Πρωτότυπο Κείμενο
Τέκνον Τίτε, πιστός ο λόγος˙ και περί τούτων βούλομαι σε διαβεβαιούσθαι, ίνα φροντίζωσι καλών έργων προΐστασθαι οι πεπιστευκότες τω Θεώ. Ταύτα εστί τα καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώποις˙ μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς περιίστασο˙ εισί γάρ ανωφελείς και μάταιοι. Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος. Όταν πέμψω Αρτεμάν προς σε ή Τυχικόν, σπούδασον ελθείν προς με εις Νικόπολιν˙ εκεί γάρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνάν τον νομικόν και Απολλώ σπουδαίως πρόπεμψον, ίνα μηδέν αυτοίς λείπη. Μανθανέτωσαν δε και οι ημέτεροι καλών έργων προΐστασθαι εις τάς αναγκαίας χρείας, ίνα μη ώσιν άκαρποι. Ασπάζονται σε οι μετ’ εμού πάντες. Άσπασαι τους φιλούντας ημάς εν πίστει. Η χάρις μετά πάντων υμών˙ αμήν.
Νεοελληνική Απόδοση
Τέκνον Τίτε, αυτά τα λόγια είναι αξιόπιστα και θέλω να τα βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία, ώστε όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά και τα χρήσιμα στους ανθρώπους. Από το άλλο μέρος, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, γιατί αυτά είναι ανώφελα και μάταια. Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανημένες διδασκαλίες συμβούλεψέ τον μια δυο φορές, κι αν δεν ακούσει άφησέ τον, με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του. Όταν θα σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη, γιατί εκεί αποφάσισα να περάσω το χειμώνα. Το Ζηνά το νομικό και τον Απολλώ, να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ό,τι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείπει τίποτα. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για ν’αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτισε τους πιστούς που μας αγαπούν. Η χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.
Πίστη και Έργα
Η πίστη στο Θεό εκδηλώνεται πριν απ όλα ως εμπιστοσύνη απέναντί του. Η εμπιστοσύνη αυτή είναι η έμπρακτη αναγνώριση του Θεού ως δημιουργού και προνοητή του κόσμου. Ξεκινώντας από τη πίστη στο Θεό και την εμπιστοσύνη στην πρόνοιά του μπορεί ο άνθρωπος μέσα στις μεγαλύτερες θλίψεις και τις σκληρότερες δοκιμασίες, μέσα στις σφοδρότερες συγχύσεις και τις σοβαρότερες αντιξοότητες της ζωής του να στηρίζεται στην αγάπη και στις αψευδείς επαγγελίες του· «τούτο γαρ εστί πίστις, όταν τις τα υπό του Θεού επαγγελθέντα, καν μη φαίνητε τούτοις του σώματος οφθαλμοίς, αξιοπιστότερα ηγείται των φαινομένων και προ των οφθαλμών κειμένων των ημετέρων» (Ιω. Χρυσοστόμου, κατήχησις 8:7).
Η ζωντανή πίστη εκφράζεται με έργα. Πίστη χωρίς έργα είναι θεωρητική κατάσταση και παραμένει ανενέργητη. Η σωτηρία ή η καταστροφή του ανθρώπου είναι συνέπεια της πίστης ή της απιστίας του. Τα καλά έργα δεν αποτελούν μέσα για την εξαγορά της σωτηρίας, αλλά φυσική εδήλωση της βίωσής της. Γι αυτό και τα έργα δεν πρέπει να θεωρούνται ως απλές εξωτερικές εκδηλώσεις, που κρίνονται ως καλές ή ως κακές με αντικειμενικά κοινωνικά ή ηθικά κριτήρια, αλλά ως μαρτυρίες της πίστης ή της απιστίας.
