἀναπνοὴ τις οἱ Βασιλείου λόγοι.
Μιμούμενος δὲ τὴν ῥοὴν τῶν ὑδάτων,
Ὁ καρδίαν τε καὶ στόμα χρυσοῦς μόνος,
Τοὺς ἐκτακέντας ἐκ παθῶν ἀναψύχει.
Οὕτω πρὸς ὕψος τὴν βροτῶν πᾶσαν φύσιν,
Ἐκ τῆς χθονὸς φέρουσι τοῖς τούτων λόγοις.

Λάμψεν ἑνὶ τριακοστῇ χρυσοτρισήλιος αἴγλη.

Βιογραφία
Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:

Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081 - 1118 μ.Χ.), ο οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη (1078 - 1081 μ.Χ.), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους και ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον Γρηγόριο τον Θεολόγο, θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους, δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».

Στην έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.

Η εορτή αυτής της Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους το Ευαγγέλιο του Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της καθολικής της πληρότητας.

Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.


Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τούς ἀσφαλεῖς.
Τούς Ἱερούς καί θεοφθόγγους Κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν κάματον, ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τοὺς μεγάλους φωστῆρας τοὺς φεραυγεῖς, Ἐκκλησίας τοὺς πύργους τοὺς ἀρραγεῖς, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τῶν καλῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῶν λόγων τούτων, ὁμοῦ καὶ τῆς χάριτος· τὸν σοφὸν Χρυσορρήμονα, καὶ τὸν μέγαν Βασίλειον, σὺν τῷ Γρηγορίῳ, τῷ λαμπρῷ θεολόγῳ· πρὸς οὓς καὶ βοήσωμεν, ἐκ καρδίας κραυγάζοντες· Ἱεράρχαι τρισμέγιστοι, πρεσβεύσατε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην ὑμῶν.

Ὁ Οἶκος
Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι, καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ, δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος; ὅμως τοσοῦτον εἰπεῖν θαρρήσω, ὅτι πᾶσαν παρῆλθον τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν οἱ τρεῖς, τοῖς πολλοῖς καὶ μεγάλοις χαρίσμασι, καὶ ἐν πράξει καὶ θεωρίᾳ, τοὺς κατ᾿ ἄμφω λαμπροὺς ὑπεράραντες· διὸ μεγίστων δωρεῶν τούτους ἠξίωσας, ὡς πιστούς σου θεράποντας, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Μεγαλυνάριον
Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

28/01: Όσιος Εφραίμ ο Σύρος



Ασκητής με πολλή απλότητα, εγκράτεια και ενθουσιώδη πίστη. Προικισμένος με πλουσιότατη και φλογερώτατη φαντασία, εξασκούσε μεγάλη επιρροή στους συμπολίτες του.

Ο Εφραίμ γεννήθηκε στις αρχές του 4ου αιώνα, στη Νίσιβη της Συρίας. Διδάσκαλο ευτύχησε να έχει τον επίσκοπο Ιάκωβο, άνδρα μεγάλης θεολογικής παιδείας, που τον χειροτόνησε διάκονο.

Αλλά αυτός παραδίδεται ολοκληρωτικά στις μελέτες του και δε θέλησε να προβιβαστεί σε ανώτερο αξίωμα. Διότι θεωρεί σπουδαιότερο αυτό που είπε ο Απόστολος Παύλος: «Πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη, ίνα άρτιος ή ο του Θεού άνθρωπος, προς πάν έργον αγαθόν εξηρισμένος». Δηλαδή, όλη η Γραφή έχει εμπνευστεί από το Θεό. Γι’ αυτό είναι ωφέλιμη να διδάσκει την αλήθεια, να ελέγχει τις πλάνες, να διορθώνει αυτούς που αμαρτάνουν, να παιδαγωγεί στην αρετή και έτσι ο άνθρωπος του Θεού να είναι τέλειος, καταρτισμένος σε κάθε έργο αγαθό.

Έτσι, με αυτόν τον τρόπο ο Εφραίμ απέκτησε ξεχωριστή θέση στην εκκλησιαστική κίνηση του έθνους του.

Ήταν περίφημος ρήτορας, ο βαθύς και φλογερός συγγραφέας.

Ονομάστηκε προφήτης Σύρων, στύλος της Ορθοδοξίας, στόμα και κιθάρα του Αγίου Πνεύματος.

Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε το 379, αφού άφησε μεγάλο συγγραφικό έργο.

Απολυτίκιον
« Ρείθρον άυλον, εν τη ψυχή σου, τον ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατήρ,αναδέδειξαι, όθεν ημάς προς ηθών τελειότητα, τοις ιεροίς σου ρυθμίζεις διδάγμασιν. Εφραίμ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος».

Αναδημοσίευση από: Χριστιανική Φοιτητική Ένωση

Ακούστε το απολυτίκιον του Οσίου Εφραίμ του Σύρου:

Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2024

27/01: Άγιος Δημητριανός της Ταμασού, ο θαυματουργός

 



Λειτουργικά κείμενα

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

26/01: Των Αγίων Ξενοφώντος, Μαρίας, Αρκαδίου, Ιωάννου


Ο Άγιος Ξενοφώντας έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527-565 μ. Χ.). Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και ήταν άνθρωπος πλούσιος και ευσεβής. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία και είχε δύο υιούς, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη, τους οποίους έστειλε για σπουδές στη Βηρυττό.

Στο ταξίδι τους προς την Βηρυττό το πλοίο στο οποίο επέβαιναν βούλιαξε, τα δύο αδέλφια όμως σώθηκαν και η θάλασσα τους έβγαλε στα μέρη της Τύρου, τον μεν Ιωάννη στην Μελφηθά, τον δε Αρκάδιο στην Τετραπυργία.

Ο Ιωάννης μετά απ’ τη διάσωση του σκεπτόμενος την ματαιότητα του βίου άφησε τον κόσμο και αποσύρθηκε σε μοναστήρι. Εκεί αφιερώθηκε στη νηστεία, την αγρυπνία και την προσευχή. Είχε όμως στεναχώρια γιατί θεωρούσε ότι ο αδελφός του είχε πνιγεί.
Ο Αρκάδιος ,αφού και αυτός διασώθηκε από τον πνιγμό, αποφάσισε και αυτός να γίνει μοναχός. Πήγε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους και εκεί συνάντησε έναν άγιο και προορατικό γέροντα, ο οποίος τον έκειρε μοναχό, στην Μονή του Αγίου Σάββα, και του είπε ότι ο αδελφός του ζει και θα τον συναντήσει. Ο γέροντας έμεινε με τον Αρκάδιο ένα χρόνο και κατόπιν έφυγε στην έρημο αφού του υποσχέθηκε ότι θα γυρίσει σε τρία χρόνια να τον δει.

Ο πατέρας των παιδιών, ο Ξενοφώντας, επειδή για δύο χρόνια δεν είχε νέα τους, έστειλε άνθρωπο στην Βηρυτό για να μάθει τι κάνουν. Εκεί τον πληροφόρησαν ότι τα παιδιά δεν είχαν πάει στη Βηρυτό. Εκείνος ψάχνοντας για τα ίχνη του Ιωάννου και του Αρκαδίου αναχώρησε για την Αθήνα. Στο δρόμο συνάντησε κάποιον ο οποίος ταξίδευε με τα παιδιά. Εκείνος τον πληροφόρησε για το ναυάγιο και του είπε ότι τα παιδιά πνίγηκαν. Ο απεσταλμένος του Άγίου Ξενοφώντα επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και διηγήθηκε τα καθέκαστα στο ευλογημένο ζευγάρι, την Οσία Μαρία και τον Όσιο Ξενοφώντα. Αφού άκουσαν τα νέα, αντί να πέσουν σε θρήνο, έκαναν προσευχή και στο όνειρο τους είδαν τα παιδιά τους να στέκονται μπροστά στο Χριστό φορώντας στο κεφάλι τους λαμπρά στεφάνια. Τότε πίστεψαν ότι τα παιδιά δεν πνίγηκαν, αλλά ζουν και αποφάσισαν να πάνε στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα και αναζήτηση των τέκνων τους. 

Καθώς επισκέπτονταν τα Ιερά προσκυνήματα και μοίραζαν ελεημοσύνη, συνάντησαν τον γέροντα του Αρκαδίου, ο οποίος με το προορατικό χάρισμα που είχε τους αναγνώρισε και τους χαιρέτισε με τα ονόματά τους. Κατόπιν τους είπε να πάνε για προσκύνημα στον Ιορδάνη ποταμό και στην επιστροφή θα τους δείξει που είναι τα παιδιά τους.

Ο γέροντας πήγε στον Γολγοθά όπου κατά θεία Οικονομία ήρθε και ο Ιωάννης και ο Αρκάδιος για προσκύνημα. Σε δύο ημέρες επέστρεψαν και οι γονείς τους και ο γέροντας τους είπε να ετοιμάσουν πλούσια τράπεζα και εκεί θα τους δείξει τα παιδιά τους. Πήρε τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη και πήγαν στο τραπέζι όπου ετοίμασαν οι γονείς τους και εκεί συναντήθηκε ολόκληρη η οικογένεια.

