Τα νέα του Ιερού Ναού μας για τον Νοέμβριο

1. Ιερό Σαρανταλείτουργο
Στην ενορία μας τελείται Σαρανταλείτουργο. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αποταθούν στο παγκάρι.

2. Αγρυπνία κάθε Παρασκευή
Κάθε Παρασκευή από τις 15 Νοεμβρίου μέχρι τα Χριστούγεννα θα τελείται Αγρυπνία στο ξωκλήσι της Αγίας Άννας.

3. Αγρυπνία - Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία (Σάββατο βράδυ προς Κυριακή)
Συνεχίζεται κάθε Σάββατο βράδυ προς Κυριακή να τελείται Αναστάσιμη νυχτερινή Θεία Λειτουργία 9:00μ.μ. - 12:30π.μ. στο ξωκλήσι της Αγίας Άννας στις 2, 9, 16, 23 και 30 Νοεμβρίου. Η πρόσκληση αυτή απευθύνεται αφενός σε όλους τους ευλαβείς πιστούς που λόγω της εργασίας τους (π.χ. αστυνομικούς, ιατρούς, νοσηλευτές, πυροσβέστες, στρατιωτικούς, κ.α.), αφετέρου δε και σε όσους για οποιοδήποτε άλλο λόγο, δεν έχουν την δυνατότητα να εκκλησιαστούν το πρωί της Κυριακής. Η τοπική Εκκλησία ως φιλόστοργος μητέρα , γνωρίζοντας και κατανοώντας τα διάφορα αυτά κωλύματα, με αγάπη και ενδιαφέρον τελεί αυτή την ποιμαντική διακονία, ώστε να δοθεί σε όλους η ευκαιρία του εκκλησιασμού και της μετοχής όλων στα Θεία Μυστήρια.

4. Κατά το μήνα Νοέμβριο ο Εσπερινός αρχίζει στις 4:30μ.μ. Ο Όρθρος τις Κυριακές στις 6:30-9:30π.μ. και τις καθημερινές 6:30-8:30π.μ.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2024

Μεσοπεντηκοστή


Την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μας μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Τα βυζαντινά χρόνια, η εορτή της Μεσοπεντηκοστής ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 μ.Χ. στον ναό του Αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ του Σοφού (11 Μαΐου 903 μ.Χ.). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτωρ το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μωκίου, όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία. Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο έπαιρνε μέρος και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλεύς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εἰς πολλούς καί ἀγαθούς χρόνους ὁ Θεός ἀγάγει τήν βασιλείαν ὑμῶν» και με πολλούς ενδιαμέσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.

Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδραση της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.

Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή. Ωραία το τοποθετεί το πρώτο τροπάριο του εσπερινού της εορτής:

«Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν,
τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων ἐγέρσεως
Πεντηκοστῇ δέ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων,
καί λάμπει τάς λαμπρότητας
ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα
καί ἑνοῦσα τάς δύο
καί παρεῖναι τήν δόξαν προφαίνουσα
τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».

Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» την δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορτασθεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσσίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάρι της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας - μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης ἡμῶν καί τοῦ αἰωνίου αὐτοῦ Πατρός». «Διά ταύτην τήν αἰτίαν τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν ὀνομάζοντες τόν Μεσσίαν τε ἀνυμνοῦμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάρι. Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που εξελέγη για την ημέρα αυτή (Ιω. 7, 14-30). Μεσούσης της εορτής του Ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρά αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς η δεν είναι; Είναι η διδασκαλία του Ιησού εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού η κατασκευάσασα τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στον ναό, στο μέσον των διδασκάλων του Ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία. Εκλέγομε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τροπάρια, το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού του πλ. δ’ ήχου:

«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διδάσκοντός σου, Σωτήρ,
ἔλεγον οἱ Ἰουδαῖοι·
Πῶς οὗτος οἶδε γράμματα, μή μεμαθηκώς;
ἀγνοοῦντες ὅτι σύ εἶ ἡ Σοφία
ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον.
Δόξα σοι».

Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «Τῆς ἑορτῆς μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έλαβε χώρα μεταξύ Χριστού και των Ιουδαίων «τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία μεγαλήγορο φράση του Κυρίου.« Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 37-38). Και σχολιάζει ο Ευαγγελιστής.« Τοῦτο δέ εἶπε περί τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ιω. 7, 39). Δεν έχει σημασία ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξ’ άλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιο παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης. Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον, που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές.« Ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 38). «Καί γενήσεται αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον», εἶπε στήν Σαμαρείτιδα» (Ιω. 4, 14). Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτεμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους. Διαλέγομε τρεις, τους πιο χαρακτηριστικούς: Το κάθισμα του πλ. δ’ ήχου προς το «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», που ψάλλεται μετά την γ’ ωδή του κανόνος στην ακολουθία του όρθρου:

«Τῆς σοφίας τό ὕδωρ καί τῆς ζωῆς
ἀναβρύζων τῷ κόσμῳ, πάντας, Σωτήρ,
καλεῖς τοῦ ἀρύσασθαι
σωτηρίας τά νάματα·
τόν γάρ θεῖον νόμον σου
δεχόμενος ἄνθρωπος,
ἐν αὐτῷ σβεννύει
τῆς πλάνης τούς ἄνθρακας.
Ὅθεν εἰς αἰῶνας
οὐ διψήσει, οὐ λήξει
τοῦ κόρου σου δέσποτα, βασιλεῦ ἐπουράνιε.
Διά τοῦτο δοξάζομεν
τό κράτος σου, Χριστέ ὁ Θεός,
τῶν πταισμάτων ἄφεσιν αἰτούμενοι
καταπέμψαι πλουσίως
τοῖς δούλοις σου».