Η ζωντανή πίστη εκφράζεται με έργα. Πίστη χωρίς έργα είναι θεωρητική κατάσταση και παραμένει ανενέργητη. Η σωτηρία ή η καταστροφή του ανθρώπου είναι συνέπεια της πίστης ή της απιστίας του. Τα καλά έργα δεν αποτελούν μέσα για την εξαγορά της σωτηρίας, αλλά φυσική εδήλωση της βίωσής της. Γι αυτό και τα έργα δεν πρέπει να θεωρούνται ως απλές εξωτερικές εκδηλώσεις, που κρίνονται ως καλές ή ως κακές με αντικειμενικά κοινωνικά ή ηθικά κριτήρια, αλλά ως μαρτυρίες της πίστης ή της απιστίας.
Ως «ελπιζομένων υπόστασις» χαρακτηρίζεται και στην προς Εβραίους επιστολή η πίστη. Και τούτο, γιατί η πίστη κάνει ικανό τον άνθρωπο να αισθάνεται, να βλέπει με τις ψυχικές του ιδιότητες και ικανότητες, να αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα των όσων πιστεύει.
Το μεν σώμα έχει τις αισθήσεις, για να έχει γνώση των αισθητών, των υλικών, που υπάρχουν γύρω του. Η ψυχή έχει την πίστη με την οποία αντιλαμβάνεται τόσο καθαρά, τόσο σταθερά, ώστε βλέπει με τα μάτια της ψυχής σαν ορατά τα αόρατα, σαν χειροπιαστά τα αψηλάφητα, σαν υπόσταση και πραγματικότητα και αυτά που ακόμα δεν έγιναν πραγματικότητα. Είναι λοιπόν, κατά τον συγγραφέα της προς Εβραίους επιστολής η πίστη «ελπιζομένων υπόστασις και πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (εβρ. 11:1).
Πολλά βέβαια είναι τα «υπέρ λόγον και αίσθησιν», τα όποια μόνον μέ τήν πίστη πλησιάζει και αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος, αλλά το πρώτο και κυριότερο, που έχει θεμελιώδη σημασία για τον άνθρωπο, είναι ο Θεός. Πίστη, επομένως, στο Θεό είναι η λογική και φυσική και ανώτερη ψυχική και πνευματική εκδήλωση κάθε υγιούς ανθρώπου. Είναι η σταθερή και ακλόνητη πεποίθηση όχι μόνον ότι υπάρχει Θεός αλλά ότι ο Θεός είναι ο μόνος Θεός, ο παντοδύναμος, ο πάνσοφος, ο πανάγαθος, ο δημιουργός και κυβερνήτης και προστάτης μας. Η πίστη, ακόμη, είναι η ενδόμυχη και εγκάρδια αποδοχή όλων των αληθειών και διδαγμάτων της χριστιανικής διδασκαλίας. Η πίστη είναι η αμοιβαία ανταπόκριση του ανθρώπου προς το συνεχές και αδιάλειπτο κάλεσμα απο τον Θεό.
Το μεν σώμα έχει τις αισθήσεις, για να έχει γνώση των αισθητών, των υλικών, που υπάρχουν γύρω του. Η ψυχή έχει την πίστη με την οποία αντιλαμβάνεται τόσο καθαρά, τόσο σταθερά, ώστε βλέπει με τα μάτια της ψυχής σαν ορατά τα αόρατα, σαν χειροπιαστά τα αψηλάφητα, σαν υπόσταση και πραγματικότητα και αυτά που ακόμα δεν έγιναν πραγματικότητα. Είναι λοιπόν, κατά τον συγγραφέα της προς Εβραίους επιστολής η πίστη «ελπιζομένων υπόστασις και πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (εβρ. 11:1).