Αφού δόξασαν και ευχαρίστησαν το Θεό, ο Όσιος Ξενοφώντας και η Οσία Μαρία παρακάλεσαν τον γέροντα να τους κάνει μοναχούς. Και τα μεν παιδιά τους, Αρκάδιος και Ιωάννης, ακολούθησαν τον γέροντα στην έρημο, όπου έμειναν μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής τους, αξιωθέντες από τον Θεό να θεραπεύουν ασθένειες. Η μητέρα τους, Οσία Μαρία, πήγε σε γυναικείο μοναστήρι, όπου έφτασε σε μεγάλα ύψη αγιότητας και αξιώθηκε από το Θεό να θεραπεύει δαιμονισμένους και ο Άγιος Ξενοφώντας, αφού πούλησε όλη την περιουσία του και την μοίρασε στους πτωχούς, έζησε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του στην έρημο, αξιώθηκε μεγάλων χαρισμάτων από τον Φιλάνθρωπο Κύριο και κοιμήθηκε στις αρχές του έκτου αιώνα. 

Η αγία οικογένεια, πατέρας, μητέρα και τα παιδιά τους εορτάζονται από την Εκκλησία μας στις 26 Ιανουαρίου.

Πρεσβείαις Κύριε των Αγίων σου, αξίωσε και εμάς. της ακράδαντης πίστεως και εμπιστοσύνης στο πρόσωπο Σου, της υπομονής, του χαρίσματος της ελεημοσύνης και όλων των αρετών που στόλιζαν την αγία αυτή οικογένεια και ελέησε και σώσε όλους εμάς. Αμήν!

Ακούστε το απολυτίκιον του Αγίου Ξενοφώντος:

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

25/01: Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος


Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, θεωρείται ως «τῶν θεολόγων ὁ νοῦς ὁ ἀκρότατος». Είναι ο ένας από τους τρεις εκκλησιαστικούς άνδρες, που η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά με την προσωνυμία «Θεολόγος». Οι άλλοι δύο είναι ο Ευαγγελιστὴς Ιωάννης και ο όσιος Συμεὼν ο Νέος Θεολόγος.

Καταγόταν από από την Αριανζό, μία κοινότητα πλησίον της πόλης Ναζιανζού στην Μικρά Ασία. Γεννήθηκε μεταξύ των ετών 328-330 μ.Χ. Ήταν μέλος μίας αγίας οικογένειας∙ ο πατέρας του Γρηγόριος, Επίσκοπος Ναζιανζού, η μητέρα του Νόννα, η αδελφή του Γοργονία και ο αδελφός του Καισάριος ο ιατρός τιμώνται, επίσης, ως Άγιοι της Εκκλησίας μας.

Ο Γρηγόριος έμαθε τον Χριστιανισμό από τη μητέρα του Νόννα. Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα από τον εξάδελφο του Καρτέριο και το θείο του Αμφιλόχιο. Για την περαιτέρω μόρφωσή του φοίτησε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στην Παλαιστίνη, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα, όπου παρέμεινε για αρκετά χρόνια.

Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά διάρκεια των σπουδών του γνώρισε μεγάλους εκκλησιαστικούς άνδρες• στην Καισάρεια τον Μέγα Βασίλειο, με τον οποίο, μετέπειτα, σύναψε σχέσεις ισχυρής και αρραγούς φιλίας, και στην Αλεξάνδρεια τον Μέγα Αθανάσιο και τον Μέγα Αντώνιο.

Μετά τις πολυετείς σπουδές του, το 359 επέστρεψε στη πατρίδα του, όπου εργάστηκε ως ρητοροδιδάσκαλος. Επειδή, όμως, είχε έφεση προς την ησυχία, σύντομα διαπίστωσε ότι η ζωή στον κόσμο δεν τον ικανοποιούσε, γι’ αυτό και πήρε την απόφαση να ασκητέψει στην έρημο. Μετέβη, λοιπόν, στον Πόντο, κοντά στον Ίρι ποταμό, στο κτήμα όπου ήδη ασκήτευε ο Βασίλειος. Έτσι, μαζί, πλέον, οι δύο φίλοι επιδόθηκαν στην άσκηση για να ζήσουν, ό,τι η ψυχή τους ποθούσε περισσότερο. Ακόμη, παράλληλα με την άσκηση, μελέτησαν τα θεολογικά γράμματα, φιλοτέχνησαν τη Φιλοκαλία, αλλά και συνέταξαν διάφορους κανόνες που ρυθμίζουν τη μοναχική ζωή.

Λίγο αργότερα, μεταξύ των ετών 361-362, ο Γρηγόριος γύρισε στην πατρίδα του, λόγω της αδυναμίας του πατέρα του να αντιμετωπίσει την έξαρση των αιρέσεων, όπου και πείσθηκε να χειροτονηθεί ιερέας, ώστε να συμβάλει στο δύσκολο έργο, που είχε να φέρει εις πέρας ο γηραιός πατέρας του. Ωστόσο, λόγω των δυσχερειών, δεν παρέμεινε για αρκετό καιρό, καθώς τον επόμενο χρόνο αναχώρησε για το ασκητήριο του στον Πόντο, όπου βρισκόταν ο φίλος του Βασίλειος. Ο Βασίλειος, βλέποντας το Γρηγόριο να υποχωρεί, κάτω από το βάρος των νέων του καθηκόντων και του ανελέητου πολέμου των αιρετικών, φιλοξένησε το φίλο του, ωσότου μπορέσει ν’ ανακτήσει τις δυνάμεις, που θα του επέτρεπαν να συνεχίσει το έργο του. Πράγματι, όταν ο Γρηγόριος βρήκε το κουράγιο, επέστρεψε στην Ναζιανζό, όπου εργάστηκε με ζήλο και πολύ ενδιαφέρον για το ποίμνιό του, καταφέρνοντας, τελικά, να ελκύσει και πάλι στην Εκκλησία πιστούς, που πλανήθηκαν από την αίρεση του Αρείου.

Μάλιστα, όταν ο Βασίλειος αντιμετώπισε δυσκολίες, λόγω της κακής συμπεριφοράς του Ευσεβίου Καισαρείας, ο Γρηγόριος ανταπέδωσε τη συμπαράσταση, μένοντας με το φίλο του στο ησυχαστήριο του Πόντου, μέχρι που απέθανε ο Ευσέβιος. Τότε, ο Γρηγόριος έπεισε το φίλο του να επιστρέψει στην Καισάρεια ως υποψήφιος Επίσκοπος. Η παρουσία του στην πόλη, όμως, προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις, γι’ αυτό και ο Βασίλειος ειδοποίησε το Γρηγόριο να προστρέξει προς υποστήριξή του. Ο Γρηγόριος, παρόλο που στην αρχή προβληματιζόταν, πείσθηκε από τον πατέρα του να μεταβεί στην Καισάρεια, για να βοηθήσει το Βασίλειο.

Έτσι, μετά την άφιξή του στην πόλη, το 372, ο φίλος του Βασίλειος και ο πατέρας του, τον χειροτόνησαν Επίσκοπο Σασίμων, παρά τη θέλησή του, προκειμένου ο Βασίλειος να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις ενέργειες του Αυτοκράτορα Ουάλεντου. Ωστόσο, λόγω της ιδιοσυγκρασίας του, ο Γρηγόριος δεν θέλησε να εμπλακεί στη διαμάχη του Βασιλείου με τον Ουάλεντο, γι’ αυτό και επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου συνεργάστηκε με τον πατέρα του μέχρι το 374, χρονιά κατά την οποία κοιμήθηκε τόσο ο γηραιός πατέρας του Γρηγόριος, όσο και η μητέρα του Νόννα.

Τη Ναζιανζό υπηρέτησε, για λίγο ακόμη χρονικό διάστημα, μέχρι που αντιλήφθηκε ότι οι κάτοικοι της πόλης καθυστερούσαν την εκλογή νέου Επισκόπου, με σκοπό να τον αναδείξουν Επίσκοπο της πόλης. Επειδή όμως δεν ήθελε να αναλάβει την έδρα, αποσύρθηκε στην Ιερά Μονή της Αγίας Θέκλας, στη Σελεύκεια, για να ησυχάσει. Ωστόσο την ησυχία του διατάραξε ο θάνατος του φίλου του Βασιλείου. Τόσο πολύ συγκλονίστηκε ο Γρηγόριος, ώστε έφθασε στο σημείο να λέγει πως «μία μοι των κακών λύσις, ο θάνατος».

Βέβαια, όταν η Σύνοδος, που έγινε στην Αντιόχεια το 379, αποφάσισε την αποστολή του στην Κωνσταντινούπολη ανταποκρίθηκε με θέρμη, διότι οι αιρετικοί έπνιγαν κάθε φωνή Ορθοδοξίας, τόσο στον εκκλησιαστικό, όσο και στον πολιτειακό χώρο της περιοχής. Ευτυχώς, στην αρχή δεν ελήφθη σοβαρά υπόψη η παρουσία του, γι’ αυτό και μπόρεσε να μετατρέψει ένα δωμάτιο σε εκκλησάκι, ώστε να λειτουργεί και να κηρύσσει. Με τη πάροδο του χρόνου οι πιστοί που συνέρρεαν για να λειτουργηθούν, αλλά και για να ακούσουν του λόγους του Γρηγορίου ολοένα και αυξάνονταν, ώστε να μην τους χωράει, πλέον, το μικρό εκείνο εκκλησάκι. Γι’ αυτό διεύρυναν το χώρο και του έδωσαν το όνομα Αγία Αναστασία (αφού εκεί αναστήθηκε ο ορθόδοξος λόγος). Σ’ αυτό, επίσης, το ναό εκφώνησε ο Γρηγόριος τους πέντε περίφημους και απαράμιλλους σε θεολογικό περιεχόμενο λόγους του.

