Ο Μάρκος, ένα παιδί πανέμορφο στην κυριολεξία, με μια πολύ καλή δουλειά, παντρεμένος με μια κοπέλα τη Μ. επίσης πολύ όμορφη, μορφωμένη, με μία πολύ καλή δουλειά. Ζουν τον έρωτα τους, ο οποίος πολύ σύντομα πρόκειται να ολοκληρωθεί με τον ερχομό ενός παιδιού. Και εδώ, καλό είναι να αναφέρουμε, πως ο Μάρκος είναι πάρα πολύ συνειδητός και πιστός Χριστιανός, συμμετέχει δε πολύ ενεργά στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας.
Όταν η Μ. ήταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, μαθαίνουν ότι ο Μάρκος πάσχει από μία μορφή μη ιάσιμου καρκίνου. Σε μία εβδομάδα περίπου, η Μ. αποβάλλει, και μένουν οι δυο τους να παλεύουν με τις χημειοθεραπείες, τις ακτινοβολίες, και τα πήγαινε έλα στα νοσοκομεία.
Μετά περίπου από ένα χρόνο, ο Μάρκος πεθαίνει στην ηλικία των 30 ετών, αφήνοντας μόνη και άκληρη την πολυαγαπημένη του γυναίκα τη Μ.
Βλέποντας, επιφανειακά τα γεγονότα ένας άθεος, θα αναφωνήσει:
-Δεν σας τα είπα εγώ; Δεν υπάρχει Θεός. Αν υπήρχε, δεν θα επέτρεπε ποτέ αυτήν την αδικία, και μάλιστα σε έναν ‘δικό’ του.
Είναι προτιμότερο όμως να αφήσουμε, να μας αναφέρει τα γεγονότα η ίδια η γυναίκα του, ώστε να μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα. Ακολουθούν κάποια αποσπάσματα από μερικά email που μας έστειλε.
«Ο καημένος ο Μάρκος Γιώργο μου, με τις τόσες ειρωνείες που του έκανα, δε μου έλεγε πάντα τι διαβάζει..
Θυμάμαι είχε ένα σκληρόδετο μπορντό προσευχητάριο, τώρα που το βλέπω, γράφει Ιερά Μονή Προφήτου Ηλία Πρεβέζης, ούτε ξέρω πού το βρήκε, έξι χρόνια που ήμασταν μαζί, ουδέποτε πήγε στην Πρέβεζα... Μετά το απόγευμα, που γυρίζαμε στο σπίτι και τρώγαμε, για να ξεκουραστεί, διάβαζε εσπερινό, απόδειπνο και άλλα.
Περνούσα από το καθιστικό, τον κοιτούσα και του κουνούσα το κεφάλι. Του έλεγα ''τι λες, την ευχή ,την ευχή;''
Ο γλυκός μου, γελούσε και μου έλεγε ''ναι την ευχή, μόνο που λέω, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τη Μ.''
Το πόσο αγαπούσε το Χριστό, το πόσο ασκείτο σε πράγματα αδιανόητα σε μένα, μέσα στον ελάχιστο χρόνο του πόσο διάβαζε Πατερικά κείμενα.
Διαβάζω τώρα τη Θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, και βλέπω υπογραμμισμένα από το Μάρκο, τόσα και τόσα που με ξενίζουν: άκτιστο φως, ουσία αμέθεκτος, ενέργειες...
Τώρα τράβηξα άλλο του βιβλίο υπογραμμισμένο παντού, λέει Άγιου Μάξιμου Ομολογητού, 400 Λόγοι περί Αγάπης. Αυτό, πλην της εισαγωγής, που είναι λίγο στρυφνή, φαίνεται βατό ακόμα και για αδαείς όπως εγώ..
Και τώρα, πλάι στα σχετικά με το αντικείμενό του, βλέπω τόσα Πατερικά και μένω έκπληκτη.
Φιλοκαλία, που ούτε ξέρω τι είναι, πολλά Αγιορειτών, και αρκετά, κι αυτό μου κάνει εντύπωση γιατί δεν τον γνωρίζω, του Μητροπολίτη Ναυπάκτου, ενός Ιερόθεου..