Πολλά βέβαια είναι τα «υπέρ λόγον και αίσθησιν», τα όποια μόνον μέ τήν πίστη πλησιάζει και αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος, αλλά το πρώτο και κυριότερο, που έχει θεμελιώδη σημασία για τον άνθρωπο, είναι ο Θεός. Πίστη, επομένως, στο Θεό είναι η λογική και φυσική και ανώτερη ψυχική και πνευματική εκδήλωση κάθε υγιούς ανθρώπου. Είναι η σταθερή και ακλόνητη πεποίθηση όχι μόνον ότι υπάρχει Θεός αλλά ότι ο Θεός είναι ο μόνος Θεός, ο παντοδύναμος, ο πάνσοφος, ο πανάγαθος, ο δημιουργός και κυβερνήτης και προστάτης μας. Η πίστη, ακόμη, είναι η ενδόμυχη και εγκάρδια αποδοχή όλων των αληθειών και διδαγμάτων της χριστιανικής διδασκαλίας. Η πίστη είναι η αμοιβαία ανταπόκριση του ανθρώπου προς το συνεχές και αδιάλειπτο κάλεσμα απο τον Θεό.
Πίστη μπορεί να συναντήσουμε και σε θρησκείες εκτός Χριστιανισμού. Η διαφορά στο Χριστιανισμό βρίσκεται στο γεγονός ότι ομολογούμε τόν Τριαδικό Θεό, τόν Πατέρα, τόν Υιό και τό Άγιο Πνεύμα. Από την ενσάρκωση του Υιού του Θεού η πίστη έχει χριστολογική διάσταση, περνά δηλαδή μέσα από τόν Χριστό. Η πίστη, κατά συνέπεια, στόν Χριστιανισμό είναι προσωπική σχέση του ανθρώπου με τόν Πατέρα Θεό, ο οποίος τον δημιούργησε και θέλει τη σωτηρία του, με τόν Υιό, το Σωτήρα και μοναδικό μεσίτη μεταξύ του ανθρώπου και του Πατέρα, και με το Άγιο Πνεύμα που τον χαριτώνει και τον αγιάζει.
Στην Αγία Γραφή και κυρίως στην Καινή Διαθήκη διδασκόμαστε την αναγκαιότητα της πίστεως. Κατά τους λόγους του Κυρίου η πίστη στον Θεό και το απολυτρωτικό Του έργο είναι απαραίτητος όρος για την σωτηρία του ανθρώπου. «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται» (Μκ. 16:16). Όπως επίσης αυτός που έχει την καρδιά του ανοιχτή και πιστεύει στο Θεό ακούγοντας τους λόγους Του και πράττοντας τους, έχει δηλαδή απόλυτη επμιστοσύνη στο δημιουργό του, τότε βιώνει την έμπρακτη αγάπη του Θεού προς αυτόν και μαζί με τη δική του καλή διάθεση και πίστη μπορεί να γίνει πολίτης της ουράνιας Βασιλείας του Θεού. «Ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αίώνιον» (Ιω. 5:24). Ο Κύριος Ιησούς Χριστός θέτει σαν όρο σωτηρίας την πίστη στο Θεό και το απολυτρωτικό Του έργο. Για τούτο η πίστη χαρακτηρίζεται σαν δικαιούσα και σώζουσα τον άνθρωπο, εφ’ όσον με την πίστη οικειοποιείται (κάνει δική του) την εν Χριστώ σωτηρία. «Τον υιόν αυτού τον Μονογενή έδωκεν ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη άπόλυται αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω. 3:16).
Αλλά συγχρόνως η πίστη δίνει και δύναμη ανυπολόγιστη στον άνθρωπο. Ο μεν Κύριος είπε ότι, εάν έχουμε πίστη και όρη μπορούμε να μετακινήσουμε, ο δε Απόστολος Παύλος αναφέρει τα θαυμαστά κατορθώματα της πίστεως του Ιουδαϊκού γένους λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι δεν θα τον έπαιρνε ο χρόνος εάν ανέφερε όλα αυτά τα εξαίσια γεγονότα τα όποια αποδεικνύουν ότι οι μεγάλοι άνδρες «διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, είργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας...» (Εβρ. 11:33-35). Δοκίμασαν τη δύναμη της πίστης όσοι κατόρθωσαν με αυτή να μετακινήσουν όχι όρη γήινα αλλά τα όρη των ψυχικών παθών, όσοι κατόρθωσαν να νικήσουν όχι εχθρό εξωτερικό αλλά τον εσωτερικό εχθρό της αμαρτίας. Όσοι με την δύναμη του Θεού αναγεννήθηκαν.