Η ανάσταση της Ορθοδοξίας στην Κωνσταντινούπολη, όμως, δεν ενόχλησε μόνο τους αιρετικούς, αλλά έδωσε και την ευκαιρία σε ματαιόδοξους συνεργάτες του Γρηγορίου να κινηθούν προς κατάληψη του αρχιεπισκοπικού θρόνου της Πόλης, πριν ο λαός απαιτήσει την άνοδο του Γρηγορίου. Τα λυπηρά αυτά γεγονότα, όμως, πλήγωσαν ιδιαίτερα τον Άγιο Γρηγόριο, διότι σημειώθηκαν, όχι από αιρετικούς, αλλά από δικούς του ανθρώπους, γι’ αυτό, και πάλι, αναγκάστηκε να πάρει το δρόμο της φυγής. Ο λαός, όμως, επειδή τον αγαπούσε πολύ, τον παρακάλεσε με θέρμη να επιστρέψει. Τότε, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος, εις ένδειξη εκτίμησης και από μέρους του, παρέδωσε τον Καθεδρικὸ Ναὸ στους Ορθοδόξους, ώστε να μπορεί να επιτελείται το εκκλησιαστικό έργο κατά τρόπο απρόσκοπτο και εποικοδομητικό προς δόξαν Χριστού.

Το μέγεθος της προσωπικότητας του Γρηγορίου και το σπουδαίο ποιμαντικό έργο, που επιτελούσε, ενέπνευσε το λαό να τον προωθήσει στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ο Γρηγόριος αρνήθηκε, βέβαια, λέγοντας ότι η Σύνοδος θα πρέπει ν’ αποφασίσει ποιός θα αναλάβει το θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Έτσι, όταν το 381, ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος συνεκάλεσε στην Πόλη τη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, μεταξύ άλλων αποφάσεων, η Σύνοδος ανακήρυξε το Γρηγόριο Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Η απόφαση αυτή, όμως, πυροδότησε νέες αντιδράσεις απ’ όσους τον αντιπαθούσαν και απ’ οσους ορέγονταν την έδρα της Κωνσταντινούπολης. Γι' αυτό έβρισκαν ή επινοούσαν διάφορες αφορμές, ώστε να εξαναγκάσουν το Γρηγόριο να παραιτηθεί• ελεγαν, για παράδειγμα, ότι η ανακήρυξη του ως Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως ήταν αντικανονική, επειδή διατελούσε, δήθεν, Επίσκοπος Σασίμων. Ασφαλώς, το επιχείρημά τους στερείτο σοβαρότητας, διότι ο Γρηγόριος ποτέ δεν λειτούργησε εκεί.

Τελικά, λόγω των σφοδρών αντιδράσεων, ο Γρηγόριος πήρε την απόφαση να αποχωρήσει από την Κωνσταντινούπολη, για να μην προκληθεί περαιτέρω ζημιά στην Εκκλησία. Έτσι, αφού είπε, ενώπιων της Συνόδου, πως αν πραγματικά είναι υπαίτιος των κακών, ας πάθει ό,τι και ο Προφήτης Ιωνάς, ανεχώρησε για την πατρίδα του.

Ασφαλώς, όταν έφθασε στη Ναζιανζό δεν παρέδωσε τα όπλα, αλλά πάλι ενδιαφέρθηκε με θέρμη για τους πιστούς της πατρίδας του. Αντιμετώπισε, λοιπόν, και εκδίωξε τους πάσης φύσεως αιρετικούς, υψώνοντας το ανάστημά του, ως κορυφαίος Θεολόγος και άριστος φιλόσοφος.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος κοιμήθηκε στις 25 Ιανουαρίου του 390/391.

Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, στο Άγιον Όρος.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 25 Ιανουαρίου, ημέρα της κοιμήσεώς του, ενώ στις 30 Ιανουαρίου συνεορτάζεται μαζί με το Μέγα Βασίλειο και τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο.

Απολυτίκιο
«Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου, τάς τῶν ρητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας• ὡς γάρ τά βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι. Ἀλλά πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».

Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος

Αναδημοσίευση από: Εκκλησία της Κύπρου

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

24/01: Η Αγία Ξένη


Η Αγία Ξένη καταγόταν από τη Ρώμη και από γενιά τιμημένη και εύπορη. Οι γονείς της επιθυμούσαν αν την νυμφεύσουν. Ενώ όμως είχαν τα πάντα ετοιμασθεί για τον γάμο, εκείνη εγκατέλειψε τη νυφική παστάδα, παίρνοντας μαζί της και δύο πιστές της θεραπαινίδες και διά θαλάσσης έφθασε στην πόλη των Μυλασών. Στα Μύλασα μάλλον πήγε και εγκαταστάθηκε, ύστερα από συμβουλή του μακαρίου μοναχού Παύλου, ο οποίος εμφανίστηκε στην Οσία μετά από θείο φωτισμό, όταν εκείνη πέρασε από την Αλεξάνδρεια και έγινε ο πνευματικός της καθοδηγητής. Στην πόλη των Μυλασών, η Οσία Ξένη έκτισε ιερό ναό προς τιμήν του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Εκεί κτίσθηκαν και κελιά όπου διέμεναν η Ξένη, οι δύο θεραπαινίδες και λίγες άλλες παρθένες. Η Οσία Ξένη, αφού διήλθε την ζωή της θεοφιλώς και οσίως, κοιμήθηκε με ειρήνη. Όταν παρέδωσε την αγία της ψυχή στον Θεό, ενώ ο ήλιος φώτιζε την γη, φάνηκε στον ουρανό Σταυρός, που τον σχημάτιζαν αστέρες. Τουν ουράνιο αυτό Σταυρό τον περιέκλειε χορός αστέρων, σαν να ήταν, καθώς φαίνεται, στεφάνι της Οσίας Ξένης, με το οποίο την επιβράβευε ο Θεός για τις νηστείες της, τις αγρυπνίες της και την αγνότητα του σώματος και της ψυχής.

Αναδημοσίευση από: Άγιοι και Εκκλησία

Ακούστε το απολυτίκιον της Αγίας Ξένης:




Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2024

Μα γιατί πάτε εκκλησία, τι κάνετε τόσες ώρες εκεί;


Ρωτάνε μερικοί :"Μα γιατί πάτε εκκλησία, και αυτός είναι ένας χώρος όπως το σπίτι μας, τι καταλαβαινετε,τι κάνετε τόσες ώρες εκει;

Και απαντω: "Tίποτα δεν κάνουμε,όταν είσαι εννιά μήνες στην κοιλιά της μάνας σου τι κάνεις; τίποτα. Περιμένεις να βγεις στον αληθινό κόσμο. Η μάνα σου και ο οργανισμός της προσπαθούν να σε γεννήσουν υγιή. Έτσι και στην εκκλησία, κυοφορεισαι μέσα στο «σώμα »της εκκλησίας, του Θεού και προσπαθείς από εκεί μέσα να σταθείς όρθιος ως τον θάνατο σου για να μπεις στην Βασιλεία του Θεού. Παλεύεις με τον εαυτό σου και τον αντίθετο."

Αυτό είναι η εκκλησία, η μήτρα που μας κυοφορει για να αναγεννηθουμε εν Χριστω και κριμα αλλα ματαιοπονούν όσοι νομίζουν ότι κάτι θα πετύχουν εκτός αυτής.Ουδεις μπορεί να γεννηθεί φυσιολογικά εκτός της μήτρας.

Αναδημοσίευση από: Ελληνορθόδοξος Παλμός

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

21/01: Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παραμυθίας

Βιογραφία
Το έτος 807 μ.Χ. κατά την ημέρα αυτή και ενώ ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου ήταν μέσα στο ναό, άκουσε ξαφνικά μέσα από την εικόνα τη φωνή της Θεοτόκου, που του είπε να μην ανοίξουν εκείνη την ημέρα τις πύλες της μονής, επειδή παραμόνευαν οι πειρατές. Έκπληκτος ο ηγούμενος είδε αμέσως ότι το πρόσωπο της Θεοτόκου έγινε ζωντανό, ομοίως και του βασταζόμενου στην αγκαλιά της Ιησού Χριστού, ο οποίος σήκωσε το δεξί του χέρι και πήγε με αυτό να καλύψει το στόμα της Παναγίας. Αλλά αμέσως η Παντάνασσα κράτησε το χέρι του Μονογενούς Υιού της και προς τούτο έκλινε δεξιότερα το πρόσωπό της και σχεδόν είπε τους ίδιους λόγους.

Ο ηγούμενος αμέσως κάλεσε τους μοναχούς, οι οποίοι θαύμασαν το γεγονός και διαπίστωσαν ότι η εικόνα είχε λάβει άλλη μορφή και σχηματισμό διαφορετικό.


Πηγή: Ορθόδοξος Συναξαριστής

Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2024

20/01: Ο Άγιος Ευθύμιος

Ο άγιος Ευθύμιος (377-473) γεννήθηκε στη Μελιτηνή της Αρμενίας από γονείς που είχαν μεγάλη πίστη και θεάρεστη ζωή, τον Παύλο και τη Διονυσία. Καθότι η μητέρα του ήταν στείρα έλαβε το όνομα Ευθύμιος από τους γονείς του για τη χαρά και ευθυμία που ένιωσαν για τη γέννησή του.Σε ηλικία τριών χρόνων έχασε τον πατέρα του, αλλά η μητέρα του διατήρησε την ψυχική της δύναμη και προστάτευσε το παιδί της.