Ευτυχώς που πρόλαβα και σε βρήκα πριν μονάσεις του έλεγα. Και απαντούσε ''ο ιερός Χρυσόστομος, λέει πως δεν υπάρχει διαφορά .Ό,τι κάνουν οι μοναχοί ισχύει και για μας στον κόσμο''
Γιώργο, τώρα που δε μας ακούει, σκέφτομαι γιατί;
Γιατί του φύλαγε τέτοιο θάνατο κι εγώ το τέρας ζω;
Δεν λέω πως ήμουν καμιά άθεη, μα ούτε τυπική με την εκκλησία ήμουν, πλήρη άγνοια από τέτοια βιβλία είχα, άρα;
Όπως σου είχα γράψει, ξέραμε από την αρχή πως δεν υπάρχουν ελπίδες, στον ίδιο είπαμε πως ήταν μια ιάσιμη μορφή. Δεν ξέρω αν το είχε πιστέψει. Πάντως, τρεις μήνες πριν το τέλος, νοσηλευόμασταν στο ………... Τον πήραν για μια τομογραφία. Ρώτησε το γιατρό κι εκείνος του απάντησε ''είναι πάρα πολύ δύσκολη η περίπτωσή σου, μα στην Ιατρική ποτέ δε λέμε ποτέ''. Από τότε ήταν σίγουρος. Κι αυτή τη στιχομυθία τη μάθαμε από το γιατρό όχι από τον ίδιο..
Ο Μάρκος ήταν η περίπτωση που ο πάσχων στήριζε το περιβάλλον κι όχι το περιβάλλον τον πάσχοντα.
Ο Μάρκος ήταν πάντα πολύ ήρεμος, δεν αγχωνόταν κι όταν τον ρωτούσα από πού αντλεί τη σιγουριά του, μου έλεγε διάφορα που δεν θυμάμαι, και το ''και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα''. Είχε πίστη, κι όταν του έλεγα, γιατί εγώ δεν μπορώ να ‘δω’, μου έλεγε ''όταν προσεύχεσαι να λες, Κύριε φώτισόν μου το σκότος''.
Όταν κατέρρεα κι έβγαζα τη ''μάσκα'' της ψύχραιμης, μου έδειχνε μια εικόνα της Παναγίας του …….. που είχε δίπλα του, και μου έλεγε: ''Μη στενοχωριέσαι, η Παναγία, των θλιβομένων η χαρά, δε θα σε αφήσει. Εγώ θα γίνω καλά, μη φοβάσαι''
Ένα βράδυ, έσπασα και του είπα ''εγώ θα δώσω τέλος, αν συμβεί κάτι, θα δώσω τέλος''
Και ξέρεις Γιώργο, σαν να τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, τα μάτια του γίναν ζωηρά και μου είπε ''τέλος; μην την ξαναπείς αυτή τη λέξη! θα δώσουμε τέλος, να χάσουμε τον Παράδεισο;''
Φορούσε πάντα έναν ξύλινο σταυρό με ένα πέτσινο λουράκι, δεν τον έβγαζε ποτέ, ούτε στη θάλασσα.
Μέσα στα νοσοκομεία, κρατούσε στην παλάμη του κι άλλον έναν. Ούτε όταν αποκοιμιόταν δεν του έπεφτε. Όταν έκλαιγα, μου έλεγε, κράτα το σταυρό και λέγε, ''σταυρέ του Χριστού σώσον ημάς τη δυνάμει σου'', λέγε, ''χαίρε ξύλο μακάριο'', και άλλα που δεν τα είχα ακούσει ποτέ ούτε σε λειτουργίες.
Εξουθενωμένος από τον πυρετό και τις θεραπείες, έλεγε ''συ ει η υπομονή μου Κύριε'' και μου έλεγε να το λέω κι εγώ.
Θυμάμαι ξεκάθαρα τις τελευταίες του φράσεις, μεσημέρι Δευτέρας 13 Σεπτέμβρη.
Ήδη από την Κυριακή, μας είπαν οι γιατροί πως πέρασε σε γενικευμένη πολυοργανική ανεπάρκεια, μόνο η καρδιά του τον κρατούσε. Λίγες ώρες ή λίγες μέρες μας είπαν..
Το μεσημέρι της Δευτέρας άνοιξε τα μάτια του και μου είπε: ''Να ξαναπαντρευτείς, ν' αποκτήσεις τον/την ………...(το παιδί που δεν απέκτησαν) και να τον/την κάνεις ν' αγαπήσει την …………(την ιδιαίτερη πατρίδα του)'.