Για να έχει, βέβαια, την δύναμη αυτή η πίστη, πρέπει να είναι ζωντανή και όχι νεκρή. Και για να είναι ζωντανή είναι ανάγκη να είναι σταθερή, χωρίς αμφιβολίες και αμφιταλαντεύσεις, να είναι αυθεντική, να πιστεύει όλα τα διδάγματα της θρησκείας μας, να είναι λογική, απαλλαγμένη προλήψεων και δεισιδαιμονιών και τέλος να είναι ενεργή δηλαδή να συνοδεύεται από έργα αντάξια της πίστης.
Είναι φανερό, ότι η «πίστη άνευ έργων νεκρά εστίν» (Ιακ. 2: 20), όπως πολύ ωραία γράφει ο Άγιος Ιάκωβος και απευθυνόμενος στο Χριστιανό λέγει «δείξόν μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου» (Ιακ. 2: 18 ). Δεν είναι δυνατόν, να υπάρχει πραγματική πίστη εάν δεν υπάρχει και αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Εάν πιστεύει ο άνθρωπος στον Θεό θα υπακούει σ’ Αυτόν, θα εκτελεί τις εντολές Του και τα έργα του θα είναι καρπός της πίστης του. «Ζωντανή» λοιπόν και όχι «νεκρή» πίστη ζητεί ο Κύριος.
Είναι φανερό, ότι η «πίστη άνευ έργων νεκρά εστίν» (Ιακ. 2: 20), όπως πολύ ωραία γράφει ο Άγιος Ιάκωβος και απευθυνόμενος στο Χριστιανό λέγει «δείξόν μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου» (Ιακ. 2: 18 ). Δεν είναι δυνατόν, να υπάρχει πραγματική πίστη εάν δεν υπάρχει και αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Εάν πιστεύει ο άνθρωπος στον Θεό θα υπακούει σ’ Αυτόν, θα εκτελεί τις εντολές Του και τα έργα του θα είναι καρπός της πίστης του. «Ζωντανή» λοιπόν και όχι «νεκρή» πίστη ζητεί ο Κύριος.
Ο,τι είναι για το σώμα οι αισθήσεις, ο,τι είναι για το πλοίο η μηχανή, το ραντάρ και ο ασύρματος, είναι για τον άνθρωπο η πίστη. Είναι ο σύνδεσμος ο οποίος συνδέει τον άνθρωπο με τον Θεό. Είναι ο αγωγός θείας δύναμης από την παντοδυναμία του Θεού στον αδύνατο άνθρωπο. Είναι το φως, που φωτίζει τον δρόμο της ζωής. Είναι η πηγή της αγάπης προς τον Θεό και τον άνθρωπο. Είναι ή σωτηρία.