Ο επίσκοπος Ευτρώιος διέκρινε τα χαρίσματα του παιδιού και το προστάτευσε. Αφού σπούδασε ο Ευθύμιος, χειροτονήθηκε διάκονος και κατόπιν ιερέας και μάλιστα κρίθηκε κατάλληλος να διευθύνει το μοναστήρι της Μελιτηνής. Έζησε ασκητικά κοντά στη Λαύρα της Φαράν, όπου γνωρίστηκε με τον όσιο Θεόκτιστο. Έζησαν και οι δυο τους στην έρημο. Κατά το πρότυπό της Λαύρας της Φαράν ιδρύθηκαν εκεί πολλά μοναστήρια με την επίβλεψή τους. Συμβούλευε τους μοναχούς να μην έχουν δικό τους θέλημα, να κρατούν στην κορυφή την ταπεινοφροσύνη και την υπακοή, να περιμένουν και να μεριμνούν πάντοτε για την ώρα του θανάτου και τη φοβερή της κρίσεως ημέρα.

Τα πολλά χαρίσματα του αγίου Ευθυμίου τράβηξαν κοντά του πλήθος ανθρώπων. Αξιώθηκε από το Θεό να μη βλάπτεται από τα σαρκοβόρα και φαρμακερά θηρία που είχε δίπλα του. Επίσης, έθρεψε θαυματουργικά τετρακόσιους Αρμένιους που πέρασαν από το μοναστήρι του. Ακόμη, αξιώθηκε να απολαμβάνει την κοινωνία και μετάληψή του Αγίου Πνεύματος, να τον καταυγάζει θείο φως και να ‘χει το διορατικό χάρισμα.

Την εποχή που οι αιρετικοί αλώνιζαν παντού ο όσιος στήριξε λαϊκούς και μοναχούς στην ορθή πίστη. Ελάχιστοι έμειναν αμετακίνητοι στην Ορθοδοξία. Ανάμεσά τους και οι μοναχοί του αγίου, που έμειναν πιστοί και στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451) και η στάση τους δικαιώθηκε. Ο άγιος Ευθύμιος με ιεραποστολική εργασία χριστιανικού φωτισμού μεταξύ των αραβικών πληθυσμών οδήγησε στη χριστιανική πίστη πολλούς από τους Σαρακηνούς (Άραβες) και καταπολέμησε τις αιρέσεις των Νεστοριανών, Μονοφυσιτών και Μανιχαίων. Η αυτοκράτειρα Ευδοκία, σύζυγος Θεοδοσίου του Β’, που έκλινε προς το μονοφυσιτισμό επανήλθε στους κόλπους της ορθόδοξης Εκκλησίας, αφού πείστηκε από τον Ευθύμιο.

Η Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη του στις 20 Ιανουαρίου.

Απολυτίκιο
Ευφραίνου έρημος η ου τίκτουσα, ευθύμησον η ουκ ωδίνουσα. ότι επλήθυνέ σοι τέκνα, ανήρ επιθυμιών των του Πνεύματος, ευσεβεία φυτεύσας, εγκρατεία εκθρέψας, εις αρετών τελειότητα. Ταις αυτού ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.

Αναδημοσίευση από: Ενοριακά Νέα

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

19/01: Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος

Ο όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος έζησε τον 4ο αιώνα μ. Χ. Πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στην έρημο με εγκράτεια και προσευχή. Τα ασκητικά του παλαίσματα είναι όντως θαυμαστά και η διδασκαλία του είναι καρπός εμπειρίας. Δηλαδή, τα όσα διδάσκει είναι αληθινή θεολογία, είναι ρήματα ζωοποιά και σωτηριώδη, τα οποία εξέρχονται από καρδιά που είναι ναός του Αγίου Πνεύματος και γι’ αυτό γλυκαίνουν τον νου και την καρδιά και δημιουργούν έμπνευση και διάθεση για προσευχή.

Όσο επεδίωκε την σιωπή και την ησυχία τόσο η φήμη τον κατεδίωκε και γι’ αυτό έτρεχαν στην έρημο πάρα πολλοί άνθρωποι για να ακούσουν την σοφή διδασκαλία του και να τραφούν πνευματικά. Αυτός τότε, όταν καταλάβαινε ότι συγκεντρωνόταν έξω από το κελλί του πλήθος ανθρώπων, έφευγε μέσα από υπόγεια σήραγγα, που ένα μέρος της έσκαψε ο ίδιος με τα χέρια του, σε μια σπηλιά, όπου συνέχιζε να προσεύχεται στην αγαπημένη του ησυχία. Αυτό το έκανε από αγάπη για τους ανθρώπους και όχι από περιφρόνηση και αδιαφορία γι’ αυτούς, αφού τους αγαπούσε αληθινά, αλλά αισθανόταν ότι τους ωφελούσε περισσότερο με την προσευχή του παρά με τον λόγο του. Η προσευχή του είχε μεγάλη δύναμη και δι’ αυτής ο Θεός ετέλεσε πολλά θαύματα, αρκετά από τα οποία, όπως θεραπείες ασθενών και δαιμονιζομένων, καθώς και αναστάσεις νεκρών, αναφέρει λεπτομερώς ο ιστορικός Παλλάδιος.

Ένα από τα πολλά θαύματα που τέλεσε ο Θεός εισακούοντας την προσευχή του δούλου του Μακαρίου είναι και το εξής: Κάποια μέρα εφόνευσαν κρυφά έναν άνθρωπο και οι στρατιώτες χωρίς να γνωρίζουν τον ένοχον συνέλαβαν κάποιον αθώο. Εκείνος διαμαρτυρόταν και φώναζε ότι είναι αθώος, αλλά οι στρατιώτες δεν επείθοντο και ενώ τον οδηγούσαν στην δικαιοσύνη, μπόρεσε και τους ξέφυγε και κατέφυγε στο κελλί του οσίου Μακαρίου. Οι στρατιώτες μπήκαν στο κελλί, τον συνέλαβαν και τον έδεσαν, ενώ εκείνος φώναζε συνεχώς ότι είναι αθώος. Ο όσιος τον λυπήθηκε και πήγε στον τάφο του φονευθέντος μαζί με όλους εκείνους τους ανθρώπους. Γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά και μετά ρώτησε τον φονευθέντα εάν ο φερόμενος ως δράστης είναι αυτός που τον εφόνευσε. Τότε ακούσθηκε φωνή μέσα από τον τάφο να λέγη ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αθώος και ότι «άλλος με εφόνευσε τίμιε πάτερ». Ο όσιος τον ευχαρίστησε και του είπε να αναπαυθή εν ειρήνη. Τότε οι στρατιώτες ελευθέρωσαν τον αθώο και παρεκάλεσαν τον όσιο να τους υποδείξη τον ένοχο, αφού ερωτήση και πάλι τον φονευθέντα. Ο όσιος Μακάριος τους είπε ότι είναι αρκετό το ότι τους βεβαίωσε πως ο άνθρωπος αυτός δεν πρέπει να τιμωρηθή γιατί είναι αθώος και ότι ο ίδιος δεν είναι κριτής για να τιμωρήση τον ένοχο.

Στα Συναξάρια αναφέρονται κάποια περιστατικά, τα οποία είναι εντυπωσιακά και ταυτόχρονα διδακτικά. Ένα από αυτά είναι και το παρακάτω:

- Κάποτε εκεί που περπατούσε συνάντησε δύο νέους διαφορετικού φύλου να περιπτύσσονται και να ασπάζονται περιπαθώς ο ένας τον άλλον. Ο όσιος αντί να τους κατακρίνη, ελεεινολόγησε τον εαυτό του λέγοντας: «Εσύ άθλιε έχεις τόση αγάπη προς τον Χριστό όσην έχουν αυτά τα παιδιά μεταξύ τους;». Μέ αυτόν τον τρόπο ταπεινώθηκε, αλλά και την κατάκριση απέφυγε.

Ετελειώθη εν ειρήνη σε βαθύ γήρας, ήτοι σε ηλικία 90 ετών.

Ο ιερός υμνογράφος απευθυνόμενος στον όσιο Μακάριο του λέγει, μεταξύ των άλλων, και τα εξής: «Της μακαριότητος της υπέρ νουν ορεγόμενος, ελογήσω θεσπέσιε• τρυφήν την εγκράτειαν, την πτωχείαν πλούτον, την ακτημοσύνην περιουσίαν ασφαλή και ευδοξίαν την μετριότητα• διο και της εφέσεως της κατά γνώμην επέτυχες, εν σκηναίς αυλιζόμενος των αγίων Μακάριε» (Στιχηρό Εσπερινού). Δηλαδή, ο όσιος αγαπούσε περισσότερο από όλα τον Θεό και ορεγόταν όχι τα πρόσκαιρα και φθαρτά, αλλά την μακαριότητα της Βασιλείας Του. Για τον λόγο αυτόν θεωρούσε ως τρυφή την εγκράτεια, ως αληθινό πλούτο την φτώχεια, ως ασφαλή περιουσία την ακτημοσύνη και ως αληθινή δόξα την ταπείνωση. Γι’ αυτό και επέτυχε να απολαύση αυτά που ποθούσε και για τα οποία αγωνιζόταν και αγάλλεται αιωνίως στα ουράνια σκηνώματα μαζί με όλους τους Αγίους.