Όταν άρχισα να έχω λυγμούς, μου κρατούσε το χέρι αδύναμα, και μου είπε ''μη φοβάσαι, είμαι καλά, ΕΙΚΩΝ ΕΙΜΙ ΤΗΣ ΑΡΡΗΤΟΥ ΔΟΞΗΣ ΤΟΥ''
Αυτά ήταν τα τελευταία του λόγια. Έπεσε σε κώμα.
Τρίτη 14 του Σεπτέμβρη,5:42 το απόγευμα έφυγε...
Οχτώ περίπου μήνες μετά, όταν στοιχειωδώς επανεντάχτηκα, τα είπα αυτά τα λόγια στο γέροντα στη μονή Μ………….
''Αχ παιδάκι μου, μου λέει, να ήξερες τι σημαίνει αυτό, να ήξερες πού είναι τώρα, κι εσύ κλαις..''
Αυτός ήταν ο ΜΑΡΚΟΣ!!! Και για να καταλάβουμε λίγο καλύτερα τι ακριβώς συνέβη, ας σκεφτούμε τα εξής: Ο Μάρκος μέσα σε μια εβδομάδα είδε μπροστά του να ξετυλίγεται ένα προσωπικό δράμα. Είδε, ο απόγονος του να χάνεται. Όσοι έχουν κάποια εμπειρία από αποβολές σε τέτοιο στάδιο εγκυμοσύνης, γνωρίζουν για τι πράγμα μιλάμε. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πρόβαλλε, απειλητικά μπροστά του το πρόσωπο του θανάτου, με μία λίαν επώδυνη μορφή. Στη συνέχεια, είδε το τέλος να έρχεται και σιγά - σιγά να αποχωρίζεται από οτιδήποτε τον συνδέει με τη ζωή. Και μάλιστα αυτό να γίνεται μέσα σε πόνους. Είδε ακόμη και αυτή του την ομορφιά να χάνεται, να πνίγεται μέσα στα ‘σχήματα’ της χημειοθεραπείας. Και όλα αυτά, ενόσω τα ‘είχε’ καλά με το Θεό, ήταν σωστός στις υποχρεώσεις του. Και όμως.
Ο Μάρκος, όμως δεν λύγισε. Δέχτηκε τον σταυρό που μας υποσχέθηκε ο Χριστός. Τον αγάπησε τον σταυρό του, τον αγκάλιασε, τον φίλησε και τον κουβάλησε πρόθυμα μέχρι το τέλος. Άραγε είναι τυχαίο που ο Μάρκος ‘έφυγε’ την ημέρα της υψώσεως του Σταυρού, σταυρού που τόσο αγάπησε ώστε να λέει κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του τους Χαιρετισμούς του Σταυρού; Και τι έγινε στο τέλος; Απλά, για εμάς, ένα θαύμα!
Τα τελευταία του λόγια ήταν ένα απόσπασμα από τη νεκρώσιμη ακολουθία, που υποδήλωνε με σαφέστατο τρόπο, πως έφθασε το καθ’ ομοίωσιν, ότι αγίασε. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως παραληρούσε. Ναι θα μπορούσε να είναι και έτσι.
Αλλά, ξυπνώντας κάποιος από κώμα προερχόμενο από πολυοργανική ανεπάρκεια, εφόσον άρχιζε να παραληρεί, το πιο λογικό θα ήταν να χρησιμοποιεί στο παραλήρημα του φράσεις και εικόνες που χρησιμοποιούσε κάθε μέρα, και να τα συνδέει αυτά με τρόπο ασυνάρτητο αρκετές φορές.
Μόνο, που στην προκειμένη περίπτωση, αυτά τα λόγια ‘Εικών ειμί της αρρήτου δόξης Του’ δεν περιέχονται σε ΚΑΝΕΝΑ προσευχητάριο, δεν λέγονται από κανέναν Χριστιανό, στις προσευχές που κάνει κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το πιο λογικό, εφόσον παραληρούσε, θα ήταν να λέει διάφορες προσευχές που συνήθιζε να διαβάζει κάθε μέρα.
Βέβαια, όλα όσα έλεγε ο Μάρκος ήταν απολύτως λογικά, και έβγαζαν νόημα. Δεν παραληρούσε ο Μάρκος. Τι συνέβη; Τίποτα το ιδιαίτερο…
Απλά έτσι ‘φεύγουν’ οι άντρες, έτσι κοιμούνται οι άγιοι, έτσι παίρνει σάρκα και οστά το:
«Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας…»
Αναδημοσίευση από:
Όπου Γης