Όταν μιλούμε για έργα πρέπει να έχουν και ένα υπόβαθρο στη χριστιανική πίστη, στην πνευματική ζωή δεν συνδυάζονται καλά έργα και άστατη ζωή πνευματικά, η ζωή του κάθε πιστού είναι κατ’ επέκταση οι πράξεις και τα έργα του. Μπορεί κάποιος να κάνει καλά έργα όπως ελεημοσύνη και διαφόρων ειδών φιλανθρωπίες, όμως να τα κάνει από φιλοδοξία και για προβολή του εαυτού του ανυψώνοντας την εικόνα του στα μάτια των άλλων. Αυτού του είδους έργα δεν σώζουν γιατί απουσιάζει η Ταπείνωση και η Αγάπη ως κινητήρια δύναμη. Είναι καθαρά μια εγωιστική συμπεριφορά. Από την άλλη τα έργα μας για να είναι ενεργά πρέπει να υπάρχει εσωτερικά αυτό που λέγεται ταπείνωση και φθάνει στην αγάπη, έτσι ώστε κάθε φορά να γινόμαστε και εμείς ένας Σίμων Κηρυναίος στον πόνο και τη δυσκολία του συνανθρώπου μας και να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση του άλλου, να μπορέσουμε να τον καταλάβουμε, τότε τα έργα μας θα είναι έργα έμπρακτης αγάπης. Τα παραδείγματα καλών έργων μας αναφέρει ο κύριος μας Ιησούς Χριστός στο ευαγγέλιο της μελλούσης κρίσεως «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και εποτισατέ με, ξένος ήμην και συνηγάγετέ με, γυμνός και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επισκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην και ήλθατε πρός με...Κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν;...Αμήν λέγω υμίν, εφόσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε» (Μτ. 25:31-46). Δεν υποκρίνονται οι δίκαιοι όταν τον ρωτούν. Απλώς όταν εκδήλωναν την αγάπη τους το έκαναν τόσο πηγαία, επειδή το αισθανόταν και όχι επειδή τους το επέβαλε κανείς ή επειδή ήθελαν να δείξουν κάτι (φαρισαϊσμός). Έτσι δεν θυμούνται κάν το καλό που έκαναν γιατί το θεωρούσαν καθήκον τους, που δεν άξιζε κάποια ιδιαίτερη ανταμοιβή. Ετσι σκέφτονται αυτοί που αγαπούν πραγματικά το Θεό.
Ας θυμηθούμε την παραβολή του τελώνη και του φαρισαίου που ο μεν φαρισαίος έκανε αγαθοεργίες, ήταν πιστός, νήστευε και τηρούσε τις εντολές του Θεού, αλλά είχε εγωισμό και έκανε σύγκριση του εαυτού του με τους άλλους, πίστευε ότι ήταν καλύτερος των υπολοίπων, ο δε τελώνης δεν έκανε τίποτα απ’ όλα όσα έκανε ο φαρισαίος, αλλά είχε ταπείνωση που δεν είχε εκείνος και που αναγνώριζε τα λάθη του και ζητούσε το έλεος του Θεού, ο μεν φαρισαίος έκανε έργα και δεν σώθηκε, ο δε τελώνης δεν έκανε έργα, είχε ταπείνωση και σώθηκε.
Τα έργα εκτός από τον τρόπο ζωής μας είναι ένας ακόμη πρακτικός τρόπος σωτηρίας, είτε είναι έργα φιλανθρωπίας είτε συμπόνιας, χωρίς την ταπείνωση που είναι μια μεγάλη αρετή η οποία πηγάζει από την πίστη, την ορθή αντίληψη δηλαδή περί του Θεού, δεν αποσκοπούν πουθενά. Μπορεί να μην γίνονται έργα υλικά αλλά έργα πνευματικά όπως ο τελώνης που σώθηκε χωρίς έργα, το τέλειο είναι όταν γίνεται συνδυασμός και των δύο και πίστης και καλών έργων.
Αναδημοσίευση από: Μητρόπολις Κωνσταντίας - Αμμοχώστου
Πρωτότυπο Κείμενο
Είπεν ο Κύριος τοίς εαυτού Μαθηταίς• Υμείς έστε το φως του κόσμου• ου δύναται πόλις κρυβήναι, επάνω όρους κειμένη• ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ’ επί την λυχνίαν, και λάμπει πάσι τοίς εν τη οικία. Ούτω λαμψάτω το φώς υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα, και δοξάσωσι τον Πατέρα υμών τον εν τοίς ουρανοίς. Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον, η τους προφήτας• ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι. Αμήν γαρ λέγω υμίν• Έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα εν, η μια κεραία ου μη παρέλθη από του νόμου, έως αν πάντα γένηται. Ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τουτών των ελαχίστων, και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών• ος δ’αν ποιήση και διδάξη, ουτός μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Είπε ο Κύριος στούς μαθητές του: Εσείς είστε το φως για τον κόσμο• μια πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι, δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, αλλά το τοποθετούν στο λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας. Μη νομίσετε πως ήρθα για να καταργήσω το νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα για να τα καταργήσω, αλλά για να τα πραγματοποιήσω. Σας βεβαιώνω πως όσο υπάρχει ο κόσμος, έως τη συντέλεια του, δε θα πάψει να ισχύει ούτε ένα γιώτα ή μια οξεία από το νόμο. Όποιος, λοιπόν, καταργήσει ακόμα και μια από τις πιο μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους, θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού. Ενώ όποιος τις τηρήσει όλες και διδάξει έτσι και τους άλλους, αυτός θα θεωρηθεί μεγάλος στη βασιλεία του Θεού.