Ο βίος και η πολιτεία του οσίου Μακαρίου μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:
Αληθινός πλούτος είναι αυτός που δεν φθείρεται και που δεν μπορούν οι κλέφτες να τον κλέψουν και να τον αφαιρέσουν από τον κάτοχό του. Και τέτοιος είναι η εκούσια φτώχεια που αποκτάται με την ελεημοσύνη, η οποία είναι στην πραγματικότητα κατάθεση στα «θησαυροφυλάκια» του ουρανού. Ασφαλής περιουσία είναι ο πλούτος της κεκαθαρμένης από τα πάθη καρδιάς, επειδή μέσα σ’ αυτήν είναι θησαυρισμένη η άκτιστη Χάρη του Θεού.

Όποιος κυνηγά τον πρόσκαιρο πλούτο και την εφήμερη δόξα στην πραγματικότητα απεμπολεί την ελευθερία με την οποία τον προίκησε ο Θεός και υποδουλώνεται στους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι, με τον έναν η τον άλλο τρόπο, τον βοήθησαν να τα αποκτήση, επειδή τον έχουν στο χέρι, κατά το κοινώς λεγόμενο, και μπορούν να τον εκβιάζουν όποτε θέλουν. Όποιος υποδουλώνεται ελεύθερα στον Θεό και ζη κάτω από την σκέπη Του, σύμφωνα με το θέλημά Του, αυτός, κατά τον όσιο Μακάριο, δέχεται «την εξ ύψους δύναμιν, την επουράνιον του Πνεύματος αγάπην και αφού λάβει το επουράνιο πυρ της αθανάτου ζωής, λύεται από κάθε κοσμική και ψεύτικη αγάπη και ελευθερώνεται από κάθε δεσμό κακίας» και παραμένει αληθινά ελεύθερος να αγαπά και να πράττη το αγαθό και ευάρεστο στον Θεό.

Αληθινά ελεύθερος δεν είναι εκείνος ο οποίος κάνει ο,τι του υπαγορεύουν τα πάθη, οι κακίες και οι αδυναμίες του, ήτοι το να αμαρτάνη, να μισή, να γκρεμίζη και να καταστρέφη, αλλά εκείνος που μπορεί να αγαπά ανιδιοτελώς και να σέβεται, να προσφέρη και να ευεργετή με κάθε τρόπο τους συνανθρώπους του.

Του πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Η μνήμη του οσίου Μακαρίου του Αιγυπτίου τιμάται στις 19 Ιανουαρίου.
Αναδημοσίευση από: Εκκλησιαστική Παρέμβαση

19/01: Ο βίος του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού


Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός γεννήθηκε το 1392 μ.Χ. από ευσεβείς και πιστούς γονείς, τον αρχιδικαστή, σακελλίων και διάκονο της Μεγάλης Εκκλησίας Γεώργιο και τη Μαρία που ήταν κόρη του ευσεβούς ιατρού Λουκά. Είχε ακόμα έναν μικρότερο αδερφό που ονομαζόταν Ιωάννης. Λόγω των πολλών του πνευματικών χαρισμάτων έκανε περίλαμπρες θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές και μαθήτευσε στους πλέον φημισμένους διδασκάλους της εποχής του, τον Ιωάννη Χορτασμένο (κατόπιν Ιγνάτιο Μητροπολίτη Σηλυμβρίας) και τον μαθηματικό και φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα. Μεταξύ των συμμαθητών του ήταν και ο μετ' έπειτα άσπονδος εχθρός του Βησσαρίων ο καρδινάλιος που ήταν υπέρμαχος της ένωσης.

Δίδασκε στο φροντιστήριο του πατέρα του, και αργότερα, μετά τον θάνατο αυτού, τον διαδέχθηκε στο διδασκαλικό επάγγελμα. Διακρίθηκε σαν δάσκαλος της ρητορικής και μεταξύ των μαθητών του, που διέπρεψαν αργότερα, ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ο πρώτος μετά την πτώσιν της Πόλεως Πατριάρχης), ο Θεόδωρος Αγαλλιανός, ο Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας και ο αδελφός του Ιωάννης ο Ευγενικός.

Στο 25ο έτος της ηλικίας του αποφάσισε να γίνει μοναχός και γι' αυτό έφυγε σε μια Μονή στους Πριγκηπόνησους. Εκεί ετάχθη υπό την πνευματική επιστασία ενάρετου μοναχού, του Συμεών, ο όποιος τον έκειρε μοναχό και τον μετονόμασε από Εμμανουήλ, που ήταν το πρώτο του όνομα, σε Μάρκο. Κατόπιν από τα νησιά αυτά έφυγε και πήγε στη Μονή των Μαγκάνων, όπου χειροτονήθηκε Ιερέας. Αφού έγινε κληρικός, το 1436 μ.Χ. εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Εφέσου.

Ακολούθησε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο στη Φεράρα και τη Φλωρεντία, όπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος για την ένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας. Εκεί ο Μάρκος ανεδείχθη ο θερμότερος και στερεότερος υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, αρνούμενος να υπογράψει τον όρο της ψευδοενώσεως, έτσι που όταν ο πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 - 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε την απόφασή του είπε: «Μᾶρκος οὐχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν».

Μετά την προδοτική ένωση της Φερράρας - Φλωρεντίας οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν την Ιταλία. Ο αυτοκράτορας παρέλαβε τον Άγιο Μάρκο στο αυτοκρατορικό πλοίο. Ύστερα από ταξίδι τρεισήμισι μηνών έφθασαν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί οι κάτοικοι δέχθηκαν με αισθήματα εχθρικά και αποδοκίμασαν αυτούς που υπέγραψαν την ένωση, αλλά επιδοκίμασαν και τίμησαν τον Άγιο Μάρκο όπως αναφέρει ο υβριστής του γραικολατίνος επίσκοπος Μεθώνης Ιωσήφ: «ο Εφέσου είδε το πλήθος δοξάζων αυτόν ως μη υπογράψαντα και προσεκύνουν αυτώ οι όχλοι παθάπερ Μωϋσεί και Ααρών και ευφήμουν αυτόν και άγιον απεκάλουν» (PG 159, 992).

Στις 4 Μαΐου 1440 μ.Χ. ο Άγιος Μάρκος αναγκάστηκε να δραπετεύσει από την Βασιλεύουσα, διότι κινδύνευε η ζωή του, και να πάει στην Έφεσο που ήταν κάτω από τους Τούρκους. Εκεί αφού ποίμανε για λίγο το ποίμνιο του αναγκάσθηκε πάλι, τώρα από τους Τούρκους και τους ενωτικούς, να εγκαταλείψει την Έφεσο και μπήκε στο πλοίο που πήγαινε στο Άγιο Όρος, όπου είχε αποφασίσει να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Όταν όμως το πλοίον έκαμε σταθμό στη Λήμνο ο Άγιος ανεγνωρίσθει και αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής και φυλακίσθηκε εκεί για δύο χρόνια. Κατά την διάρκεια της φυλακίσεώς του υπέφερε πολύ, αλλά όπως έγραψε στον ιερομόναχο Θεοφάνη τον εν Ευβοία «ο λόγος του Θεού και η της αληθείας δύναμης ου δέδεται, τρέχει δε μάλλον και ευοδούται, και οι πλείονες των αδελφών τη εμή εξορία θαρρούντες βάλλουσι τοις ελέγχοις τους αλιτηρίους και παραβάτας της ορθής πίστεως...».

Από την Λήμνο ο Άγιος εξαπέλυσε την περίφημο εγκύκλιο επιστολή του προς τους απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Με αυτήν ελέγχει αυστηρώς τους Ορθοδόξους εκείνους που αποδέχθηκαν την ένωση και με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ότι οι λατίνοι είναι καινοτόμοι και γι' αυτό λέει: «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν, και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν». Καλεί δε ο άγιος τους πιστούς να αποφεύγουν τους ενωτικούς, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι».

Μετά την αποφυλάκιση του άγιος Μάρκος λόγω της ασθενείας του δεν μπόρεσε να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος, αλλά επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός μετά τιμών ως άγιος και ομολογητής. Από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων ο νέος ομολογητής διηύθυνε τον αγώνα κατά των ενωτικών, γράφοντας επιστολές στους μοναχούς και κληρικούς ενθαρρύνοντας τους να κρατούν την ορθή πίστη και να μη συνεργάζονται με τους ενωτικούς.

Οι διωγμοί, οι εξουθενώσεις και οι πιέσεις επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του Αγίου Μάρκου και στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ., αφού είχε καλέσει κοντά του τα πνευματικά του τέκνα και ανέθεσε στον Γεώργιο Σχολάριο την αρχηγία του ανθενωτικού αγώνος, απεδήμησεν εις Κύριον. Ήταν μόλις 52 ετών.

Στον επικήδειο λόγο που εξεφώνησε ο Γεώργιος Σχολάριος, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο όσιος «εν ιερεύσει διέπρεψεν, εν αρχιερεύσιν διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ της Εκκλησίας πάνυ καλώς αδάμαντος στερεώτερος ώφθη προς την μετάθεσιν...νυν γυμνή τη ψυχή της μακαριότητος εμφορείται ήν επέγνω καλώς και λαβείν εντεύθεν εσπούδασε την εν Χριστώ κεκρυμμένην ζήσας ζωήν και σύνεστι τοις ιεροίς διδασκάλοις της πίστεως, πάντων είνεκα δίκαιος ών εκείνοις συντάττεσθαι».