Το απολυτίκιο και το κοντάκιο της εορτής, το πρώτο του πλ. δ’ και το δεύτερο του δ’ ήχου:

«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διψῶσάν μου τήν ψυχήν
εὐσεβείας πότισον νάματα·
ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας·
Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.
Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι».

«Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης
ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης
πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός·
Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας.
Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν·
Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν,
σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν».


Και τέλος το απαράμιλλο εξαποστειλάριο της εορτής:

«Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων
τῶν ἀκενώτων δωρεῶν,
δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ
εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν·
ὅτι συνέχομαι δίψῃ,
εὔσπλαγχνε μόνε οἰκτίρμον».

Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υποβάθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακενώτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατήντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής η του αγίου Πνεύματος η της αγίας Τριάδος η των Εισοδίων η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου η και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’.
Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός· Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας. Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν· Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν, σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

29/05: Οσία Υπομονή

Βιογραφία
Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες - κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν όπως ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας που μόνασε με το όνομα Συμεών και ήταν κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους (βλέπε 13 Φεβρουαρίου). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βόρειο - ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.

Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο το Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, περά προς την γενέθλιο σερβική πατρίδα.

Κοντά σ' αυτά και πάνω απ' αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.

Υπολογίζεται να ήταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β' Παλαιολόγο (τέλη του 1390 μ.Χ.), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.

Η καινούργια ζωή της Ελένης - αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ' όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.

Η Ελένη - αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.

Δευτέρα 27 Μαΐου 2024

27/05: Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος γενννήθηκε στην Ουκρανία το έτος 1690. Στους πολέμους που άρχισαν το 1711 και τελείωσαν το 1718 ήταν στρατιώτης του Τσαρικού Στρατού του Μεγάλου Πέτρου της Ρωσσίας. Στις μάχες για την ανακατάληψη του Αζώφ με χιλιάδες άλλους συμπατριώτες του, αιχμαλωτίζεται και οδηγείται στην Κωνσταντινούπολη. Απ' εκεί στο Προκόπιο, κοντά στην Καισάρεια της Καππαδοκίας της Μ. Ασίας, στην κατοχή ενός Αγά που διατηρούσε στρατόπεδο των Γενιτσάρων. Καταδικασμένος ψυχολογικά στην περιφρόνηση και το μίσος των Τούρκων, είναι ο «κιαφίρ», ο «άπιστος» που του αξίζουν σκληρά βασανιστήρια. Και τον χτυπούν με χοντρά ξύλα ραβδιά, τον κλωτσούν, τον φτύνουν, του καίνε τα μαλλιά και το δέρμα της κεφαλής του με πύρινο τάσι. Τον πετούν στις κοπριές του σταύλου και τον υποχρεώνουν να ζει με τα ζώα. Υπομένει όλα τα βασανιστήρια με καρτερία και αξιοθαύμαστη γενναιότητα. Δέχεται ο Όσιος Ιωάννης τους σκληρούς όρους της μαρτυρικής ζωής, τα βασανιστήρια, τη διαμονή με τα ζώα στο σταύλο που του θύμιζε, όπως έλεγε, το σταύλο της Βηθλεέμ. Παράλληλα, με τις ασκήσεις, τις νηστείες, τις αγρυπνίες, τις προσευχές δαμάσθηκε η θηριωδία των Τούρκων και έκπληκτοι τον ονομάζουν «βελή», άγιο.

Σε συνεστίαση Τούρκων αξιωματούχων θαυματουργικά έστειλε με Άγγελο Κυρίου φαγητό σε χάλκινο πιάτο από το Προκόπιο της Μ. Ασίας στην Μέκκα της Αραβίας και ο Τούρκος Αγάς το έφαγε εκεί ζεστό. Επιστρέφοντας έδειξε το πιάτο με το οικόσημο στους αξιωματούχους τρεις μήνες μετά. Το θαύμα αυτό που έγινε από τον Όσιο κατά παραχώρηση του Κυρίου, σταμάτησε το μίσος και την αδιάλλακτη μανία των βασανιστών του. Η πνευματική και ηθική ακτινοβολία του εδάμασε την θηριωδία των Τούρκων.

Ένα στήριγμα είχε σε όλους τους αγώνες του και μία παρηγοριά στην τραχειά ζωή των βασανιστηρίων. Κατέφευγε σε προσευχές, γονυκλισίες, αγρυπνίες και κοινωνούσε κρυφά από τους Τούρκους, τα Άχραντα Μυστήρια. Η Θεία Κοινωνία κάθε Σάββατο ήταν η μεγάλη του ξεκούραση και ανάπαυση. Τελευταία ημέρα, 27 Μαΐου του 1730, ειδοποίησε τον ιερέα και εκείνος του πήγε τη Θεία Κοινωνία μέσα σε ένα μήλο που το είχε κουφώσει. Κοινώνησε εκεί στο σταύλο για τελευταία φορά. Η πρόσκαιρη αιχμαλωσία του, η δεινή κακοπάθεια πήραν τέλος• ο θαυμαστός Όσιος Ιωάννης πέρασε στην αιώνια αγαλλίαση και μακαριότητα, μόλις πήρε τα Άχραντα Μυστήρια.

Ο γέροντας ιερέας που κάθε Σάββατο άκουγε τον πόνο και τα βασανιστήριά του και τον κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια, είδε στον ύπνο του τον Όσιο Ιωάννη τον Νοέμβριο του 1733. Του είπε ο Όσιος πως το σώμα του έχει μείνει με τη χάρη του Θεού μέσα στον τάφο ακέραιο, ολόκληρο, αδιάφθορο. Να το βγάλουν και θα είναι μαζί τους ως ευλογία Θεού στους αιώνες. Μετά τους δισταγμούς του ιερέα, κατά θεία παραχώρηση, ένα ουράνιο φως φωτίζει τον τάφο του Οσίου σαν πύρινος στύλος. Οι Χριστιανοί άνοιξαν τον τάφο και ω του θαύματος! Το σώμα του Οσίου βρέθηκε ακέραιο, αδιάφθορο και μυρωμένο με αυτή τη θεία ευωδία που συνεχίζει να έχει μέχρι σήμερα.