«Oς εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών˙ ος δ’ αν ποιήση και διδάξη, ουτός μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών»
Κατά τη σημερινή Κυριακή ορίστηκε από την Εκκλησία να εορτάζεται η μνήμη των 630 θεοφόρων πατέρων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε το 451 στη Χαλκηδόνα, επί των αυτοκρατόρων Μαρκιανού και Πουλχερίας και διατύπωσε το Χριστολογικό δόγμα, καταδίκασε την αίρεση του Μονοφυσιτισμού και ασχολήθηκε με τη διοικητική οργάνωση της Εκκλησίας. Οι πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ως συνεχιστές του έργου και της διδασκαλίας των αγίων Αποστόλων αλλά και των προηγούμενων τους Πατέρων, συνήλθαν και καταδίκασαν την αίρεση ομολογώντας την ορθή πίστη και διδασκαλία της Εκκλησίας. Η υμνολογία της Εκκλησίας θέλοντας να δείξει την μεγάλη τους προσφορά τους ονομάζει στο ωραιότατο δοξαστικό των Αίνων του Ορθρού «πολύφωτους αστέρες του νοητού στερεώματος, πάγχρυσα στόματα του Λόγου, θεηγόρους οπλίτες της παρατάξεως Κυρίου, μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου». Το τεράστιο έργο, το οποίο μας παρέδωσαν με τη διδασκαλία και τη συγγραφή των έργων τους αλλά και με τη ζωή και τα έργα τους αποτελούν την πνευματική προίκα, μετά την Αγία Γραφή, πάνω στην οποία μας καλεί η Εκκλησία να πορευθούμε.
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα το οποίο διαβάζεται σήμερα είναι παρμένο από την επί του όρους ομιλία του Χριστού και έχει ως σκοπό του να μας δείξει το πνευματικό έργο των Αγίων Πατέρων. Ακολουθώντας τις εντολές του Θεού οι Άγιοι Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, αλλά και οι υπόλοιποι Πατέρες της Εκκλησίας, έφτασαν στη θεογνωσία καθοδηγώντας προς το δρόμο αυτό τους ανθρώπους της εποχής τους αλλά και τους μεταγενέστερούς τους που θέλουν να πορευθούν αυτό το δρόμο και να φτάσουν στη σωτηρία. Ο Χριστός απευθυνόμενος προς τους μαθητές του τους λέει ότι αποτελούν το φως του κόσμου, λόγο της σχέσεως που είχαν μαζί του. Ο ίδιος ο Χριστός παρομοίασε τον εαυτό του με το φως του κόσμου διακηρύσσοντας ότι «Εγώ ειμί το φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ’ έξει το φως της ζωής» (Ιω. 8,12). Ο Χριστός ως πηγή του φωτός φωτίζει την καρδία και τη διάνοια των ανθρώπων, βγάζοντας τους από το σκοτάδι της αμαρτίας.