Αμέσως μετά την κοίμηση του ο Μάρκος τιμήθηκε ως άγιος και ομολογητής. Αυτό μαρτυρεί με πόνο και ο σύγχρονος και άσπονδος εχθρός του Ιωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ώσπερ πολλούς μεν και άλλους, και τον καλούμενον Παλαμάν, και τον Εφέσου Μάρκον, ανθρώπους ούτ' άλλως φρενήρεις, αλλά και δοξοσοφίας εμπεπλησμένους, μηδεμίαν αρετήν ή αγιωσύνην εν εαυτοίς έχοντας, μόνον δια το λέγειν και συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε και υμνείτε, και εικόνας εγκοσμείτε αυτοίς και πανηγυρίζοντες, στέργετε αυτούς ως αγίους και προσκυνείτε» ( PG 159, 1357).

Την πρώτη ακολουθία προς τιμήν του Αγίου Μάρκου συνέθεσε ο αδελφός του, Ιωάννης ο φιλόσοφος. Κατ' αρχάς η μνήμη του εορταζόταν στις 23 Ιουνίου αλλά ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, το 1456 μ.Χ., όρισε διά συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη του στις 19 Ιανουαρίου, ημέρα προφανώς της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου και ταφής αυτού στην μονή του Λαζάρου στον Γαλατά.

Οι αγώνες του Μάρκου και του μαθητού του Γενναδίου αναγνωρίστηκαν από την μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως που τελείωσε το 1484 μ.Χ. και κατέγραψε τα ονόματα τους, ως πατέρων αγίων, στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας.

Η μνήμη του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού τιμάται στις 19 Ιανουαρίου.

Ἀπολυτίκιον
Ήχος γ’. Θείας πίστεως
Θείας πίστεως, ομολογία, μέγον εύρατο, η Εκκλησία, ζηλωτήν σε θειε Μάρκε πανεύφημε, υπερμαχούντα πατρώου φρονήματος, και καθαιρούντα του σκότους υψώματα. Όθεν άφεσιν, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τοις σε γεραίρουσι.

Ανάλυση ονόματος
ΜΑΡΚΟΣ: (από το λατινικό marceo = μαραίνομαι) = ο αδιάφορος προς τα υλικά επίγεια (άρα εραστής των πνευματικών)

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

Ακούστε το απολυτίκιον του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού:


Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

18/01: Οι Άγιοι Αθανάσιος και Κύριλλος


Οι Άγιοι Αθανάσιος και Κύριλλος
(18 Ιανουαρίου)
του μακαριστού Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης
(†)Διονυσίου Λ. Ψαριανού
από το βιβλίο του «Εικόνες έμψυχοι – Κηρύγματα αγιολογικά(Εξαπλά β΄)»,
Εκδόσεις Αποστολική Διακονία
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη δύο μεγάλων ιεραρχών και οικουμενικών διδασκάλων, του αγίου Αθανασίου και του αγίου Κυρίλλου αρχιεπισκόπων Αλεξανδρείας. Κι οι δυο, πρώτα οι άγιος Αθανάσιος κι υστέρα ο άγιος Κύριλλος, υπήρξαν από τους μεγάλους αγωνιστές κατά των αιρέσεων και πρόμαχοι της Ορθοδοξίας. Η Εκκλησία τους εορτάζει χωριστά, στις 2 Μαΐου τον άγιο Αθανάσιο και στις 9 Ιουνίου τον άγιο Κύριλλο, αλλά τους εορτάζει και τους δύο μαζί σήμερα. Απέχουν 80 χρόνια ο ένας από τον άλλον και ο άγιος Κύριλλος γεννήθηκε δυο χρόνια μετά το θάνατο του αγίου Αθανασίου. Έχουν σφραγίσει κι οι δυο με το πέρασμα τους από το θρόνο της Αλεξανδρείας την ιστορία και τη ζωή της Εκκλησίας.
Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 295 από γονείς χριστιανούς. Μετά τις σπουδές του, έφυγε στην έρημο κι εκεί ασκήθηκε στην αρετή. Τότε γνώρισε και τον άγιο Αντώνιο, του οποίου ύστερα έγραψε το βίο. Όταν γύρισε από την έρημο, ο αρχιεπίσκοπος της Αλεξάνδρειας Αλέξανδρος τον χειροτόνησε διάκονο και τον πήρε μαζί του. Τότε φάνηκε η μεγάλη αίρεση του Αρείου κι ο άγιος Αθανάσιος στάθηκε άξιος και ικανός βοηθός του αρχιεπισκόπου. Όταν το 325 έγινε η πρώτη οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, ο άγιος Αθανάσιος ήταν εκεί μαζί με τον αρχιεπίσκοπο Αλέξανδρο και, αν και ήταν ακόμα διάκονος, υπήρξε ο στύλος της Συνόδου. Η νίκη της Εκκλησίας εναντίον του Αρείου ήταν κυρίως νίκη του αγίου Αθανασίου.
Το 326 ο άγιος Αθανάσιος διαδέχθηκε τον Αλέξανδρο στο θρόνο της Αλεξάνδρειας, αλλά οι αρειανοί, πού ήσαν πολλοί και επηρέαζαν ακόμα και τον αυτοκράτορα, δυσκόλεψαν πολύ το έργο του. Κατόρθωσαν και συγκάλεσαν τοπικές Συνόδους και καθαίρεσαν δυο φορές τον άγιο Αθανάσιο. Σαράντα χρόνια σχεδόν τα πέρασε στην εξορία, και το 366 πια γύρισε οριστικά στο ποίμνιο του και απέθανε το 373. Ο άγιος Αθανάσιος, παρ' όλο πού έζησε τόσα χρόνια εξόριστος από τόπο σε τόπο, έγραψε και μας άφησε σπουδαία θεολογικά συγγράμματα, πού είναι η βάση της ορθόδοξης θεολογίας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αρχίζοντας τον επιτάφιο λόγο του στον άγιο Αθανάσιο, λέγει «Αθανάσιον επαίνων, την αρετήν επαινέσομαι...».
Δύο χρόνια μετά τον θάνατο του αγίου Αθανασίου, το 375 γεννήθηκε ο άγιος Κύριλλος. Ήταν ανεψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου. Στην αρχή υπηρέτησε ως διάκονος κοντά με το θείο του, κι όταν εκείνος απέθανε το 412, τον διαδέχθηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ο άγιος Κύριλλος, όπως κι ο άγιος Αθανάσιος, είναι από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας και οικουμενικούς διδασκάλους. Στα 32 χρόνια της αρχιερατείας του, μέχρι το 444 πού απέθανε, εργάσθηκε πολύ για να ξεκαθαρίση την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας από τις αιρέσεις. Ο άγιος Κύριλλος υπήρξε ο αρχηγός στην τρίτη οικουμενική Σύνοδο το 431 στην Έφεσο, πού κατεδίκασε το Νεστόριο. Η τρίτη οικουμενική Σύνοδος εδογμάτισε και ωμολόγησε ότι η αγία Παρθένος είναι Θεοτόκος.
Ο άγιος Κύριλλος άφησε σπουδαία θεολογικά συγγράμματα, ερμηνευτικά και θεολογικά, πού είναι πολύτιμη πηγή για τη σπουδή της ορθόδοξης θεολογίας. Το «Θεοτόκος», πού εδογμάτισε η τρίτη οικουμενική Σύνοδος, με βάση τη διδασκαλία του αγίου Κυρίλλου, είναι η λέξη κλειδί της Ορθοδοξίας. Απ' όλα τα ονόματα, με τα όποια η Εκκλησία εκόσμησε την Παναγία, το Θεοτόκος εκφράζει τέλεια το μυστήριο της σάρκωσης του θείου Λόγου. Η παρθένος Μαρία γέννησε το Θεό, πού έγινε άνθρωπος. Ο άγιος Κύριλλος διδάσκει «Ει γαρ εστί Θεός ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, πώς ου Θεοτόκος η αγία Παρθένος;» αφού ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι Θεός, πώς η αγία Παρθένος πού τον γέννησε δεν είναι Θεοτόκος;
Άλλος λόγος δεν υπάρχει, για να εορτάζωνται σήμερα μαζί ο άγιος Αθανάσιος και ο άγιος Κύριλλος παρά ότι και οι δυο είναι Αλεξανδρινοί και μεγάλοι πρόμαχοι της Ορθοδοξίας. Ο άγιος Αθανάσιος στην πρώτη και ο άγιος Κύριλλος στην τρίτη οικουμενική Σύνοδο πρωτοστάτησαν, ο ένας εναντίον του Αρείου και ο άλλος εναντίον του Νεστορίου, πού και οι δυο αρνιούνται τη Θεότητα του Ιησού Χριστού. Ο Άρειος έλεγε ότι ο Υιός δεν είναι γέννημα, αλλά κτίσμα του Θεού, και ο Νεστόριος έλεγε ότι η αγία Παρθένος δεν είναι Θεοτόκος, αλλά Χριστοτόκος. Πολύ σωστά το τροπάριο των δυο μεγάλων Πατέρων και οικουμενικών διδασκάλων λέγει «Έργοις λάμψαντες ορθοδοξίας, πάσαν σβέσαντες κακοδοξίαν, νικηταί τροπαιοφόροι γεγόνατε...». Αμήν.

Αναδημοσίευση από: Ζωηφόρος 

Ακούστε το απολυτίκιον του Αγίου Αθανασίου:

Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024

17/01: Άγιος Αντώνιος ο Μέγας


Ο Μέγας Αντώνιος, ο αρχηγός του μοναχικού βίου, γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 251 μ.Χ. (ή το 264). Σαν παιδί ο Αντώνιος παρουσίασε πλούσια εσωτερικά χαρίσματα. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και πλούσιοι χριστιανοί. Δυστυχώς, όταν ο Αντώνιος ήταν 20 περίπου ετών, οι γονείς του πέθαναν, αφήνοντας ορφανούς αυτόν και την μικρότερη αδερφή του. Ο ʼγιος Αντώνιος ανέλαβε έτσι την επιμέλεια της αδερφής του χωρίς όμως παρά την μεγάλη λύπη του να σταματήσει στιγμή να ασχολείται με την Αγία Γραφή και τον Θεό.

Έτσι όταν άκουσε την ευαγγελική φωνή «Ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι», την έκανε αμέσως πράξη. Μοίρασε όλα του τα υπάρχοντα και την γονική του περιουσία στους φτωχούς, εγκατέλειψε την τύρβη του κόσμου και αναχώρησε στην έρημο έχοντας αφήσει την αδερφή του στις φροντίδες ενός παρθεναγωγείου με ενάρετες γυναίκες. Επί είκοσι χρόνια αντιμετώπισε απίστευτους πειρασμούς. Νύχτα και ημέρα έκανε ασκητικούς αγώνες με τους οποίους νέκρωσε τα σκιρτήματα των παθών, έφτασε στον βαθμό της απάθειας, υπερβαίνοντας τα όρια της ανθρώπινης φύσης. Οι ενάρετες πράξεις του έγιναν γνωστές και έφεραν πλήθος μιμητών, ώστε η έρημος μεταμορφώθηκε σε πόλη. Σε αυτήν την «πόλη» ο Μέγας Αντώνιος ήταν ο νομοθέτης και ιδρυτής του μοναχικού βίου. Στην έρημο γνώρισαν τον ʼγιο Αντώνιο, ο Μέγας Βασίλειος και ο Μέγας Αθανάσιος. Ο Μέγας Αθανάσιος, μάλιστα, έγραψε τον βίο του Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου.

Αλλά και οι πιστοί που δεν ήταν στην έρημο απόλαυσαν τους καρπούς της αρετής του Μεγάλου Αντωνίου. Όταν ο Μαξιμίνος το 312 έκανε διωγμό κατά των Χριστιανών και θανάτωσε πολλούς, ο Μέγας Αντώνιος πήγε και βοήθησε και παρηγόρησε τους πιστούς. Όταν η Εκκλησία ταρασσόταν από τους Αρειανούς, ο Μέγας Αντώνιος κατέβηκε με ζήλο στην Αλεξάνδρεια το 335 μ.Χ. και αγωνίστηκε για την Ορθοδοξία. Κατάφερε μάλιστα με την χάρη που είχαν οι λόγοι του να επαναφέρει πολλούς απίστους στην Ορθοδοξία.

Ζώντας έτσι, έγινε πρότυπο αρετής και κανόνας των μοναζόντων. Παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο στις 17 Ιανουαρίου 356 μ.Χ. σε ηλικία 105 ετών. Η ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία εορτάζει την μνήμη του Αγίου Αντωνίου στις 17 Ιανουαρίου.

Αναδημοσίευση από: Παχτούρι

Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2024

Ο ιερέας και ο άγγελος μαζί στην προσκομιδή


Κάποιος ιερεύς, σε μία αγρυπνία, και ενώ είχε αρχίσει την Προσκομιδή, δυσκολευόταν, τρόπον τινά, με μόνο το φως ενός κεριού να διαβάζει τα ονόματα.
Ξαφνικά, διαπίστωσε ότι το φως του κεριού, πού ήταν παραπλεύρως, όλως περιέργως, έγένετο πιο δυνατό! Και τότε αναρωτήθηκε:
-Πώς είναι δυνατόν; Πώς φέγγει περισσότερο τώρα το κερί;
Κι όπως γύρισε το κεφάλι του, βλέπει να στέκεται μπροστά του στα τρία τέσσερα μέτρα με πολύ σεβασμό και ευλάβεια ένας Άγγελος.

Στην αρχή απολιθώθηκε, μαρμάρωσε στη θέση του και έκανε αρκετή ώρα να συνέλθη. Αλλά ή παρουσία του Αγγέλου, του γλύκανε την ψυχή κατά τέτοιον τρόπον, ώστε ή κατάνυξης μέσα του να αυξηθεί πολύ, να απόκτηση ή ψυχή του πολύ μεγάλη γλυκύτητα, μία, τρόπον τινά, ένωση με την παρουσία του αγίου Αγγέλου.
Και παρόντος του αγίου Αγγέλου, τελείωσε την ιερά Πρόθεσι, είπε το «Ευλογημένη ή βασιλεία...» και άρχισε τη Θεία Λειτουργία.
Ό Άγγελος ήταν πάντοτε παρών, μέχρι πού τελείωσε και την Κατάλυσι.

Ό ιερεύς δεν μπορούσε να συγκράτηση την συγκίνηση του, την κατάνυξη και το δέος, πού τον είχε καταλάβει μπροστά σ' αυτήν την παρουσία, διότι ήταν ένα γεγονός, πού του συνέβαινε πρώτη φορά στη ζωή του. Άλλωστε, αυτά τα γεγονότα συμβαίνουν, δεν ξέρω! πιθανόν να κάνω λάθος, μια-δύο φορές στη ζωή ενός ευλαβούς και ταπεινού ιερέως.
Ασφαλώς όμως θα υπάρχουν κι άλλοι άγιοι ευλαβέστατοι και χαριτωμένοι κληρικοί παντός βαθμού, πού έχουν θεϊκές αποκαλύψεις κάπως πιο συχνά! Ό Θεός γνωρίζει...

Ό παππούλης, παρέμεινε στη θέση του. Δεν ξεντύθηκε, κάθισε σε μια καρέκλα μέσα στο ιερό Βήμα και συνεχώς έκλαιγε. Έκλαιγε και δεν μπορούσε να συνέλθη από την κατάνυξη, το δέος και την συντριβή πού ένιωθε.
Έτσι παρέμεινε για ώρα πολλή απολαμβάνοντας με συγκίνηση και ταπείνωση όσα βίωσε στη Θεία Λειτουργία με την παρουσία του άγιου Αγγέλου.
Ό διακριτικός και άγιος Γέροντας του με διαβεβαίωσε για την αλήθεια του γεγονότος.

Από τότε ή πίστης του ιερέως αυτού έγινε βράχος ακλόνητος, αυτός δε με πολύ δέος στην καρδιά λειτουργούσε πλέον τα πανάχραντα Μυστήρια.

ΒΙΒΛΙΟΓ. ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ

Αναδημοσίευση από: Briefing News

Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024

13/01: Όσιος Μαξίμος ο Καυσοκαλυβίτης



Παρήλθε πάντας αρεταίς ο Μάξιμος,
Καν τοις χρόνοις ήσκησε νυν τοις εσχάτοις.

Βιογραφία
Ο Όσιος Μάξιμος, κατά κόσμο Μανουήλ, γεννήθηκε στην πόλη Λάμψακο από ευσεβείς γονείς οι οποίοι τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Εκάρη μοναχός σε μοναστήρι του όρους Γάνου και μετά από σύντομη παραμονή σε Κωνσταντινούπολη και Θεσσαλονίκη, κατέληξε στην Μονή της Λαύρας στο Άγιο Όρος. Λόγω των συχνών μετακινήσεων του έκαιγε την καλύβα του για να ασκείται στην πλήρη ακτημοσύνη. Γι' αυτόν τον λόγο ονομάσθηκε Καυσοκαλύβης. Εκοιμήθη ειρηνικά το 1365 μ.Χ. σε ηλικία 95 ετών.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. ἀ’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μητρικῆς ἐκ νηδύος Ὅσιε Μάξιμε, ἐκλογῆς ὡς δοχεῖον ἀνατεθεῖς τῷ Θεῷ, τοῦ θείου γνόφου ὡς Μωσῆς κατηξίωσαι, καὶ τὰ πόρρω προορᾶν, κατὰ τὸν μέγον Σαμουήλ, τοῦ Ἄθω τὸ θεῖον θαῦμα, τῆς Θεοτόκου ὁ μύστης ἡ καὶ πρεσβεύεις Πάτερ ὑπὲρ ἠμῶν.

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2024

12/01: Αγία Τατιανή

Τῆς πάντα λαμπρᾶς Τατιανῆς τῇ κάρᾳ,
Λαμπρὸν προεξένησε τὸ ξίφος στέφος.
Τῇ δυοκαιδεκάτῃ Τατιανῆς αὐχένα κέρσαν.


Βιογραφία
Η Αγία Μάρτυς Τατιανή καταγόταν από τη Ρώμη και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου του Σεβήρου (222 - 235 μ.Χ.). Ο πατέρας της είχε διατελέσει ύπατος.

Η Αγία Τατιανή είχε το εκκλησιαστικό αξίωμα της διακόνισσας και στην υμνολογία παρίσταται ως μαθήτρια των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Η επισημότητα της καταγωγής της και ο ένθεος ζήλος με τον οποίο εκτελούσε τα διακονικά της καθήκοντα, έδωσαν στην Τατιανή περιφανή θέση μεταξύ των Χριστιανών. Και οι Εθνικοί όμως είχαν ακούσει περί αυτής και δεν μπορούσαν να δεχθούν το γεγονός ότι μια τέτοια γυναίκα καταφρονούσε τις κοσμικές βλέψεις και περιφρονούσε τα είδωλα, για να υπηρετεί με τόση αυταπάρνηση τους Χριστιανούς και να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Κυρίου.

Όταν, επί Σεβήρου, διατάχθηκε δίωξη των Χριστιανών, η Τατιανή συνελήφθη και επειδή διεκήρυττε την πίστη της στον Χριστό, την οδήγησαν μπροστά στο βασιλέα και μαζί με αυτόν εισήλθε σε ένα ειδωλολατρικό ναό. Εκεί όμως η Αγία, με μια θερμή προσευχή στο Χριστό, συντάραξε τα ξόανα (τα ξύλινα αγάλματα) των θεοτήτων της ειδωλολατρίας και τα γκρέμισε στο δάπεδο. Για τον λόγο αυτό την υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Την κτύπησαν και με σιδερένια νύχια της ξέσκισαν τα βλέφαρα. Έπειτα την κρέμασαν και της ξύρισαν το κεφάλι. Ακολούθως την έριξαν πάνω σε φωτιά, αλλά δεν έπαθε τίποτα. Κατόπιν την έριξαν σε πεινασμένα άγρια θηρία, αλλά αυτά δεν τόλμησαν να την βλάψουν. Ύστερα από όλα αυτά, οι ειδωλολάτρες, έκοψαν την Τίμια κεφαλή και κατ’ αυτόν τον τρόπο η Αγία εισήλθε με το στέφανο της δόξας στη χαρά του Κυρίου της.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἰσχύι τῆς πίστεως, κραταιωθεῖσα σεμνή, νομίμως ἐνήθλησας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Τατιανὴ ἔνδοξε πάσας γὰρ τᾶς ἰδέας, τῶν δεινῶν ἐνεγκοῦσα, ἤσχυνας τὸν Βελίαρ, τὴ ἀτρέπτω σου στάσει ἐξ οὐ τῆς κακοτροπίας πάντας ἀπάλλαξαν.

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

11/01: Όσιος Θεοδόσιος ο κοινοβιάρχης

Κοινοῦ Θεοδόσιος Ἡγεμὼν βίου,
Κοινὴ Μονασταῖς ἐκβιώσας ζημία.
Ἑνδεκάτῃ ὀλοὸν βίοτον λίπε Κοινοβιάρχης.


Βιογραφία
Ο Όσιος Θεοδόσιος γεννήθηκε στο χωριό Μωγαρισσού της Καππαδοκίας από πολύ πιστούς και ενάρετους γονείς, τον Προαιρέσιο και την Ευλογία. Έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντα του Μεγάλου (457 - 474 μ.Χ.) και έφτασε έως και τους χρόνους του αυτοκράτορα Αναστασίου του Δικόρου (491 - 518 μ.Χ.). Αρνήθηκε την έγγαμη ζωή και σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός. Από πολύ νωρίς διακρίθηκε για την εγκράτεια και την ηθική του τελειότητα.

Αφού ασκήτεψε κοντά σε μεγάλους ασκητές όπως ο Συμεών ο Στυλίτης (βλέπε 1 Σεπτεμβρίου) και ο ησυχαστής Λογγίνος αποσύρθηκε σε απομακρυσμένο ησυχαστήριο όπου δίδασκε το λόγο του Θεού στους περαστικούς διαβάτες. Η φήμη του για την αγία ζωή του έγινε γρήγορα γνωστή στα πέρατα της αυτοκρατορίας και έφερε στο ησυχαστήριό του δεκάδες αδελφούς αναγκάζοντας τον Θεοδόσιο να ιδρύσει ένα ευρύχωρο μοναστήρι όπου εφάρμοσε πιστά τα πρότυπα του ασκητικού βίου. Έκανε πολλά θαύματα και, αφού δίδαξε τις αρετές της ασκητικής ζωής στους εκατοντάδες μαθητές του, εκοιμήθη σε βαθύ γήρας το 529 μ.Χ.

Η είδηση της κοιμήσεώς του διαδόθηκε σαν αστραπή. Και έτρεξαν πολλοί, λαϊκοί, κληρικοί και μοναχοί, ακόμη και Επίσκοποι, για να ασπαστούν το ιερό λείψανο του Αγίου ανδρός, που στάθηκε για όλους φιλόστοργος πατέρας και προστατευτικός αδελφός. Και αυτός ακόμη ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων προσήλθε να ασπασθεί και να παραστεί στην εξόδιο Ακολουθία, μεγάλη δε υπήρξε η συγκίνησή του, όταν βρέθηκε ενώπιον του ιερού σκηνώματος του Οσίου. Η σύναξή του ετελείτο στο σεπτό Αποστολείο του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, που ήταν κοντά στην Αγία Σοφία.

Μερικά από τα θαύματα του Αγίου είναι τα εξής: Ο Άγιος είχε κατασκευάσει έναν τάφο για τον εαυτό του, ώστε βλέποντάς τον να θυμάται το θάνατο. Τον τάφο αυτόν εγκαινίασε με τον θάνατό του ένας Άγιος ασκητής, ονόματι Βασίλειος. Τον ασκητή λοιπόν αυτόν, ενώ είχε πεθάνει, μόνο ο Θεοδόσιος και ένας άλλος μοναχός τον έβλεπαν να στέκεται ανάμεσα στους άλλους μοναχούς και να συμψάλλει. Στους υπόλοιπους μοναχούς ο Βασίλειος ήταν αθέατος. Ένα άλλο θαύμα του Αγίου, είναι το ότι σε έναν τόπο στον οποίο πρόκειται να ιδρύσει μοναστήρι, άναψε σβησμένα κάρβουνα, χωρίς να έχει φωτιά. Επίσης, ο Άγιος προείπε και την καταστροφή που θα γινόταν στην Αντιόχεια από μεγάλο σεισμό.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλάγιος α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀρεταὶς θεοσδότοις ἐκλάμψας ὅσιε, Μοναστικῆς πολιτείας ὤφθης λαμπρὸς χαρακτήρ, καὶ φωστὴρ θεοειδὴς Πάτερ καὶ ἔξαρχος, Θεοδόσιε σοφέ, τῶν Ἀγγέλων μιμητά, θεράπων ὁ τῆς Τριάδος ἣν ἐκδυσώπει ἀπαύστως,ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν. Θεοδόσιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’ - Τῇ ὑπερμάχῳ
Πεφυτευμένος ἐν αὐλαῖς ταῖς τοῦ Κυρίου σου, τάς σάς ὁσίας ἀρετάς τερπνῶς ἐξήνθησας, καί ἐπλήθυνας τά τέκνα σου ἐν ἐρήμῳ, τῶν δακρύων σου τοῖς ὄμβροις ἀρδευόμενα, ἀγελάρχα τῶν Θεοῦ θείων ἐπαύλεων· ὅθεν κράζομεν· Χαίροις Πάτερ Θεοδόσιε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἐγκρατείᾳ καὶ πόνοις καὶ προσευχαῖς, τὴν ψυχήν σου κοσμήσας θεοπρεπῶς, γέγονας συμμέτοχος, τῶν Ὁσίων Ἀοίδιμε· καὶ τῶν θαυμάτων ὄντως, χαρίσματα ἔλαβες, τοῦ ἰᾶσθαι τάς νόσους, τῶν πίστει τιμώντων σε· ὅθεν καὶ Δαιμόνων, ἀπελαύνων τὰ πλήθη, παρέχεις ἰάματα, τοῖς ἀνθρώποις τῇ χάριτι, θεοφόρε Θεοδόσιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ἄνθρωπος μὲν τῇ φύσει ἐχρημάτισας Πάτερ, ἀλλ' ὤφθης συμπολίτης Ἀγγέλων· ὡς γὰρ ἄσαρκον ἐπὶ τῆς γῆς βιοτεύσας σοφέ, τῆς σαρκὸς ἅπασαν τὴν πρόνοιαν ἀπέρριψας· διὸ καὶ παρ᾿ ἡμῶν ἀκούεις· Χαίροις, πατρὸς εὐλαβοῦς ὁ γόνος, χαίροις, Μητρὸς εὐσεβοῦς ὁ κλάδος. Χαίροις, τῆς ἐρήμου πολιστὴς παγκόσμιος· χαίροις οἰκουμένης φωστὴρ ὁ πολύφωτος. Χαίροις, ὅτι ἐκ νεότητος ἠκολούθησας Χριστῷ, χαίροις ὅτι κατεμάρανας τῆς σαρκὸς τάς ἡδονάς. Χαίροις, τῶν Μοναζόντων πρόξενος σωτηρίας, χαίροις, τῶν ῥαθυμούντων τρόπος παρηγορίας. Χαίροις, πολλοὺς ἐκ πλάνης ῥυσάμενος, χαίροις, κρουνοὺς θαυμάτων δωρούμενος. Χαίροις, πτωχῶν τὴν φροντίδα ποιήσας, χαίροις, ἡμῶν ὁ προστάτης καὶ ῥύστης· Χαίροις, Πάτερ Θεοδόσιε.

Μεγαλυνάριον
Δόσιν θεοδώρητον εἰληφώς, δόσεσιν ὁσίαις, τὰς χορείας τῶν Μοναστῶν, ἱερῶς ῥυθμίσας, δοτοὺς Θεῷ προσῆξας, τοὺς σοὶ ἐφαπομένους, ὦ Θεοδόσιε.

Πηγή: Ορθόδοξος Συναξαριστής