Μέσα στη λαίλαπα της μικρασιατικής καταστροφής οι πρόσφυγες που έχασαν τα πάντα, δύο χρόνια μετά την καταστροφή στην επίσημη ανταλλαγή των πληθυσμών Ελλάδος-Τουρκίας, πήραν το Ιερό Λείψανο, άλλα κειμήλια της Εκκλησίας και λιγοστά προσωπικά τους είδη και ξεκίνησαν για το δρόμο της ξενιτειάς. Από την Καισάρεια στη Μερσίνα. Από το λιμάνι της Μερσίνας με το πλοίο «Βασίλειος Δεστούνης» που ναυλώθηκε με έξοδα της οικογενείας Παπαδοπούλου, μεταφέρεται στην Χαλκίδα. Παραμένει εκεί ένα χρόνο και το 1925 έφθασε στο σημερινό Νέο Προκόπιο της Εύβοιας. 

Η μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ρώσσου τιμάται στην 27η Μαΐου εκάστου έτους.

Κυριακή 26 Μαΐου 2024

26/05: Άγιος Συνέσιος, επίσκοπος Καρπασίας



Συνέσιε, σύνεσιν δός μοι θείαν,
ἵνα ὑμνῶ σε ὡς λειτουργὸν Κυρίου.

Βιογραφία
Πολύ φτωχές δυστυχώς είναι οι πληροφορίες που έχουμε για τον Κύπριο αυτόν άγιο. Τόσο το συναξάρι όσο κι η ακολουθία του ελάχιστα πράγματα μας προσφέρουν.

Σύμφωνα μ' αυτές ο άγιος Συνέσιος γεννήθηκε στην Καρπασία. Ήταν άνθρωπος πράος κι ανεξίκακος και διαδέχτηκε στον επισκοπικό θρόνο τον Άγιο Φίλωνα (βλέπε 24 Ιανουαρίου). Αυτού μάλιστα και το ιερό έργο ζήλωσε και συμπλήρωσε.

Ενάντια στις αιρέσεις, που σύμφωνα με τον άγιο Επιφάνιο ξεπερνούσαν σε αριθμό τον καιρό αυτό τις ογδόντα, κινήθηκε με φλόγα και χριστιανική σύνεση ο άγιος Συνέσιος. Με το ραβδί του ιεραποστόλου και τη μάχαιρα του Πνεύματος, που είναι τομώτερη κι από το πιο κοφτερό εργαλείο ανέλαβε ο ουρανοπολίτης Ιεράρχης τον σκληρό αγώνα για την αντιμετώπιση και διάλυση των αιρέσεων. Η πραότητα του, η γλυκύτητα των λόγων του και τα πειστικά επιχειρήματα του ενισχυμένα με τα πολλά του θαύματα φέρνουν παντού και τα ανάλογα αποτελέσματα. Οι εχθροί της Εκκλησίας, που ζητούν να ξεσχίσουν τον άρραφο χιτώνα του Κυρίου, παραμερίζονται από παντού και παραπλανημένοι πιστοί με δάκρυα μετανοίας ξαναγυρνούν στη μάνδρα του Χριστού. Η επιτυχία είναι αφάνταστη. Σε λίγα χρόνια η Αγία Νήσος ξαναβρίσκει την ειρήνη της και τον δρόμο της χριστιανικής πίστεως.

Μα κι όταν ο Άγιος κοιμήθηκε, δεν σταμάτησε να προσφέρει σ' εκείνους που με πίστη καταφεύγουν στη χάρη του τις θεραπείες και τις δωρεές του. Πολλά θαύματα του Αγίου αναφέρονται από τους κατοίκους της Καρπασίας μ' ευλάβεια κι ευγνωμοσύνη. Ιδιαίτερα τιμάται σαν θεραπευτής της δυσουρίας. Αλλά κι ότι τιμωρεί με την ίδια αρρώστια όλους εκείνους οι οποίοι τολμούν και δοκιμάζουν να καταχραστούν την περιουσία του. Επίσης μεταξύ των κατοίκων επικρατεί η γνώμη ότι ο φιλάνθρωπος επίσκοπος προσφέρει θαυματουργικά τις δωρεές του χωρίς ανταλλάγματα ακριβά ή πολύτιμα. Είναι πολύ ολιγαρκής. Κι ένα κρεμμύδι είναι αρκετό να ικανοποιηθεί ο άγιος και να προσφέρει τη θαυματουργική θεραπεία του. Ένα πράγμα όμως δεν θέλει. Να του πειράξουν ή να του αφαιρούν τα δικά του.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Καρπασέων τὸ κλέος καὶ Κυπρίων ἀγλάϊσμα, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Ἱεράρχα Πατὴρ ἡμῶν Συνέσιε· διὸ τὴν χάριν τῶν θαυμάτων ἐξ οὐρανοῦ ἐδέξω μακάριε, θεραπεύειν τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδοκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´.
Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σὲ τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια. Διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ, τὰ πλούσια, πάτερ Ἱεράρχα Συνέσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ ὑπερμάχῳ καὶ θερμῇ ἀντιλήψει σου, προσφεύγομεν οἱ πιστοὶ πάτερ Συνέσιε, τοῦ λυτρωθῆναι διά σοῦ τῶν θλίψεων καὶ κινδύνων, ἀλλ᾿ ὡς ἔχων παῤῥησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐκ παντοίων ἡμᾶς σῷζε περιστάσεων, ἵνα κράζωμεν, χαίροις πάτερ Συνέσιε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καί Λόγον.
Ἐκ γαστρὸς ἡγιάσθης ὡς ἀληθῶς, Ἱερότατε πάτερ καὶ ἐπὶ γῆς, ὡς ἄγγελος ἐβίωσας, ἱεράρχα Συνέσιε, Φίλωνος δὲ τὸν βίον ζηλώσας, ἀξίως τε τῆς Τριάδος ἐδείχθης θεράπων μακάριε, ὅθεν καὶ πρὸς ζῆλον, τοῦ ἐνθέου σου βίου, ἡ πόλις ἐξέλαμψε, τῶν Καρπασέων θεοπνευστε. Διὰ τοῦτο βοῶμεν σοι, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ὢ πατέρων ἀκρότης, Ἱεραρχῶν δὲ σεμνότης, εὐσεβούντων πρὸς Χριστὸν παῤῥησία, Καρπασέων πολιοῦχε καὶ φυτουργέ, πῶς ὑμνήσω τὴν σὴν βιοτὴν Ὅσιε; Ἀστράπτεις γὰρ τοῖς πέρασιν ὡς ἥλιος, διὸ βοῶ σοι ταῦτα: Χαῖρε τερπνὸν Κυρίου κλέος, χαῖρε σεπτὸν οἰκουμένης γέρας, χαῖρε Καρπασέων τὸ κάλλιστον βλάστημα, χαῖρε Ἱεραρχῶν τὸ θεῖον ἐντρύφημα, χαῖρε ὅτι τὰ οὐράνια σὺν ἀγγέλοις κατοικεῖς, χαῖρε ὅτι τὰ ἐπίγεια οὐρανόθεν διοικεῖς, χαῖρε τῶν πατέρων εὐθύτης καὶ κανῶν, χαῖρε τῶν ῥαθυμούντων πρὸς Θεὸν ἐγγυητής, χαῖρε πηγὴ θαυμάτων θεόβρυτος, χαῖρε σεπτὸν τοῦ πνεύματος ὄργανον, χαῖρε δι’ οὖ ἡ πατρίς σου ηὐγάσθη, χαῖρε δι οὖ ἡ σὴ ποίμνη ἐκλάμπει, χαῖρε πάτερ Συνέσιε.

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

Σάββατο 25 Μαΐου 2024

25/05: Μνήμη της Γ' ευρέσεως της τιμίας κεφαλής του προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου

 


Φωνὴ βοῶντος γῆς μυχῷ κεκρυμμένη,
Τῆς γῆς ῥαγείσης, πᾶσιν ἤχησε ξένως.
Εἰκάδι δὲ Προδρόμοιο Κάρην εὗρον κατὰ πέμπτην.

Πέμπτη 23 Μαΐου 2024

23/05: Όσιος Ευμένιος ο νέος ο Θεοφόρος (Σαριδάκης)

 

Λεπρῶν καὶ νοσούντων λοιμικῶς ἀκέστωρ
πιστῶν, Εὐμένιε, ποδηγέτα, ὤφθης.

Τρίτη 21 Μαΐου 2024

21/05: Οι Άγιοι και Ισαπόστολοι Κωνσταντίνος και Ελένη


Βίος και απολυτίκιο των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, των οποίων η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη στις 21 Μαΐου.

Οι Άγιοι και Ισαπόστολοι Κωνσταντίνος και Ελένη

Ο Μέγας Κωνσταντίνος γεννήθηκε το 274 μ.Χ. Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος ο Α' ο Χλωρός και μητέρα του η Ελένη από το Δρέπανο της Βιθυνίας. Ο Κωνσταντίνος σε ηλικία 18 ετών έγινε στρατιωτικός και χάρη στην ανδρεία του, προάχθηκε γρήγορα στα ανώτατα αξιώματα του στρατού.

Ο Κύριος θέλοντας να τον βοηθήσει στον αγώνα του κατά του Μαξεντίου και του Λικίνιου, στη συνέχεια σχημάτισε στον ουρανό το σημείο του Σταυρού με την επιγραφή «Εν τούτω Νίκα», προσφέροντάς του ένα ισχυρότατο όπλο για να κατατροπώσει τους εχθρούς του. Με το χριστιανικό σταυροειδές λάβαρο με το ελληνικό μονόγραμμα «Εν τουτω νικα», τελικά νίκησε τα στρατεύματα του Μαξεντίου και έπειτα του Λικινίου.

Επίσης, ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας που ευνόησε την Εκκλησία, μετά από τρεις αιώνες ανελέητου διωγμού. Μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους του στο αρχαίο βυζάντιο, και εκεί έκτισε την βασίλισσα των πόλεων, την Κωνσταντινούπολη.

Λίγο πριν πεθάνει, ο Κωνσταντίνος αξιώθηκε και του Αγίου Βαπτίσματος, και αμέσως μετά είπε: «Νυν αληθει λογω μακαριον οιδ’ εμαυτον, νυν της αθανατου ζωης πεφαναι αξιον, νυν του θειου μετειληφεναι φωτος πεπιστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα με το λόγο της αληθείας, ξέρω ότι είμαι μακάριος, τώρα έχω γίνει άξιος της αθανάτου ζωής, τώρα έχω πιστέψει πως έλαβα το θείο φως. Εκοιμήθη σε ηλικία 63 ετών, την 21 Μαΐου 327. Η Ιστορία ονόμασε τον Κωνσταντίνο Μέγα και η Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο.

Ο Κωνσταντίνος ενδιαφέρθηκε πολύ και για τα ιερά σεβάσματα των χριστιανών, για το λόγο αυτό απέστειλε στα Ιεροσόλυμα την μητέρα του, για να βρει τον Τίμιο Σταυρό. Μετά την εύρεσή του, η Αγία Ελένη, αφού διχοτόμησε τις κεραίες του δημιούργησε δύο Σταυρούς εκ των οποίων τον ένα μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη.

Η Αγία Ελένη ήταν αυτή η οποία έδωσε στον Μ. Κωνσταντίνο την πρέπουσα διαπαιδαγώγηση. Άλλωστε, και ο ίδιος την τίμησε, όταν στην μεγάλη πλατεία της Κωνσταντινούπολης έκτισε δύο στήλες, μία δική του και μία της Αγίας Ελένης, που έφερε την επιγραφή: «Εις Αγιος εις Κυριος Ιησους Χριστος, εις δοξαν Θεου Πατρος, Αμην». Η Αγία Ελένη βοήθησε να χτιστούν οι πρώτοι μεγάλοι ιεροί ναοί της Χριστιανοσύνης. Εκοιμήθη ειρηνικά το 327 μ.Χ. σε ηλικία 83 ετών.

Απολυτίκιο
«Πρωτος πεφηνας, εν Βασιλευσι, θειον εδρασμα, της ευσεβειας, απ’ ουρανου δεδεγμενος το χαρισμα· οθεν Χριστου τον Σταυρον εφανερωσας, και την Ορθοδοξον πιστην εφηπλωσας. Κωνσταντινε ισαποστολε, συν Μητρι Ελενη θεοφρονι, πρεσβευσατε υπερ των ψυχων ημων»

Απολυτίκιο
«Του Σταυρου σου τον τυπον εν ουρανω θεασαμενος, και ως ο Παυλος την κλισιν ουκ εξ ανθρωπων δεξαμενος, ο εν Βασιλευσιν Αποστολος σου Κυριε, Βασιλευουσαν πολιν τη χειρι σου παρεθετο· ην περισωζε δια παντος εν ειρηνη, πρεσβειαις της Θεοτοκου, μονε Φιλανθρωπε»

Αναδημοσίευση από: Χριστιανική Φοιτητική Ένωση

Δευτέρα 20 Μαΐου 2024

20/05: Αγία Λυδία η Φιλιππησία


Βιογραφία
«Διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησαν ημίν» (Πράξ. 16,9), είναι η έκκληση του Μακεδόνα που βλέπει σε όραμα ο Απόστολος Παύλος ενώ βρίσκεται στην Τρωάδα. Τη φωνή αυτή τη θεωρεί ως φωνή Θεού και χωρίς αναβολή αποφασίζει να διαπεραιωθεί στο εκλεκτότερο τμήμα της Ευρώπης, τη Μακεδονία. Μαζί του παίρνει και τους εκλεκτούς του συνεργάτες, Τιμόθεο, Σίλα και Λουκά.

Αποβιβάζονται στη Νεάπολη, σημερινή Καβάλα, κι από κει αναχωρούν για τους Φιλίππους. Έξω από την πόλη των Φιλίππων και κοντά στις όχθες του Ζυγάκτου ποταμού είναι ο τόπος προσευχής των Ιουδαίων. Στις συγκεντρωμένες εκεί γυναίκες ο Απόστολος Παύλος κηρύττει, για πρώτη φορά στην Ευρώπη, το λόγο του Θεού.

Οι θεοφοβούμενες γυναίκες ακούν με προσοχή και ευλάβεια τα λόγια του άγνωστου Ιουδαίου. Αλλά εκείνη που περισσότερο απ' όλες ενθουσιάζεται είναι η Λυδία, η προσήλυτος πορφυρόπωλις από τα Θυάτειρα. Μέσα της γίνεται ένας σεισμός. Η καρδιά της Λυδίας ήταν πάντα ανήσυχη. Δεν μπορούσε να λατρεύει θεούς και θεές που οργίαζαν μεταξύ τους. Έτσι οδηγήθηκε στον κήπο προσευχής των Ιουδαίων. Γνώρισε το νόμο του Ισραήλ κι άναψε μέσα της ή δίψα για την αναζήτηση του Μεσσία. Και τώρα ακούει για πρώτη φορά τον Απόστολο Παύλο να μιλάει για το Λυτρωτή του κόσμου. Η Λυδία αποδέχεται χωρίς καμιά αντίρρηση τη νέα διδασκαλία. Πιστεύει στο Χριστό και δηλώνει κατηγορηματικά πως και αυτή θέλει να γίνει Χριστιανή. Και ο Απόστολος Παύλος ολοκληρώνει το έργο του. Στα γάργαρα νερά του ποταμού Ζυγάκτου βαπτίζει τη Λυδία. Η πρώτη χριστιανή της Μακεδονίας πολιτογραφείται στη βασιλεία των Ουρανών. Τώρα είναι το πρώτο μέλος της πρώτης Εκκλησίας της Ελλάδος. Η καρδιά της πλημμυρίζει από αισθήματα ευγνωμοσύνης προς αυτούς πού άνοιξαν τα μάτια της ψυχής της και ζήτα να τους φιλοξενήσει στο σπίτι της. «Και τις γυνή ονόματι Λυδία, πορφυρόπωλις πόλεως Θυατείρων, σεβόμενη τον Θεόν, ήκουεν, ης ο Κύριος διήνοιξε την καρδίαν προσέχειν τοις λαλουμένοις υπό του Παύλου, ως δε έβαπτίσθη και ο οίκος αυτής, παρεκάλεσε λέγουσα· ει κεκρίκατέ με πιστήν τω Κυρίω είναι, εισελθόντες εις τον οίκον μου μείνατε· και παρεβιάσατο ημάς». (Πράξ. 16,14-15).


Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α'. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Θεὸν σεβόμενη διανοίας εὐθύτητι, τὸ τῆς χάριτος φέγγος διὰ Παύλου εἴσδεδεξαι, καὶ πρώτη ἐν Φιλίπποις τῷ Χριστῷ, ἔπιστευσας θεόφρον πανοικεῖ· διὰ τοῦτο σὲ τιμῶμεν ἀσματικῶς, Λυδία Φιλιππησία. Δόξα τῷ εὔδοκησαντι ἐν σοῖ, δόξα τῷ σὲ καταυγάσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ, ἠμὶν τὰ κρείττονα.

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

Κυριακή των Μυροφόρων, Mάρκ. ιε΄ 43-47, ιστ΄ 1-8 - Πράξ. στ΄ 1-7


Μαρτυρία Αναστάσεως

«Ηγόρασαν αρώματα ίνα ελθούσαι αλείψωσιν αυτόν»

Σε αναστάσιμες τροχιές κινούνται σήμερα, την Κυριακή των Μυροφόρων, το περιεχόμενο της ευαγγελικής διήγησης αλλά και της υμνολογίας της Εκκλησίας μας.

Προβάλλονται συγκεκριμένα τα πρόσωπα εκείνα που συνδέονται με μια μαρτυρία ζωής για τη Σταυρική Θυσία και την Ανάσταση του Κυρίου. Έχουμε πρώτα τις μορφές του ευσχήμονα βουλευτή Ιωσήφ του από Αριμαθαίας και του Νικόδημου, ο οποίος ήταν κρυφός μαθητής του Χριστού. Έπειτα, τρεις άγιες γυναικείες παρουσίες, η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη, η μητέρα των υιών του Ζεβεδαίου, του Ιωάννου και του Ιακώβου, συνθέτουν μια ισχυρή μαρτυρία, με άρωμα σαφώς αναστάσιμο.

Όλες αυτές οι μορφές που παρελαύνουν μέσα από τη διήγηση της σημερινής ευαγγελικής περικοπής υπήρξαν όντως αυθεντικοί μάρτυρες, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος της Ταφής και οι Μυροφόρες της Αναστάσεως. Για τις τελευταίες, ο ιερός συναξαριστής αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η του Θεού Εκκλησία ταύτας παρέλαβεν εορτάζειν: α) ως ιδούσας πρώτας Χριστόν εκ νεκρών, β) τοις πάσι καταγγειλάσας το σωτήριον κήρυγμα και γ) την κατά Χριστόν πολιτείαν μετελθούσαν αρίστως και μαθητευθείσαις Χριστώ».

Άνοιγμα καρδιάς
Ας δούμε ειδικότερα την περίπτωση των Μυροφόρων γυναικών, από την οποία αντλούμε βαθύτατες αλήθειες. Οι Μυροφόρες άφησαν την καρδιά τους να πυρποληθεί από την αγάπη του Διδασκάλου. Αυτό ακριβώς το άνοιγμα της καρδιάς, τούς έδινε τη βεβαιότητα και τις στερέωνε στην πίστη ότι Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος. Γι΄ αυτό και δεν έχουν αναστολές να σπεύσουν στο μνημείο, παρά τις όποιες δυσκολίες και τα εμπόδια που παρεμβάλλονται.

Επιθυμία που τις φλέγει είναι να δείξουν έμπρακτα την αγάπη που καταυγάζει όλη την ύπαρξη τους. Έτσι, «διαγενομένου του Σαββάτου Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου και Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα ίνα ελθούσαι αλείψωσιν αυτόν». Όταν αγαπάς ένα πρόσωπο σημαίνει ότι δίνεσαι σ’ αυτό ολοκληρωτικά. Ιδιαίτερα, η παράδοση του ανθρώπου στην αγάπη του Χριστού, συνιστά ταυτόχρονα και υπερύψωσή του. Σ΄ αυτήν ακριβώς την προοπτική του μεγαλείου της θείας ανάβασης, οι όποιες αδυναμίες εμφωλεύουν μέσα στον άνθρωπο, μεταποιούνται και αναδεικνύονται σε μια ανυπέρβλητη δύναμη που τον απογειώνουν σε δυσθεώρητα πνευματικά ύψη.

Βέβαια, οι Μυροφόρες γυναίκες δεν ήταν εκτός πραγματικότητας. Είχαν την αίσθηση της ανθρώπινης αδυναμίας: «Τίς αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου;». Στη βάση της ψυχρής λογικής, στην οποία πολλές φορές παραδίδεται ο άνθρωπος, αυτό φάνταζε να είναι αδύνατο. Η δύναμη όμως της αγάπης με την οποία διακατέχονταν οι γυναικείες εκείνες μορφές για το Πρόσωπο του Κυρίου, παρακάμπτει τα οποιαδήποτε εμπόδια που υψώνονται και τις σπρώχνει να προσπεράσουν τους όποιους ανθρώπινους συλλογισμούς που θα λειτουργούσαν ως τροχοπέδη στον ιερό τους πόθο. Με αυτό τον τρόπο οι Μυροφόρες γυναίκες άφησαν τον εαυτό τους να εισέλθει στο χώρο της θείας θαυματουργίας και να καταστούν οι πρώτοι αυθεντικοί μάρτυρες του γεγονότος της Ανάστασης.

Δυστυχώς, από το σημερινό άνθρωπο παρατηρούμε ότι πολλές φορές απουσιάζει η θεία τόλμη, βγαλμένη μέσα από τα σπλάχνα της αγάπης προς τον Κύριο. Απουσιάζει αυτό το δυναμικό στοιχείο που τον καταξιώνει σε άλλα επίπεδα ζωής. Αυτό συμβαίνει γιατί κλείνεται ερμητικά στον εαυτό του. Είναι ακριβώς εδώ που οι Μυροφόρες μας δείχνουν τον τρόπο της υπέρβασης, την οποία θα πρέπει επιτέλους ν΄ αποτολμήσουμε στη ζωή μας. Αυτός λοιπόν ο τρόπος, παραπέμπει στο άνοιγμα του εαυτού μας. Ένα άνοιγμα που θα μας αιχμαλωτίσει στην αγάπη του Χριστού, ώστε να καταστούμε αληθινά ελεύθερες υπάρξεις, στολισμένες με όλα εκείνα τα χαρίσματα που μας αναδεικνύουν εικόνες του Θεού.

Η χαρά των Μυροφόρων
Οι Μυροφόρες γυναίκες, ως μάρτυρες της Ανάστασης, δοκίμασαν στην καρδιά τους ανεκλάλητη χαρά. Δοκίμασαν όμως ταυτόχρονα και «τρόμο και έκσταση». Τις Μυροφόρες πλημμυρίζει το αίσθημα της χαράς γιατί όχι μόνο ξαναβλέπουν τον Κύριο τους, αλλά διότι το μεγάλο γεγονός της Ανάστασης εκπέμπει το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα προς τον κόσμο: ότι δηλαδή ο θάνατος καταργήθηκε.

Απορροφήθηκε το θανατηφόρο κεντρί του από τον Αρχηγό της Ζωής, ο οποίος άνοιξε πια την προοπτική της αιωνιότητας, στην οποία εμβάλλει το δημιούργημά Του.

Η χαρά βέβαια των Μυροφόρων είναι ανάμικτη και μ΄ ένα τρόμο, ο οποίος όμως αποπνέει θεία ευωδία. Προέρχεται από την αίσθηση ότι η Ανάσταση του Χριστού χαρίζει μια καινούργια ζωή πέρα από τα όρια της επίγειας ύπαρξής μας. Είναι το επίπεδο της ζωής του Θεού. Εδώ είναι ακριβώς που ανυψώνεται ο άνθρωπος, γι΄ αυτό και ο Αναστάς Κύριος φανερώνεται «εν ετέρα μορφή».

Αγαπητοί αδελφοί, επιβάλλεται όπως ο άνθρωπος ξεπεράσει τις συνθήκες της παρούσας ζωής και αφήσει τον εαυτό του να υποστεί την καλή αλλοίωση - για την οποία τόσο όμορφα κάνει λόγο η πατερική σκέψη - με το φως και τη δύναμη της Ανάστασης. Αυτή την προοπτική ανοίγουν μπροστά μας οι Μυροφόρες γυναίκες. Με αυτό το αισιόδοξο αναστάσιμο μήνυμα, βοηθά η Εκκλησία μας το σημερινό φοβισμένο και απελπισμένο άνθρωπο να υπερβεί τον εαυτό του. Αυτό γίνεται από τη στιγμή που αποφασίζει ελεύθερα να παραδώσει την ύπαρξή του στην αγάπη του Αναστάντος Κυρίου. Το παράδειγμά τους μας αφήνουν ο Ιωσήφ, ο Νικόδημος και οι Μυροφόρες γυναίκες που αξιώθηκαν να είναι οι πρώτοι μάρτυρες της Αναστάσεως.

Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.

Σάββατο 18 Μαΐου 2024

Η χαρά η αληθινή


Ποιός δεν θέλει να ’ναι χαρούμενος; Η χαρά αποτελεί προαιώνιο πανανθρώπινο πόθο. Η χαρά έχει μεγάλη σημασία στη ζωή μας.
 
Το νόημά της είναι γνωστό και δεν χρειάζεται να το αναλύσουμε. Σήμερα όμως φαίνεται πως έχει χάσει το αληθινό νόημά της. Ο πόνος κυριαρχεί και η χαρά απουσιάζει. Ή η χαρά παρουσιάζεται όχι στην πραγματική, ουσιαστική και ολοκληρωμένη της μορφή, αλλά σε φτηνά υποκατάστατα, που μεγαλώνουν τον πόνο της ψυχής.

Ο άνθρωπος στην Εδέμ ήταν αθώος, ευδαίμων, μακάριος και τέλεια χαρούμενος. Πηγή της χαράς του ήταν η άνετη και συνεχής συνομιλία του με τον Θεό. Θέλοντας να ανεξαρτητοποιηθεί και να αυτοθεωθεί, αποξενώθηκε αυτόματα από την πηγή της μεγάλης χαράς του. Η χαρά για την ψυχή του ανθρώπου είναι ό,τι το ψωμί και το νερό για το σώμα του. Η χαρά αποτελεί θεία έμπνευση, ζωογόνο θαλπωρή, μητέρα της υγείας και αδελφή μιας υπέροχης παρηγοριάς. Μερικοί νομίζουν πως τη χαρά θα τη βρουν στην αχαλίνωτη διασκέδαση, στο ξετσίπωτο ξεφάντωμα, στο ολονύκτιο κυνηγητό της ηδονής, στο γλέντι της μέθης, στη μέθη της πολυτέλειας, της σπατάλης και του κορεσμού. Αν μπορούσε κανείς να φωτογραφίσει τα βάθη των καρδιών των θαμώνων των λεγόμενων κέντρων διασκεδάσεως, θα παρατηρούσε άβυσσο άλγους, ερημιάς, παγωνιάς και σκληρής μοναξιάς. Η χαρά δεν πουλιέται σε κανένα μαγαζί και δεν εξαγοράζεται με λίγα ή πολλά χρήματα.

Σήμερα ο άνθρωπος διασκεδάζει -από το αρχαίο ρήμα διασκεδάνυμι, που σημαίνει διασκορπίζεται- και δεν ψυχαγωγείται χαροποιά. Συνήθως η διασκέδασή του είναι ψυχοφθόρα και ψυχοβόρα. Όπως έλεγε ο σοφός Σόλων, να φεύγεις την ηδονή που γεννά λύπη! Επιστρέφει κανείς από μια κοσμική διασκέδαση κατάκοπος, κατηφής, στεναχωρημένος, πιο μόνος. Μερικοί νομίζουν πως όλοι οι πλούσιοι είναι αρκετά χαρούμενοι. Πρόκειται για ένα μεγάλο ψέμα, που το επιβεβαιώνουν συχνά οι ίδιοι. Ένας γελωτοποιός πήγαινε στον ψυχίατρο να παρηγορηθεί, που έκανε τους άλλους να γελούν δυνατά και τον εαυτό του να μην μπορεί να τον χαροποιήσει. Ένας ηθοποιός πλούσιος, γοητευτικός και διάσημος εθεωρείτο ο πιο ευτυχισμένος, και ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του τον πιο άθλιο.

Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει πως ένας ασεβής δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένος και αληθινά χαρούμενος. Ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη θα πει: Ο άνθρωπος εκτός Θεού είναι ποντοπόρος άπορος. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει πως την καλή διάθεση και την πραγματική χαρά δεν τις προσφέρουν ούτε το μέγεθος της εξουσίας, ούτε το πλήθος των χρημάτων, ούτε της κυριαρχίας ο όγκος, ούτε του σώματος η δύναμη, ούτε τα πολυτελή τραπέζια, ούτε των ενδυμάτων ο στολισμός, παρά μόνο τα πνευματικά κατορθώματα και η αγαθή συνείδηση.

Ο χριστιανισμός, αντίθετα από αυτά που πρόχειρα λέγονται, έδωσε μια νέα, ολοκληρωμένη και σαγηνευτική χαρά. Η αληθινή χαρά δίνει μία εσωτερική πληροφόρηση και βεβαιότητα, που την κάνει μόνιμη και αναφαίρετη από την καρδιά του ανθρώπου, παρά τις εξωτερικές αντιξοότητες. Ο Πασκάλ το λέει ξεκάθαρα: Κανένας δεν είναι πιο χαρούμενος από τον πραγματικό χριστιανό. Μεγάλη χαρά έχει ο γνήσια ταπεινός. Εκείνος που έχει σβήσει το εγώ του κι έχει συγχωνευθεί με την ευτυχία του συνόλου. Όσοι κάνουν το καλό, είναι καταδικασμένοι να ’ναι πάντα χαρούμενοι. Ο Φώτης Κόντογλου έλεγε πως η χαρά η αληθινή αναβλύζει μονάχα από τη φλέβα της καλοσύνης.

Από το Ευαγγέλιο πηγάζει η θεολογία της χαράς, το ίδιο το Ευαγγέλιο είναι η πηγή της ακένωτης χαράς. Το ορθόδοξο βίωμα κατά βάση είναι χαρούμενο και χαροποιό. Ένας παλαιός, μεγάλος ασκητής, ο όσιος Νείλος, αναφέρει στην πατρολογία πολύ ωραία: Η χαρά καταστρέφει τη λύπη, στις συμφορές δίνει υπομονή, στις προσευχές χάρη, στους κόπους και μόχθους ευφροσύνη, στην ευποιία ευθυμία, στη φιλοξενία στέγη, στην ελπίδα καταφυγή, στους πενθούντες παρηγοριά, στις θλίψεις βοήθεια και συνδρομή, στην αγάπη στολισμό και στη μακροθυμία επιβράβευση…

Χαρά δεν είναι τα ξεκαρδίσματα, τα ξεφωνητά, τα χαχανητά, η ελαφρότητα, η χαριεντολογία, η ανεκδοτολογία, η σκωπτικότητα και η συνεχής αστειότητα, αλλά η διαρκής γαλήνη και η ειλικρινής φαιδρότητα, που προέρχεται από καρδιά ευφραινόμενη και συνείδηση καθαρή. Η χαρά είναι το φως του ενάρετου. Αναβλύζει από τα βάθη της υπάρξεως. Δεν είναι κάτι ποτέ το προσποιητό, εξωτερικό, φαινομενικό, αλλά κάτι το αρκετά βαθύτερο και σίγουρα σπουδαιότερο. Ένας σοβαρός, σεμνός και ησύχιος δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να είναι χαρούμενος. Το πρώτο γνωστό θαύμα του Χριστού στον γάμο της Κανά ήταν για να μη μείνει μισή η χαρά των καλεσμένων από έλλειψη κρασιού. Το τελευταίο θαύμα του, η ανάσταση του φίλου του Λαζάρου, για να διώξει τη λύπη και να δώσει χαρά.

Ο ανεξάντλητος τροφοδότης της χαράς είναι η αρετή. Ο εγωιστής, ο ατομιστής, ο τσιγκούνης, ο μισάδελφος δεν μπορεί να είναι χαρούμενος. Χαρά δεν μπορεί να έχει όποιος ζηλεύει, όποιος εχθρεύεται και όποιος μισεί. Τη χαρά κανείς την κερδίζει με την ταπείνωση και την υπομονή, την αλήθεια, την ελευθερία και την αγάπη. Η αληθινή χαρά συνοδεύει στοργικά τον κάθε ειλικρινή, τίμιο, ήρωα και άγιο. Η εποχή μας πάσχει από έλλειψη αληθινής χαράς και πλεονάζει από τη θλίψη της κακίας και ατιμίας. Η επιλογή είναι ελεύθερη για την απόκτηση της όντως αληθινής χαράς.

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης 

Αναδημοσίευση από: Σεραφείμ του Σάρωφ