Η απλή όμως γνώση της αλήθειας δεν σώζει τον άνθρωπο. Χρείαζεται να προχωρήσει και να φανερώσει αυτή την αλήθεια και στους υπόλοιπους ανθρώπους, τους γύρω του με την πίστη και τα έργα του. «Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς». Με το να δουν οι άνθρωποι τα καλά έργα αυτών που ακολουθούν το Χριστό δοξάζουν το Θεό Πατέρα και πιστεύουν στη θεότητα του Ιησού Χριστού. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ο σκοπός της επί γης παρουσίας του Ιησού Χριστού που είναι η σωτηρία όλων των ανθρώπων. Η βίωση των αληθειών της πίστεως δεν αντιμετωπίζεται ως ιδέα, αλλά βιώνονται και εφαρμόζονται στη ζωή του πιστού. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί γιατί υπάρχει ο κίνδυνος της αυτοδικαιώσεως των πιστών διά των έργων τους. Οι πιστοί δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι σωτήρας μας είναι μόνο ο Χριστός και όχι τα καλά έργα τα οποία κάνουμε, έστω και αν είναι πολλά. Αυτά εκφράζουν μόνο την ευγνωμοσύνη μας για τη σωτηρία και δεν αποτελούν προϋπόθεση ή μέσο απόκτησής της. Αυτό επιτυγχάνεται με αγώνα και πολλή προσπάθεια και πάντα με τη βοήθεια του Θεού.
Η διδασκαλία του Χριστού αποτελεί για κάθε άνθρωπο την ασφαλή οδό που θα τον οδηγήσει στη σωτηρία. Η διδασκαλία του Χριστού μαζί με τις εντολές του παραμένουν αιώνιες αλήθειες που δεν παρέρχονται κατά τη διάρκεια του χρόνου όπως παρέρχονται οι διάφορες αυτοκρατορίες και οι διάφοροι πολιτισμοί. Η βίωση τους στη ζωή μας δεν αποτελεί κάτι το ακατόρθωτο, κάτι το οποίο δεν μπορούμε να πετύχουμε, αρκεί μόνο να το επιδιώκουμε και να ζητούμε το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να ζούμε συμφώνα με αυτές. Ο ισχυρισμός πολλών ανθρώπων σήμερα ότι μερικές από τις εντολές του Θεού δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην σημερινή καταναλωτική κοινωνία που ζούμε, βρίσκει την απάντηση του στο σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα. Εδώ ακούσαμε το Χρίστο να μας λέγει ότι εκείνος που θα καταργήσει έστω και μια από τις εντολές αυτές (του Θεού) και διδάξει έτσι τους ανθρώπους θα ονομαστεί ελάχιστος στη Βασιλεία των Ουρανών. Ενώ όποιος τις τηρεί και τις διδάσκει θα κληθεί μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών. Γνωρίζοντας ο Χριστός την ασθενή φύση του ανθρώπου δε θα μας το έλεγε αυτό, αν δεν μπορούσαμε να τηρήσουμε τις εντολές του. Επομένως η δικαιολογία αυτή δεν ευσταθεί, αλλά στηρίζεται στην επιθυμία των ανθρώπων για ικανοποίηση των διαφόρων παθών τους έστω και αν αυτά αντιβαίνουν τις εντολές του Θεού.
Το σημερινό Ευαγγέλιο μας καλεί σε μια συνειδητοποίηση της χριστιανικής μας ιδιότητας. Οι Άγιοι Πατέρες αποτελούν τις μορφές εκείνες που εφάρμοσαν και τήρησαν το θέλημα και τις εντολές του Θεού. Πρωτοστατούν στους αγώνες για τη διαφύλαξη της ορθής πίστης, αγωνίζονται για την ισότητα και τη δικαιοσύνη στην κοινωνία που βρίσκονται, βοηθούν και στηρίζουν ποικιλοτρόπως αυτούς που τους χρειάζονται και ζητούν τη βοήθεια τους. Ο αγώνας των Αγίων Πατέρων μετατράπηκε σε πράξη· δεν έμεινε στην θεωρία. Αυτούς τους Πατέρες καλούμαστε και εμείς σήμερα να μιμηθούμε βαδίζοντας στα βήματά τους ως άξιοι συνεχιστές του έργου τους.
Φιλίππου Φιλίππου, θεολόγου
Αναδημοσίευση από: Μητρόπολις Κωνσταντίας - Αμμοχώστου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου